Η φράση «ψυχή βαθιά» που έλεγαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ στην περιοχή της Αττικοβοιωτίας έλαβε διαστάσεις έστω και μεταφορικά σε έναν νεότερο κόσμο μετά την ομώνυμη ταινία του Παντελή Βούλγαρη. Η ίδια φράση σήμερα θα μπορούσε να περιγράφει τα αποθέματα στήριξης και εμψύχωσης που αναζητεί η Αριστερά εν Ελλάδι, στην πιο μεταιχμιακή στιγμή της στη νεότερη Ιστορία. Το ρεύμα εκείνο που συνηθίζουμε να κατατάσσουμε σχηματικά στους ηττημένους του Εμφυλίου δεν είναι ενιαίο. Μοιάζει όμως η ίδια ακριβώς μήτρα που το γέννησε να επικαθορίζει και τις ίδιες ακριβώς παθογένειες και τα στρατηγικά του διλήμματα.

Με μια ιστορική διαφορά σε σχέση με τα μεταπολεμικά και μεταπολιτευτικά χρόνια: ένα μέρος του ρεύματος εκείνου σήμερα κυβερνά τη χώρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, τέκνο μιας επείγουσας συνθήκης, είναι μια εντελώς καινούργια μεταβλητή, αν και στον πυρήνα του συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά της ελληνικής Αριστεράς. Με κορμό του το ρήγμα του 1968, με πολιτική κληρονομιά που φτάνει στην αμφισβήτηση του σοβιετικού μοντέλου αλλά και του δυτικού καπιταλισμού, το άλλοτε μειοψηφικό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα έφτασε να πιάνει το κυβερνητικό τιμόνι της Ελλάδας, τον Ιανουάριο του 2015, σκορπώντας την ελπίδα και ταυτόχρονα την περίσκεψη.

Κυβέρνηση σημαίνει

άσκηση επιβολής

Βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ΚΚΕ εσωτερικού. Η μεθοδολογία του, η διαδρομή των προσώπων του πυρήνα του, τα προγραμματικά του όμως κείμενα και σχεδιασμοί δεν ανήκαν στο τόξο της Σοσιαλδημοκρατίας ή κάποιου νέου υβριδικού χώρου τύπου Κινήματος Πέντε Αστέρων – Μπέπε Γκρίλο. Ετσι, εξαρχής, η ανάλυση διαφόρων οργανικών διανοουμένων της εκτός ΣΥΡΙΖΑ περιοχής, πως δεν ανήκει στην Αριστερά, έπασχε σε βασικά πεδία. Η προκαταβολική απόρριψη της κυβερνητικής απογείωσης και της πρώτης ρητορείας (μέχρι τον Φεβρουάριο του 2015) έμοιαζε με διατύπωση τεχνικής επιβίωσης από μέρους των βετεράνων αριστερών φυλάρχων.

Οχι λίγοι εξ αυτών είχαν προβλέψει την έκβαση και τον τρόπο που ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξάπλωνε στην προκρούστεια κλίνη τού ευρωρεαλισμού. Και ενδόμυχα λάμβαναν μέτρα για τη διάσωση και την περιφρούρηση του περίφημου ηθικού πλεονεκτήματος. Μιας διαδικασίας που είχε δομηθεί δίκαια κάτω από το μαρτυρολόγιο και τις διώξεις του χώρου κυρίως στη μετεμφυλιακή εποχή. Οι παλιοί ήξεραν καλά: η κυβερνητική εμπλοκή «λερώνει» και τα πιο καλά παιδιά. Οχι γιατί και η Αριστερά θα μπορούσε δυνητικά να είναι υποψήφια ή επιρρεπής στα κελεύσματα και στους πειρασμούς τής μικρο- ή μεγαλο-εξουσίας. Αλλά πάνω απ’ όλα γιατί κυβέρνηση σημαίνει άσκηση επιβολής. Και κάτι βαθύτερο: εξουσία που δεν κλονίζει τον πυρήνα του καπιταλισμού είναι εξουσία των επικυρίαρχων και όχι των υποτελών τάξεων. Αυτό, ως θέση, επιβεβαιώθηκε ή οξύνθηκε για την Αριστερά μετά τη συνθηκολόγηση του καλοκαιριού του 2015. Το τρίτο Μνημόνιο και τα συμφωνημένα μέτρα ταξινομούσαν πια τον ΣΥΡΙΖΑ στην όχθη της διαχείρισης. Αυτό εκφράστηκε και με την απόσχιση της Αριστερής Πλατφόρμας του. Και με τον νέο μετασχηματισμό του στο δεύτερο πια συνέδριο, όπου και παγιώθηκε η αποριζοσπαστικοποίησή του, σύμφωνα με μια άποψη.

