Στην τελική ευθεία βρίσκονται οι πρώτες 200 απολύσεις εργαζομένων προχωρημένης ηλικίας από τη ΔΕΗ, κίνηση που θα ανοίξει και επίσημα ένα θέμα ταμπού εδώ και δεκαετίες στον χώρο των ΔΕΚΟ και του ευρύτερου Δημοσίου.
Το ζήτημα είχε για πρώτη φορά πέσει στο τραπέζι τον Νοέμβριο, ωστόσο πάγωσε προσωρινά έπειτα από τις αντιδράσεις της ΓΕΝΟΠ. Τώρα οι πληροφορίες λένε ότι οι υπηρεσίες έχουν έτοιμη τη σχετική εισήγηση, που μπορεί να έρθει προς συζήτηση σε κάποιο από τα επόμενα διοικητικά συμβούλια της Επιχείρησης ακόμη και μέσα στον Ιανουάριο.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η εισήγηση θα μιλά για καταγγελία των συμβάσεων εργασίας με βάση ηλικιακό κόφτη στα 60 έτη για όσους απασχολούνται στα υπερβαρέα, δηλαδή σε ορυχεία και μονάδες, τα 62 για διοικητικούς υπαλλήλους, τεχνικούς και μηχανικούς και τα 65 για τα διευθυντικά στελέχη. Το όριο της συγκεκριμένης ρύθμισης πιάνει γύρω στα 200 άτομα, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κι άλλες «ασκήσεις» βάσει των οποίων κατεβάζοντας λίγο τον ηλικιακό κόφτη, ο αριθμός του προς αποχώρηση προσωπικού αυξάνεται.
Σε μια επιχείρηση που βλέπει τη ρευστότητά της στο κόκκινο και το 2017 πρόκειται να δοκιμαστεί σκληρά από μια σειρά μνημονιακών υποχρεώσεων, αποφάσεις σαν αυτήν θεωρούνται μονόδρομος στη διοίκηση από πολλούς. Πόσω μάλλον όταν αφορούν προσωπικό 60 ετών και άνω με τουλάχιστον 40 χρόνια στην επιχείρηση και που ενώ έχει θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης προτιμά να παραμένει στην εργασία για οικονομικούς λόγους (υψηλές φορολογικές υποχρεώσεις, μειωμένες συντάξεις, κ.λπ.).
Δεν βγαίνουν στη σύνταξη. Το φαινόμενο εργαζομένων που επιλέγουν να εργάζονται ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία είναι εκτεταμένο στις ΔΕΚΟ. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στο Δημόσιο όπου χιλιάδες υπάλληλοι έσπευσαν τους προηγούμενους μήνες να καταθέσουν αίτηση συνταξιοδότησης για να προλάβουν την καταιγίδα του νέου Ασφαλιστικού, επιχειρήσεις όπως η ΔΕΗ ακολουθούν τη δική τους πορεία. Χρόνο με τον χρόνο, το ποσοστό όσων υποβάλλουν αίτημα συνταξιοδότησης μειώνεται. Το 2010 αποχώρησαν 2.500 άτομα, 1.500 το 2011 κι έκτοτε ο αριθμός συρρικνώνεται συνεχώς στα επίπεδα των 600-700 ατόμων ετησίως, με αποκορύφωμα το 2015 που δεν αποχώρησαν πάνω από 150.
Το θέμα έχει τις ρίζες τους στο 2ο Μνημόνιο του 2012 (Ν. 4046). Τότε ήταν που οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας των ΔΕΚΟ μετατράπηκαν από ορισμένου χρόνου σε αορίστου, προκειμένου να καταργηθούν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης του προσωπικού, με σκοπό οι διοικήσεις να μπορούν να απολύουν ευκολότερα. Η δυνατότητα αυτή ωστόσο ουδέποτε μέχρι σήμερα αξιοποιήθηκε λόγω πολιτικού κόστους. Επομένως, και ως αποτέλεσμα της άρσης των ορίων ηλικίας, σε συνδυασμό φυσικά με την οικονομική κρίση, όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι προχωρημένης ηλικίας στις ΔΕΚΟ επιλέγουν, ακόμη και όταν κατοχυρώνουν δικαίωμα σύνταξης, να παραμένουν στην εργασία.
Ειδικά στη ΔΕΗ δικαίωμα σύνταξης έχουν θεμελιώσει τα τελευταία χρόνια πολλοί, αλλά η επιχείρηση αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο τον καθέναν, ανάλογα με τη θέση εργασίας του. Αλλο είναι ο εργαζόμενος 62 ετών σε θέση γραφείου και άλλο ο συνομήλικός του στα ορυχεία ή στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με το απαγορευτικό καθεστώς προσλήψεων που συνεχίζει να επικρατεί στη ΔΕΗ –και διέπεται από τον κανόνα μία πρόσληψη για κάθε πέντε απολύσεις –έχουν ως αποτέλεσμα ο μέσος όρος ηλικίας να φτάνει τα 50 χρόνια. Το πρόβλημα ωστόσο είναι η μικρή διασπορά ηλικιών μέσα στην επιχείρηση. Δηλαδή η απουσία διαδοχής καθώς κοντά ή πάνω από τα 50 κινείται η συντριπτική πλειονότητα του προσωπικού. Με άλλα λόγια, οι 35άρηδες, οι 40άρηδες και οι 45άρηδες είναι λίγοι. Τούτο σημαίνει ότι τα επόμενα πέντε έξι χρόνια αναμένονται μαζικές αποχωρήσεις προσωπικού και είναι άγνωστο πώς θα καλυφθούν οι θέσεις αυτές δίχως προσλήψεις.