Σε αυτήν συμμετέχουν περισσότεροι από 2.000 πάσχοντες από άσθμα, τους οποίους παρακολουθούν οι ερευνητές εδώ και δύο δεκαετίες.
Η παρούσα ανάλυση βασίσθηκε σε 971 από αυτούς, οι οποίοι συμπλήρωσαν αναλυτικά ερωτηματολόγια διατροφής (αφορούσαν 118 διαφορετικά τρόφιμα από 46 ομάδες τροφίμων).
Με βάση τις απαντήσεις τους όσον αφορά την κατανάλωση αλλαντικών, οι εθελοντές χωρίσθηκαν σε τρεις ομάδες: σε όσους είχαν χαμηλή κατανάλωση (1 ή λιγότερες μερίδες αλλαντικών, όπως το σαλάμι, το ζαμπόν και τα λουκάνικα, την εβδομάδα), σε όσους είχαν μέτρια κατανάλωση (1-4 μερίδες την εβδομάδα) και σε όσους είχαν υψηλή (πάνω από 4 μερίδες την εβδομάδα).
Οι εθελοντές είχαν καταγράψει επίσης τα συμπτώματα άσθματος (π.χ. δυσκολία στην αναπνοή, σφίξιμο στο στήθος, δύσπνοια) τους 12 τελευταίους μήνες και είχαν βαθμολογήσει την κατάστασή τους με μία βαθμολογία από 0 έως 5, ενώ είχαν αναφέρει και όλους τους άλλους δυνητικούς συμβάλλοντες παράγοντες, όπως το κάπνισμα και τα περιττά κιλά.
Όπως έδειξαν οι απαντήσεις, μεταξύ όσων έτρωγαν λιγότερο από μία μερίδα αλλαντικά την εβδομάδα, το 14% παρουσίασαν επιδείνωση του άσθματος με το πέρασμα του χρόνου.
Απ’ όσους έτρωγαν 1-4 μερίδες αλλαντικών την εβδομάδα, επιδείνωση παρουσίασε το 20%, ενώ απ’ όσους έτρωγαν πάνω από 4 μερίδες την εβδομάδα επιδείνωση παρουσίασε το 22% των εθελοντών.
Αφού οι ερευνητές έλαβαν υπ’ όψιν όλους τους συμβάλλοντες παράγοντες, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η συστηματική κατανάλωση αλλαντικών αυξάνει κατά 76% τον κίνδυνο να επιδεινωθούν τα συμπτώματα του άσθματος με το πέρασμα του χρόνου.