Ανάγκη αποσυριζοποίησης της Αριστεράς

Κι όμως. Οι δυνάμεις του παλαιού κόσμου έβλεπαν ακόμη τον ΣΥΡΙΖΑ ως μοχλό μιας ύπουλης σοβιετικής παλινόρθωσης. Η προπαγάνδα και οι ιστορικές τους παρομοιώσεις επιβοηθούσαν το αριστερό αφήγημα εντός του κυβερνώντος κόμματος. Η τάση των 53, που είχε αποφασίσει να το παλέψει από τα μέσα, έβρισκε ένα νέο επιχείρημα. Εδώ, προσθέστε πως και ο κυνισμός του Σόιμπλε και των δανειστών έφτιαχνε ξέφωτο «αντίστασης» για τους αριστερούς του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ίδιοι οριοθετούσαν την παραμονή τους στο κόμμα –εν μέσω μέχρι και αριστερών χημικών σε διαδηλώσεις –με την έξοδο της χώρας στις αγορές, την ελάφρυνση του χρέους, την αποτίναξη της επιτροπείας. Πρόσωπο καθοριστικό: ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ως Ιανός μιας πρωτόγνωρης στιγμής. Το πρόσφατο βοήθημα σε συνταξιούχους και η στάση της ΝΔ έδωσαν κουράγιο στη μελαγχολία των συριζαίων που χτυπιούνται ακατάπαυστα από πρώην συντρόφους και από τις υποτελείς τάξεις που θα ήθελαν να εκπροσωπήσουν. Το «ψυχή βαθιά» ακούστηκε πιο δυνατά αυτές τις μέρες της μίνι εμπλοκής με τους δανειστές, συσπειρώνοντας τα άγρια παιδιά της ανανέωσης και του ευρωκομμουνισμού γύρω από τον Τσίπρα. Το 2017 θα είναι έτος καθοριστικό έτσι κι αλλιώς. Κι όμως, την ίδια ώρα ένα τμήμα της Αριστεράς δεν προσμετρά τον ΣΥΡΙΖΑ στην όχθη της. Μειοψηφικό μα υπαρκτό ρεύμα, επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους από τον Ιούλιο του 2015 και μετά την επείγουσα ανάγκη αποσυριζοποίησης της Αριστεράς. Στη δική του ανάλυση προτείνει να καταμετράται ο ΣΥΡΙΖΑ στις μεταλλάξεις ενός μοντέρνου αστισμού και να αντιμετωπίζεται όπως ο δικομματισμός των 90s και 00s. Εγχείρημα όχι εύκολο αφού το επιχείρημα αυτό διατυπώνεται με συνέπεια από το ΚΚΕ και πολύ πριν από τη συριζαϊκή μνημονιακή συνθηκολόγηση. Αν όμως το τρίτο Μνημόνιο και η υποταγή στους δανειστές εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ (όπως συμπυκνώθηκε και στην επιστολή Τσακαλώτου σε ΕSM) διευκολύνουν την πολεμική εναντίον του, γιατί δεν έχουμε συσπείρωση από τα αριστερά του, μαζικό κίνημα ή νέες τομές; Η «ανάθεση» στο κόμμα της Κουμουνδούρου δεν ήταν αιφνίδια, αλλά προήλθε και από μια διπλή κρίση: την κρίση του αστισμού. Και την κρίση του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Εδώ ας αναζητήσουν πολλοί το σημερινό μούδιασμα. Συνοψίζοντας: η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ θα το παλέψει μέχρι τους επινοημένους ανεμόμυλους των ρηγμάτων εντός Μνημονίου. Η Αριστερά εκτός ΣΥΡΙΖΑ θα μπει σε μια παρατεταμένη κρίση όπου θα μετεωρίζεται μεταξύ ενός νέου κοινωνικού ριζοσπαστισμού (ίσως και βοηθητικού της κυβερνώσας παράταξης) και νέων πολιτικών εγχειρημάτων που όμως θα σκοντάφτουν στην ύπαρξη του σημερινού και πολύπειρου ΚΚΕ. «Ψυχή βαθιά» και για το νέο έτος.