Ενας αστυνομικός καταγγέλλει, χωρίς κανένα στοιχείο, τον υπεύθυνο του κυλικείου μιας αντιπολιτευόμενης εφημερίδας πως αναφέρθηκε στον πρόεδρο της χώρας χρησιμοποιώντας έναν μειωτικό όρο και είπε ότι, αν ποτέ επισκεπτόταν το κυλικείο του, θα αρνούνταν να του σερβίρει τσάι. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η αστυνομία κάνει έφοδο στο σπίτι του «εγκληματία» και ένας δικαστής διατάζει την προφυλάκισή του, με το επιχείρημα ότι υπάρχουν «ισχυρές ενδείξεις για διάπραξη αδικήματος» και ότι, αν παρέμενε ελεύθερος μέχρι να δικαστεί, θα μπορούσε να «ασκήσει πιέσεις στους μάρτυρες». Συνέβη στην Τουρκία, όπου το όνομα του «καφετζή» της «Τζουμχουριέτ», Σενόλ Μπουράν, μόλις προστέθηκε σε έναν κατάλογο 1.800 ανθρώπων, ακόμα και μαθητών σχολείου, που έχουν κατηγορηθεί για προσβολή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αλλά η χρονιά της απολυταρχικής εκτροπής δεν έχει κλείσει ακόμα στη γείτονα: την Πέμπτη αρχίζει η δίκη της συγγραφέως Ασλί Ερντογάν για «συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση». Η συνεργασία της 49χρονης Ερντογάν με τη φιλοκουρδική εφημερίδα «Οζγκούρ Γκιουντέμ» ήταν αρκετή για να κλειστεί σε γυναικεία φυλακή της Κωνσταντινούπολης στις 17 Αυγούστου και να κινδυνεύει σήμερα να της επιβληθούν ισόβια.
Πεντέμισι μήνες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα 150.000 άνθρωποι έχουν αποπεμφθεί από τον στρατό, την αστυνομία και τις δημόσιες υπηρεσίες της Τουρκίας και σχεδόν 50.000 άνθρωποι έχουν τεθεί υπό κράτηση, εν αναμονή της δίκης τους. Περισσότερα από 150 μέσα ενημέρωσης έχουν κλείσει, περισσότεροι από 100 δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή. Στο μεταξύ, ο Ερντογάν προωθεί μια συνταγματική μεταρρύθμιση, η οποία μπορεί να τον κρατήσει στην εξουσία μέχρι το 2029. «Πώς στην Τουρκία εγκαθίσταται σιγά σιγά η δικτατορία» ήταν ο τίτλος άρθρου που δημοσίευσε πρόσφατα το γαλλικό περιοδικό «Λεζ Ενρόκς». «Αυτοί οι νεαροί Τούρκοι που αντιστέκονται στον Ερντογάν» ήταν ο τίτλος ρεπορτάζ που υπέγραψε στην εφημερίδα «Ζουρνάλ ντι Ντιμάνς» ο ανταποκριτής της στην Τουρκία Αντουάν Μαλό. «Σε πείσμα του γενικευμένου φόβου, ορισμένοι τολμούν ακόμα να τα βάζουν με την εξουσία» επισήμαινε ο Μαλό παρουσιάζοντας τα πορτρέτα μερικών «αντιστασιακών».
Της 28χρονης Γκουνιάι Ακσόι, για παράδειγμα: συνελήφθη και αυτή τον Αύγουστο, την ίδια ημέρα με την Ασλί Ερντογάν. Ωστόσο η Ακσόι αφέθηκε ελεύθερη και έκτοτε κάθε Δευτέρα και Παρασκευή διαδηλώνει μαζί με ακόμα μερικούς θαρραλέους μπροστά στις φυλακές όπου κρατείται η συγγραφέας. Οταν εντάχθηκε στο δυναμικό της «Οζγκούρ Γκιουντέμ», η Ακσόι ήξερε τι να περιμένει. «Από την ίδρυσή της, το 1989, η εφημερίδα έχει απαγορευτεί 54 φορές. «Αυτό δεν μας εμπόδισε να συνεχίσουμε» λέει. Μπορεί άλλωστε να έκλεισε τον Αύγουστο αλλά μια άλλη, η «Ντεμοκρασί», πήρε αμέσως τη θέση της.
Η Ακσόι χαρακτηρίζει την κυβέρνηση «σεξιστική», «διεφθαρμένη», «φασίζουσα». Τους ίδιους όρους επιλέγει και ο 34χρονος αρχιτέκτονας Αλί Εργκίν Ντεμιρχάν, μέλος της ομάδας του Sendika.org, του ακτιβιστικού ενημερωτικού ισοτόπου που έχει κλείσει 34 φορές. «Εχουμε ορκιστεί να συνεχίσουμε» λέει. «Γιατί δεν υπάρχουν πια πραγματικά μέσα ενημέρωσης που μπορούν να λένε αυτά που λέμε».
Μίλησε και με άλλους «νεαρούς Τούρκους που αντιστέκονται» ο Μαλό: ο 35χρονος μηχανικός Φουρκάν Σαφάκ, μέλος του συλλόγου αποφοίτων ενός γερμανοτουρκικού λυκείου στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος έχει επιλέξει ως αποστολή του να εμποδίσει την «έρπουσα ισλαμοποίηση» της εκπαίδευσης∙ ή ο 29χρονος Σελίμ Πολάτ, πρώην φοιτητής Οικονομίας που έχασε ένα μάτι στις συγκρούσεις με την αστυνομία στην Πλατεία Ταξίμ κατά τη διάρκεια της «εξέγερσης του Γκεζί» και έκτοτε μάχεται, στο πλαίσιο ενός συλλόγου θυμάτων της αστυνομικής βίας, «να συνεχιστεί το έργο του Γκεζί, αυτή η στιγμή αδελφοσύνης κατά την διαφορετικοί άνθρωποι ενώθηκαν εναντίον του Ερντογάν». «Η οικονομική κρίση εντείνεται. Σύντομα, ο κόσμος δεν θα έχει τίποτα πια να χάσει και να εξεγερθεί» διαβεβαιώνει.