Σε κόντρα με το κόμμα του έρχεται άλλη μία φορά ο Ντόναλντ Τραμπ όσον αφορά τη Ρωσία και τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Παρότι τα περισσότερα στελέχη των Ρεπουμπλικανών χαιρέτισαν την απόφαση Ομπάμα για κυρώσεις εις βάρος της Μόσχας, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος εξέφρασε και πάλι τις αμφιβολίες του για τις κατηγορίες των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών σχετικά με ενδεχόμενη ανάμειξη της Ρωσίας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου. «Θέλω μόνο να είναι σίγουροι γι’ αυτό επειδή πρόκειται για μάλλον σοβαρή κατηγορία» δήλωσε σε δημοσιογράφους. Yπενθύμισε ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν κάνει λάθος όταν είχαν υποστηρίξει ότι το Ιράκ είχε στην κατοχή του όπλα μαζικής καταστροφής –το πρόσχημα που είχε οδηγήσει στην αμερικανική επέμβαση το 2003 –και χαρακτήρισε την επέμβαση εκείνη «καταστροφή επειδή έκαναν λάθος». Ο Τραμπ δήλωσε πως είναι «άδικο» οι ΗΠΑ να κατηγορούν τη Ρωσία για ηλεκτρονική πειρατεία, εφόσον έχουν την οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με αυτό το θέμα.

ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΑΠΟΨΕΩΝ. Ολα αυτά κάνουν τους αναλυτές να αναρωτιούνται: μπορούμε να δούμε στο μέλλον μια σύμπραξη Τραμπ και Πούτιν; Μπορεί οι πρόεδροι Τραμπ και Πούτιν, βάσει του αμοιβαίου θαυμασμού τους και παρά τις ιδεολογικές διαφορές τους, να συνάψουν συμφωνία μη επίθεσης με την οποία οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα δεσμευθούν «να απέχουν από κάθε μορφή βίας, επιθετικής δράσης και επίθεσης η μία προς την άλλη, είτε ατομικά είτε μαζί με άλλες δυνάμεις;».

Η «Ουάσιγκτον Ποστ», που διατυπώνει το ερώτημα, υπενθυμίζει ότι ήδη ο Τραμπ έχει εκφράσει την επιθυμία του: «Θέλω να τα πάω καλά με τη Ρωσία». Θέλει επίσης να συνεργαστεί με το Κρεμλίνο σε ένα ευρύ μέτωπο, από κοινές επιχειρήσεις εναντίον της τρομοκρατίας, ιδιαίτερα με στόχο το Ισλαμικό Κράτος, έως τη διακοπή του περιορισμού των πυρηνικών όπλων και της προσπάθειας να βελτιωθούν οι σχέσεις με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα.

Ο Πούτιν έχει ως προτεραιότητά του τον περιορισμό του ΝΑΤΟ, θέλοντας περισσότερο απ’ όλα να ελέγξει την επέκτασή του προς τα δυτικά σύνορα της Ρωσίας. Η αντιπάθεια που έχει εκδηλώσει ο Τραμπ προς τη Βορειοατλαντική Συμμαχία συμβαδίζει με αυτό. Μια προσέγγιση ΗΠΑ – Ρωσίας μπορεί να είναι υπέρ των προσωπικών και πολιτικών συμφερόντων και των δύο ηγετών.

ΡΙΜΠΕΝΤΡΟΠ – ΜΟΛΟΤΟΦ. Μια συνθήκη μεταξύ Πούτιν και Τραμπ δεν θα είναι άνευ προηγουμένου, παρότι το προηγούμενο δεν είχε επιτυχία. Ηταν 1939 και ο πόλεμος βρισκόταν στον ορίζοντα. Η Γερμανία και η Σοβιετική Ενωση, θανάσιμοι εχθροί, κατέληξαν σε συμφωνία την οποία υπέγραψαν οι υπουργοί Εξωτερικών Ρίμπεντροπ και Μόλοτοφ και με αυτή δεσμεύονταν για τα επόμενα 10 χρόνια να απέχουν από κάθε μορφή βίας και επίθεσης. Υπήρχε και δεύτερη συμφωνία: Γερμανοί και Σοβιετικοί συμφώνησαν να μοιράσουν την Πολωνία και να δώσουν στην ΕΣΣΔ το ελεύθερο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στις χώρες της Βαλτικής, παραχωρώντας στη Γερμανία τη Λιθουανία. Τελικά, ο πόλεμος δεν απεφεύχθη.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΝΗΣΥΧΙΑ. Αραγε η προσέγγιση Τραμπ – Πούτιν, η αμοιβαία επιθυμία των δύο ανδρών για εξουσία, σφαίρες επιρροής και κυρίαρχη θέση στα διεθνή τεκταινόμενα θα οδηγήσουν σε αντίστοιχη συμφωνία; Αμερικανοί αναλυτές ανησυχούν. Αν ο Πούτιν μπόρεσε να αντιδράσει ψύχραιμα και ουσιαστικά να ακυρώσει την απόφαση Ομπάμα επειδή δεν προχώρησε σε αντίποινα, γράφει το «Νιου Γιόρκερ», τότε είναι μόνο θέμα χρόνου ο Τραμπ να μπει στη γωνία λόγω έλλειψης εμπειρίας. Ο Πούτιν υπολογίζει σωστά ότι όλα για εκείνον θα είναι πιο εύκολα στη διεθνή σκακιέρα μετά τις 20 Ιανουαρίου με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο.