Τα φώτα άναψαν ξανά χθες, αλλά ήταν χαμηλωμένα, η ένταση της μουσικής επίσης. Η χριστουγεννιάτικη αγορά στην Μπράιτσαϊτ Πλατς άνοιξε και πάλι, μουδιασμένη ακόμα από το σοκ της τραγωδίας. Από τη Δευτέρα το βράδυ, μόλις έγινε η τρομοκρατική επίθεση, η αστυνομία είχε απαγορεύσει την πρόσβαση, μόνον οι δημοσιογράφοι μπορούσαν να προσεγγίσουν το σημείο της επίθεσης από δύο σημεία, την Μπουνταπέστερ Στράσε από τη μία πλευρά και τη Χαρτενμπέργκερ Στράσε από την άλλη. Και από την απόσταση των περίπου 50-100 μέτρων από τα μπλόκα της αστυνομίας, η εικόνα είχε κάτι εφιαλτικό. Ισως ήταν και το μαύρο χρώμα του φονικού φορτηγού που είχε σταματήσει λίγα μόλις μέτρα από την Γκντέχνις Κίρχε. Και μόνον η σκέψη ότι έφτασε εκεί περνώντας μέσα από την κατάμεστη στις οκτώ η ώρα το βράδυ χριστουγεννιάτικη αγορά της Μπράιτσαϊντπλατς γύρω από την εκκλησία, αρκούσε για να φανταστεί κανείς τις συνέπειες. Οι δύο εκπρόσωποι Τύπου, της Αστυνομικής Διεύθυνσης του Βερολίνου και της Πυροσβεστικής, πέρασαν όλη εκείνη τη νύχτα πηγαίνοντας από το ένα σημείο στο άλλο όπου είχαν στηθεί οι κάμερες. Απαντούσαν πρόθυμα στις ερωτήσεις γερμανών και ξένων δημοσιογράφων, έδιναν τον αριθμό των θυμάτων που τα ασθενοφόρα μετέφεραν στα νοσοκομεία του Βερολίνου: 12 νεκροί και 48 τραυματίες, οι μισοί από αυτούς βαριά. Πολλά όμως δεν είχαν ή δεν μπορούσαν να πουν εκείνη την ώρα, ζητούσαν κατανόηση, παρέπεμπαν στη συνέντευξη Τύπου την επόμενη ημέρα.

Αλλά και στη συνέντευξη Τύπου, το απόγευμα της Τρίτης, ήταν περισσότερα τα νέα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν παρά οι απαντήσεις που δόθηκαν. Η Ομοσπονδιακή Εισαγγελία –ανέλαβε αμέσως τις έρευνες και αυτό ήταν δείγμα ότι αξιολογήθηκε ως τρομοκρατική επίθεση -, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δίωξης Εγκλήματος μαζί με τους επικεφαλής της Εισαγγελίας και της αστυνομίας του Βερολίνου ήταν ελάχιστα διαφωτιστικοί. Ο 23χρονος Αφγανός που είχε συλληφθεί μία ώρα μετά την επίθεση ως ύποπτος αποδείχθηκε τελικά ότι δεν είχε καμία σχέση και την Τρίτη αφέθηκε ελεύθερος. Οι Βερολινέζοι δεν πτοήθηκαν από την είδηση ότι ο πραγματικός δράστης κυκλοφορούσε ασύλληπτος. Από το απόγευμα της Τρίτης εμφανίστηκαν οι πρώτοι για να αφήσουν ένα λουλούδι ή ένα κερί στη μνήμη των θυμάτων. Μέσα σε λίγες ώρες δημιουργήθηκε μια θάλασσα από κεριά, λουλούδια, θρήνος για τους νεκρούς, αλλά ταυτόχρονα και πράξη αντίστασης στην τυφλή βία. Κανείς δεν ξέρει ακόμα αν η επιλογή να χτυπηθεί η συγκεκριμένη χριστουγεννιάτικη αγορά στο πιο πολυσύχναστο μέρος του Δυτικού Βερολίνου έγινε επειδή ήταν η μόνη που έδινε τέτοια δυνατότητα πρόσβασης σε ένα φορτηγό όπως αυτό με το οποίο έγινε η επίθεση.

Ο συμβολισμός δεν μπορούσε να είναι μεγαλύτερος: ο κατεστραμμένος από τους βομβαρδισμούς ναός Κάιζερ Βίλχελμ στο κέντρο του Δυτικού Βερολίνου είναι εκεί ως Γκεντέχνις Κίρχε (Εκκλησία Μνήμης) για να θυμίζει τα δεινά του πολέμου στους Γερμανούς και τους τουρίστες από όλον τον κόσμο που επισκέπτονται τη γερμανική πρωτεύουσα. Και μπροστά στην εκκλησία το μαύρο φορτηγό που έσπειρε τον θάνατο της τυφλής τρομοκρατικής βίας. Δύο τραύματα με τα οποία η Γερμανία πρέπει να μάθει να ζει.

Ηταν γνωστό ότι και η Γερμανία είναι στο στόχαστρο της ισλαμικής τρομοκρατίας. Μικρότερης έκτασης επιθέσεις είχαν γίνει και τα προηγούμενα χρόνια, πέντε μέσα στο 2016, άλλες απέτυχαν ή τις πρόλαβαν οι διωκτικές Αρχές. Αλλά η επίθεση στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Βερολίνου είναι το μεγαλύτερο τρομοκρατικό πλήγμα που δέχθηκε μέχρι τώρα η Γερμανία από την ισλαμική τρομοκρατία. Τα θύματα θα ήταν πολύ περισσότερα αν ο πολωνός οδηγός του φορτηγού, που είχε απαχθεί και ζούσε μέχρι που ακινητοποιήθηκε το φορτηγό, δεν έδινε μάχη να βγάλει το όχημα εκτός της αγοράς. Το πλήρωσε με τη ζωή του, είναι ο μόνος νεκρός από τις σφαίρες του δράστη. Ο δράστης, ο 24χρονος Τυνήσιος Ανις Αμρι, επικηρύχθηκε με 100.000 ευρώ, στο φορτηγό βρέθηκαν δακτυλικά αποτυπώματα και η άδεια προσωρινής παραμονής του στη Γερμανία. Οχι μόνον άγνωστος δεν ήταν στις γερμανικές διωκτικές Αρχές, αλλά τον είχαν κατατάξει στους «επικίνδυνους». Ηταν καλά δικτυωμένος με τους πυρήνες των φανατικών σαλαφιστών στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία και στο Βερολίνο. Τώρα πρέπει οι αρμόδιοι να εξηγήσουν γιατί δεν απέτρεψαν το μακελειό του Βερολίνου από έναν σεσημασμένο ύποπτο. Το γεγονός ότι ο Τυνήσιος Αμρι ήταν στην Ιταλία από το 2012 περιορίζει τα επιχειρήματα εκείνων που εργαλειοποιούν το μεγάλο προσφυγικό κύμα του 2015 μέσω της βαλκανικής οδού για να πλήξουν τη Μέρκελ. Αλλά ήδη οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας ζητούν επαναφορά των ελέγχων στα γερμανικά σύνορα. Η εσωτερική ασφάλεια ανάγεται σε κεντρικό θέμα της προεκλογικής αντιπαράθεσης. Ξεκίνησε ήδη μετά το πρώτο σοκ από την τρομοκρατική επίθεση στο Βερολίνο.