Στους δρόμους βγαίνει ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ, σε μια προσπάθεια επανασύνδεσης με την κοινωνία και προσέγγισης δυσαρεστημένων πολιτών. Μετά τον Αλέξη Τσίπρα που έχει ήδη ξεκινήσει πορεία προς τον λαό, σειρά παίρνουν κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης που μέσα στις γιορτές πραγματοποιούν περιοδείες στην περιφέρεια με στόχο την προώθηση του κυβερνητικού έργου και την απευθείας επαφή με τους προβληματισμένους ψηφοφόρους.
Η απόφαση για έξοδο των υπουργών στην κοινωνία ελήφθη περίπου πριν από δέκα ημέρες σε μία από τις καθιερωμένες συσκέψεις του «πρωινού καφέ», όπου εκτιμήθηκε ότι εκτός από τον Πρωθυπουργό ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγκη να βγάλει τα στελέχη του στην περιφέρεια και να προσπαθήσει να ανακτήσει το χαμένο έδαφος έναντι της Νέας Δημοκρατίας, όπως τουλάχιστον καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις.
Στις συσκέψεις εκείνες διαπιστώθηκε ότι μπορεί μεν ο Αλέξης Τσίπρας να παραμένει το ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης, παρ’ όλα αυτά όμως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την ανάγκη να πείσει την κοινωνία πως έχει στελέχη που δεν κρύβονται, αντιθέτως βγαίνουν από τα υπουργεία τους και διερευνούν τα προβλήματα των πολιτών ανά τη χώρα. Η μεγάλη έξοδος βεβαίως εντάσσεται σε μια συστηματική προετοιμασία του κυβερνητικού επιτελείου να αμβλύνει τις διαφορές του με την κοινωνία εγκαίρως και όχι σε μια χρονική στιγμή που θα θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί προεκλογικές του ανάγκες. Ο Πρωθυπουργός και τα στελέχη του επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους ότι οι κάλπες θα στηθούν το 2019, όμως συγχρόνως υλοποιείται ένας παράλληλος σχεδιασμός που έχει ως αφετηρία την πιθανότητα αδιεξόδου στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. «Είναι προτιμότερο να ακούμε κριτική και παράπονα από το να χάσουμε την επαφή με την κοινωνία» λέει συχνά στους συνεργάτες του ο Πρωθυπουργός που θεωρεί αυτονόητο να συζητεί με φορείς και πολίτες για τα προβλήματά τους από να βρίσκεται έγκλειστος στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η εξόρμηση των υπουργών στην περιφέρεια γίνεται λοιπόν αφενός για να δοθούν εξηγήσεις για τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και την προσήλωση σε ένα σκληρό δημοσιονομικό πρόγραμμα και αφετέρου για να διασφαλίσει την εκτόνωση των δυσαρεστημένων όχι μπροστά σε μια κάλπη αλλά ενώπιον κυβερνητικών στελεχών.
Ως εκ τούτου ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης Νίκος Παππάς περιόδευσε χθες στην Πάτρα, ενώ ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος περιόδευσε στην Κόρινθο. Εκ παραλλήλου, τρεις ακόμη υπουργοί, η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Ολγα Γεροβασίλη, ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης και ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης, με αφορμή την παράδοση στην κυκλοφορία τμήματος της Ιόνιας Οδού βρέθηκαν στην Αρτα και μάλιστα έδωσαν συνέντευξη Τύπου επιμένοντας (Φλαμπουράρης) πως «θα δώσουμε τη μάχη έτσι ώστε αν έχουμε πάλι πλεονάσματα, να μπορούμε να τα κατανείμουμε στις πιο αδύνατες κοινωνικές ομάδες που έχουν την ανάγκη».
Αισιοδοξία. Ομοίως, συνεντεύξεις Τύπου έδωσαν οι Παππάς και Τζανακόπουλος εκφράζοντας την αισιοδοξία τους ότι η δεύτερη αξιολόγηση μπορεί να ολοκληρωθεί εντός του Ιανουαρίου έτσι ώστε στο πρώτο τρίμηνο του 2017 η χώρα να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και να βγει δοκιμαστικά στις αγορές.
Ειδικότερα ο Παππάς επανέλαβε ότι οι εκλογές θα γίνουν κανονικά το 2019, ενώ διέψευσε με κατηγορηματικό τρόπο την πιθανότητα διενέργειας δημοψηφίσματος σε σχέση με τη συμφωνία. Ο υπουργός απέδωσε τις φήμες που διακινούνται περί εκλογών στην αξιωματική αντιπολίτευση, λέγοντας μάλιστα ότι το σενάριο της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες το χρησιμοποιεί ο αρχηγός της ΝΔ «για να κρατά το κόμμα του και τους βουλευτές του μετά το τελευταίο κρεσέντο πολιτικών λαθών».
Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής εξαπέλυσε επίθεση στους δανειστές με αιχμή τη Γερμανία και ειδικότερα για τον υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε σχολίασε ότι δεν μπορεί να επικαλείται ότι θα γίνουν εκλογές, επομένως δεν μπορεί να πάει στο Κοινοβούλιο της χώρας του, καθώς Κοινοβούλιο έχει και η Ελλάδα. Σε σχέση με τη διαπραγμάτευση είπε ότι παραμένει ανοιχτό το θέμα των εργασιακών.
Στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων επέμεινε και ο Δημήτρης Τζανακόπουλος κάνοντας λόγο για μεγάλη μάχη που δίνει η κυβέρνηση έτσι ώστε να τερματιστεί η κατάσταση εξαίρεσης που έχει επιβληθεί στην ελληνική αγορά εργασίας. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι ιδεολογικός αντίπαλος σ’ αυτήν τη μάχη είναι το ΔΝΤ και αρνήθηκε ότι η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί μια ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς, όπως τη χαρακτήρισε προσφάτως ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο ίδιος επέμεινε ότι έως το τέλος του Ιανουαρίου μπορεί να δοθεί οριστικό τέλος στη δεύτερη αξιολόγηση έτσι ώστε να ακολουθηθεί το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί. Και αυτό είναι η ένταξη στο QE, η έξοδος στις αγορές και η προετοιμασία για την ανάκτηση της οικονομικής κυριαρχίας της χώρας με το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Τα κυβερνητικά στελέχη επέμειναν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2016 (0,5%) αποτελεί κάτι παραπάνω από εφικτό στόχο και αρνήθηκαν ότι στην επιστολή Τσακαλώτου υπάρχει κάποια νέα δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης.