Δεν ανήκει στα γνωστά έργα του Σαίξπηρ. Στην Ελλάδα, μετά το 1947 που παρουσιάστηκε στο Εθνικό, ευτύχησε μια – δυο φορές ακόμα. Ομως ο «Ριχάρδος Β’», που παίζεται στο θέατρο Ροές από την ομάδα Res Ratio Network σε σκηνοθεσία Εφης Μπίρμπα και με πρωταγωνιστή τον Αρη Σερβετάλη, είναι ένα ωραιότατο ιστορικό δράμα για την πτώση ενός βασιλιά. Και τι βασιλιά: ο Ριχάρδος του Σερβετάλη, όλο μακρόσυρτες κινήσεις και υποβλητική εκφραστικότητα, είναι τόσο βυθισμένος στη μακαριότητά του, τόσο συνηθισμένος να ελέγχει τα πάντα με ένα νεύμα, που δεν υποψιάζεται το τέλος. Εξορίζει τον ξάδερφό του Μπόλινμπροκ και δημεύει ώς και τις φόδρες από τα σεντούκια του λαού. Δύναμή του, ένα χρυσό κολάρο: στηρίζει τη βασιλεία και τον λόγο του και ταυτόχρονα δεν του επιτρέπει να σκύψει το κεφάλι να δει τι συμβαίνει χαμηλά, εκεί όπου ζουν άνθρωποι κανονικοί.
Είναι ένα έργο που καταπιάνεται με την απώλεια της ιδιότητας. Εχει όμως, άραγε, υπόγειες έστω αναφορές –σύνηθες ερώτημα τα τελευταία χρόνια –στην εγχώρια και βάλε πολιτική πραγματικότητα; Στο μέτρο που κεντρικός άξονάς του είναι η εξουσία και τα πάθη της, το κείμενο διαχειρίζεται ένα πολιτικό θέμα τόσο παλιό, που δεν παλιώνει. Δεν μπορεί όμως, όλο και κάποια σύνδεση με πρόσωπα θα επιχειρήσει ο θεατής που ψοφάει για κάτι τέτοια. Το αποτέλεσμα του εγχειρήματός του, αβέβαιο. Αν ας πούμε, στην καταγραφή των λαθών του Ριχάρδου δώσει έμφαση στην αχρείαστη και βεβιασμένη εξορία εκείνου του ξαδέρφου, του Μπόλινμπροκ, που τελικά παίρνει τον θρόνο, τότε ο βασιλιάς θα του θυμίσει ανάλογους πολιτικούς πρωταγωνιστές. Αν πάλι στρέψει την προσοχή του σε εκείνους που ο Ριχάρδος δημεύει ακόμα και τις φόδρες από τα σεντούκια, ε, η απάντηση τότε, θα είναι πολύ διαφορετική.