Με τη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση να έχει κολλήσει στα εργασιακά και στην αξίωση του ΔΝΤ για νέα μέτρα κλείνει το 2016 για την κυβέρνηση. Παρ’ όλα αυτά, το Μαξίμου πέρασε σχετικά ήρεμα Χριστούγεννα μετά το ξεκλείδωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων που είχαν μπλοκάρει από τους θεσμούς ως αντίδραση στη χορήγηση της «13ης σύνταξης» από την κυβέρνηση προς τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Η κυβέρνηση εξακολουθεί να πιστεύει ότι είναι εφικτή η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης εντός του Ιανουαρίου –στις 26 υπάρχει προγραμματισμένο Eurogroup –και αναμένει μετά την Πρωτοχρονιά κάποιο σήμα από τους δανειστές για τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης. Στην παρούσα φάση, όμως, δεν υπάρχει καθορισμένο ραντεβού για επανάληψη των διαβουλεύσεων με τους θεσμούς ή κάποια ημερομηνία επιστροφής των τροϊκανών στην Αθήνα.

ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΤΩΝ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ. Η κυβέρνηση πήρε ανάσα παραμονή των Χριστουγέννων όταν ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ ανακοίνωσε την ενεργοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Είχε προηγηθεί το βράδυ της Παρασκευής ανταλλαγή e-mails ανάμεσα στους Ευκλείδη Τσακαλώτο, Γιώργο Χουλιαράκη και των εκπροσώπων του ESM, μέσω των οποίων δόθηκαν και οι αναγκαίες διευκρινίσεις από την ελληνική πλευρά για το εφάπαξ επίδομα προς τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Οι θεσμοί ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση να δεσμευτεί γραπτώς πως εφόσον υπάρξει απόκλιση από τους στόχους για το 2016, δηλαδή από το πρωτογενές πλεόνασμα, να ενεργοποιηθεί ο κόφτης με μείωση των δαπανών για τις συντάξεις. «Τους συνταξιούχους ενισχύσατε, από τις συντάξεις θα κόψετε» εφόσον υπάρξει εκτροχιασμός ζήτησαν οι θεσμοί από την κυβέρνηση. Το οικονομικό επιτελείο δέχτηκε πάντως το συγκεκριμένο αίτημα θεωρώντας ότι ο στόχος του 0,5% για το 2016 είναι εξαιρετικά απίθανο να μην επιτευχθεί, καθώς συγχρόνως υπάρχει εκτίμηση ότι τα τελικά στοιχεία θα δείξουν υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Σύμφωνα όμως με το Μαξίμου και το οικονομικό επιτελείο, η διαβούλευση με τους θεσμούς για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ανέδειξε και κάποια θετικά στοιχεία. Οπως για παράδειγμα η αναγνώριση από πλευράς των δανειστών της δυνατότητας της ελληνικής κυβέρνησης να αξιοποιεί το καθαρό πλεόνασμα από την υπεραπόδοση των εσόδων για μέτρα ενίσχυσης των κοινωνικά και οικονομικά αδυνάμων. Υπό την προϋπόθεση ωστόσο πως θα προηγείται ενημέρωση – συζήτηση των κυβερνώντων με τους θεσμούς προτού ανακοινωθεί η οποιαδήποτε απόφαση. Και αυτό το αίτημα των δανειστών έγινε δεκτό αφού σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, «ούτως ή άλλως η συμφωνία δίνει αυτό το δικαίωμα στην ελληνική κυβέρνηση». Αξιόπιστες πηγές αναφέρουν ότι κατά τη συζήτηση με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο οι θεσμοί πρότειναν από την πλευρά τους σε μελλοντικά μέτρα στήριξης να ενισχυθούν οι φτωχοί πολίτες με το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), να υπάρξει μείωση των φόρων, να εξοφληθούν ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες και να δημιουργηθούν δημοσιονομικά αποθέματα. Κοινώς να κρατηθούν και κάποια χρήματα από την υπεραπόδοση των εσόδων ως κάβα στο Δημόσιο για έκτακτες καταστάσεις. Μάλιστα και φέτος έχουν κρατηθεί περί τα 300 εκατ. ευρώ ως απόθεμα από το πλεόνασμα του 2016 για παν ενδεχόμενο.

ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΝΤ. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η διαδικασία της διαπραγμάτευσης θα συνεχιστεί πιθανότατα μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του 2017. Το Μαξίμου επιλέγει να βλέπει πάντα το ποτήρι μισογεμάτο θεωρώντας ότι εφόσον δεν υπάρχει συντονισμένο σχέδιο αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης, δεν υπάρχει λόγος η δεύτερη αξιολόγηση να παραμένει ανοιχτή. «Αν οι δανειστές θέλουν το κλείσιμο της αξιολόγησης, τότε γιατί να μην κλείσει τον Ιανουάριο και να πάει π.χ. για Φεβρουάριο;» διερωτώνται αρμόδιες κυβερνητικές πηγές, που συμπληρώνουν πως η κυβέρνηση δεν έχει καμία πρόθεση να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Η εκτίμηση ότι η αξιολόγηση έχει τη δυνατότητα να κλείσει, γίνεται παρότι το θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των ομαδικών απολύσεων ταλαιπωρεί τις δύο πλευρές της διαπραγματεύσεις. Κι ενώ παραμένει στο τραπέζι η αξίωση του ΔΝΤ για νομοθέτηση νέων μέτρων 4,2 δισ. ευρώ τώρα για την πιθανότητα απόκλισης των στόχων κατά τη διετία 2019-2020.

Σύμφωνα με μια γραμμή πληροφόρησης, το ΔΝΤ το τελευταίο διάστημα δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα ένθερμο στην προοπτική παραμονής του στο ελληνικό πρόγραμμα. Κυβερνητικοί παράγοντες εκτιμούν ότι υπάρχει πιθανότητα αποχώρησής του με διατήρηση του status του τεχνικού συμβούλου, εξέλιξη που θα θεωρούνταν ιδιαίτερα ικανοποιητική για το Μέγαρο Μαξίμου. Το θέμα είναι σε ποιο βαθμό ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα επιτρέψει την αποχώρηση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα εν μέσω της γερμανικής προεκλογικής περιόδου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πρόεδρος της Βουλής σε συνέντευξή του (9.84) σχολίασε πως ο Σόιμπλε διεκδικεί ρόλο υπερυπουργού, ενώ για τον ρόλο του ΔΝΤ είπε ότι θα μπορούσε να είναι συμβουλευτικός.

Την ίδια ώρα ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης με συνέντευξή του στην «Αυγή» είπε πως «στις συνθήκες μη κανονικότητας όπου ζούμε, πάντοτε υπάρχει το ενδεχόμενο εκλογών».