Είναι πολλές οι «ασθένειες» που μπορεί να προσβάλουν ένα οπισθόφυλλο και δυστυχώς δεν αποτελεί εξαίρεση το αφηγηματικό βιβλίο, με τα τριάντα πέντε μικρά και μεγάλα πεζά, της Ούρσουλας Φωσκόλου «Το κήτος». Και γράφουμε «δυστυχώς» γιατί πρόκειται για ένα βιβλίο με αναμφισβήτητες αρετές που μεγεθυσμένες, καθώς θέλει να μας τις παρουσιάσει το οπισθόφυλλο, αναρωτιέσαι μήπως είναι συμπτωματικός ο χαρακτήρας αξιοσύνης του βιβλίου. Θα πρέπει να το σκεφτούν σοβαρά συγγραφείς και εκδότες ότι δεν υπάρχουν πια ανυποψίαστοι αναγνώστες παρά μόνο στον χώρο της ροζ λογοτεχνίας, όπου υπάρχει μια εκ των προτέρων συνομολογημένη συμφωνία ανάμεσα σε καταναλωτή και πωλητή για το τι πρόκειται να αγοράσει κανείς ώστε επιτρέπεται το περιτύλιγμα να είναι όσο γίνεται πιο εντυπωσιακό, άρα και ψευδές.
Ομως σε ένα βιβλίο με τις αφηγηματικές αρετές του «Κήτους», δεν είναι δυνατόν το οπισθόφυλλο να λειτουργεί ως κράχτης, θέλοντας να προσελκύσει τον αναγνώστη προεξοφλώντας την κρίση του –ότι πρέπει να είναι οπωσδήποτε θετική αφού «στα μικρά πεζά του “Κήτους” η θαλερή φαντασία αγνοεί τους κανόνες της συμβατικής λογικής», ενώ «στα μεγαλύτερα πεζά η περιγραφή της καθημερινότητας που μοιάζει εκ πρώτης όψεως οικεία, υποσκάπτεται από ένα περίτεχνο δίχτυ υπαινιγμών, αλλά και από τη διαβρωτική δύναμη του ποιητικού, ενίοτε και του μεταφυσικού στοιχείου». Ή «στη θαυμαστή κοιλιά του κήτους όλα μπορεί να συμβούν. Οι ψυχικές καταστάσεις μεγεθύνονται και προσλαμβάνουν συμβολικές διαστάσεις, ενώ οι ήρωες, αν και απλοί άνθρωποι, αποκτούν αρχετυπικό βάθος και κατορθώνουν τελικά να διαρρήξουν τα δεσμά της καθημερινότητας».
Λογοτεχνικό εύρημα
Αν τελικά ο αυτοθαυμασμός ενός βιβλίου για τον εαυτό του, δηλαδή του συγγραφέα του, του εκδότη του ή του επιμελητή του μπορεί να θεωρηθεί ο ασφαλέστερος τρόπος για να μας προϊδεάσει ως προς το περιεχόμενό του, τότε ο κίνδυνος δεν είναι μόνο να φτάσουμε να διαβάζουμε, όσον αφορά τα ίδια τα κείμενα, απλώς λέξεις που έχουν μπει άλλοτε σε περισσότερο και άλλοτε σε λιγότερο ανώμαλη σειρά. Είναι να θεωρήσουμε ότι ένα αφηγηματικό βιβλίο που εκφράζει ένα τόσο δυναμικό και συνολικό περιεχόμενο, όπως το καταγράφει το οπισθόφυλλο, σχεδόν αχρηστεύει την ύπαρξη ομοειδών βιβλίων. Εννοούμε βιβλία που κινούνται όπως το «Κήτος» σε μια περιοχή αρμολογημένη ή μάλλον συνθεμένη χάρη σε ένα παμπάλαιο λογοτεχνικό εύρημα –μεγάλης ουσίας, είναι αλήθεια –στα οποία η αδιάφορη και ανώδυνη, αλλά και συναρπαστική και επώδυνη συχνά, καθημερινότητα ολοκληρώνεται μέσα στην πιο απρόβλεπτη προοπτική.
Και από την άποψη αυτή «Το κήτος» αποδεικνύεται κυριολεκτικά ένα χρυσωρυχείο, σε σχέση με τις μνήμες της παιδικής ηλικίας, αν παρακάμψουμε βέβαια τη γιαγιά που κατάπινε τα σεντόνια της και κρατήσουμε τον γέρο θείο που τάιζε τα γουρούνια του, με κατάληξη του αντίστοιχου κειμένου την κρεμμυδόσουπα και την πάπια που σέρβιρε ένα μπιστρό στη Μονμάρτρη. Βέβαια, θα το χαρακτήριζες ως πλησμονή μέσα σε ένα κείμενο έντεκα αράδων όπως το «Με τον τρόπο του Ε.Χ.» (ποιος να είναι άραγε;) να συνυπάρχουν ένα κοπάδι αγελάδες, με την πιο μικρή να σκάβει τους λαιμούς των υπολοίπων και να βγάζει από μέσα τους θημωνιές τα ασημένια κουταλάκια, ενώ η ίδια μοιάζει σαν να έχει καταπιεί έναν άνθρωπο, με την ανάγκη του Ε.Χ. να θέλει να μεταλάβει «πριν τον ρουφήξει το ακουστικό σαν δίνη».
Χωρίς να θέλουμε να αντιγράψουμε ένα επηρμένο βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα και δίνει συμβουλές για το πώς γράφεται ένα μυθιστόρημα, αν η Ούρσουλα Φωσκόλου είχε διαβάσει –δεν αποκλείεται να έχει συμβεί –τον Τάσο Λειβαδίτη και τον Γιάννη Κοντό, θα είχε συνειδητοποιήσει ότι με μια μόνο εικόνα φτάνεις εναργέστερα στην καταγγελία της συμβατικής λογικής, παρά όταν επιστρατεύεις ένα πλήθος άσχετων μεταξύ τους παραστάσεων, όπως στο σύντομο πεζό «Ανάποδα» που δεν ξέρεις τι να πρωτοαριθμήσεις σε σχέση με αυτά που περιέχει: πλαστικά τρύπια κουτάλια, καλοκαίρι ζεστό, κολλώδες και υγρό, γεράνια κόκκινα, μια πιατέλα σαλάτας που χύνει αργά στον ουρανό πικρό πράσινο λάδι, λευκές τρίχες που βυθίζονται, σαν τους βολβούς, ξανά μέσα στο κρανίο, και πάει λέγοντας. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει «κυριολεξία» στον χώρο του αγεωμέτρητου, σε σχέση με τη συμβατική λογική, «παραλογισμού» παραθέτουμε το ποίημα του Γιάννη Κοντού «Μαγική εικόνα»: «Ανοιξες την πόρτα και μετά / άλλη κι άλλη και βρέθηκες / στη μέση του μεγάλου τσίρκου / στο κλουβί με τα λιοντάρια. / Είπες: Θεέ μου, τι γυρεύω εδώ; / Εγώ πήγαινα στην τουαλέτα».
Στις ενστάσεις που διατυπώνονται για το καθόλου προβληματικό, αντίθετα άκρως ερεθιστικό βιβλίο «Το κήτος» να προστεθεί ακόμα μία: Καλό είναι να αποφεύγονται στο τέλος ενός βιβλίου οι ηλεκτρονικές δημοσιεύσεις όσων κειμένων συμβαίνει να έχουν γίνει «γνωστά» με τον τρόπο αυτό πριν από τη συγκέντρωσή τους σε ένα τομίδιο ή σε έναν τόμο. Δεν είναι δυνατόν να νομιμοποιείται ως βιβλιογραφική καταγραφή η παραπομπή σε ένα μέσον που δεν αντιμάχεται απλώς το βιβλίο, αλλά είναι συνυφασμένο με το χάος και, προπαντός, δεν συνιστά τεκμήριο μιας άξιας και αξιοπρεπούς παρουσίας.
Ούρσουλα Φωσκόλου
Το κήτος
Εκδ. Κίχλη, 2016, σελ. 88
Τιμή: 10 ευρώ