Εδαφος έναντι (χρονικής και ποιοτικής) επέκτασης της τουρκικής εγγυοδοσίας, όσον αφορά το υπό προαγωγή ομόσπονδο (ελληνοτουρκοκυπριακής κοπής και δομής) κράτος, διεμήνυσε προς τα Ηνωμένα Εθνη ότι είναι διατεθειμένη να συζητήσει τώρα η Αγκυρα. Κάτι που αν επισυμβεί, θα προσδώσει στην επικείμενη Διάσκεψη της Γενεύης άλλη διάσταση, την οποία φοβούνται και δεν επιθυμούν Αθήνα και Λευκωσία. Καθώς θεωρούν ότι αυτό θα συνεμπλέξει εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού με τα κρίσιμα ζητήματα της ασφάλειας. Με κίνδυνο να ενεργοποιηθούν παρεμβάσεις τρίτων και να ασκηθούν πιέσεις για επιπλέον υποχωρήσεις, πέραν των ορίων ασφαλείας που έχουν προσδιορισθεί.
Λευκωσία και Αθήνα συνεκτιμούν ότι πρόκειται για «μεθοδευμένο ελιγμό της τελευταίας στιγμής», που σκοπεί συν άλλοις να διεμβολίσει τη διαπραγματευτική δυνατότητα της ελληνικής πλευράς. Προκαταλαμβάνοντας τις διαθέσεις και ενισχύοντας προθέσεις για «μέση τομή» στα κομβικά ζητήματα που εκκρεμούν. Δημιουργώντας δηλαδή συνθήκες για αποδοχή συμβιβαστικού πλαισίου συνέχισης της τουρκικής εγγυοδοσίας, έστω και όσον αφορά μόνο το ένα σκέλος (το τουρκοκυπριακό) της Κυπριακής Ομοσπονδίας. Κυρίως δε την παρατεταμένη παραμονή μεγάλου στρατιωτικού αποσπάσματος. Αυτά θα αποσαφηνισθούν επαρκέστερα κατά τις νέες συναντήσεις των δύο πλευρών στη Λευκωσία, ενώ στο τρίγωνο των εμπλεκόμενων μερών καταφθάνουν εσπευσμένα, αφενός, απεσταλμένοι Βρετανίας και ΗΠΑ και, αφετέρου, εκπρόσωπος του νέου γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Τον οποίο θα συναντήσει την Παρασκευή στη Νέα Υόρκη ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Κοτζιάς. Στην Αθήνα καταφθάνει στο τέλος της εβδομάδας βρετανός υφυπουργός Εξωτερικών, πριν πάει στην Αγκυρα και στη Λευκωσία.
Υπό το φως αυτών των παραμέτρων, γίνεται αντιληπτό ότι «το παιχνίδι χοντραίνει» και ευρύνεται, καθώς έχει ενεργοποιηθεί αντίστροφη μέτρηση και προσεγγίζει προοπτική επιλόγου για το πρόβλημα. Με προαγωγή κρισιμότερων πλέον διεργασιών, που κυοφορούν ραγδαίες εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα. Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, στην Αθήνα θα υπάρξουν τις επόμενες ημέρες διαβουλεύσεις επί επιπέδου κομματικών ηγεσιών. Με τον Πρωθυπουργό να καλεί στο Μαξίμου τους πολιτικούς αρχηγούς προκειμένου, αφενός, να τους ενημερώσει για τα τεκταινόμενα και τα επερχόμενα, αφετέρου, να ζητήσει συναινετική γραμμή «ως προς το δέον», ενόψει Γενεύης. Οπου παρεμπιπτόντως και πριν από τις 12 του μηνός προβλέπεται ότι θα πραγματοποιηθεί το πιθανότερο, και το –υπό σκόπιμη εκκρεμότητα –τετ α τετ του Πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο.
ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ. Παρότι η Αθήνα κινείται συντεταγμένα με τη Λευκωσία, εντούτοις δεν αποκρύπτονται σοβαρές ανησυχίες για ενδεχόμενο (και σοβαρότερο) τουρκικό αιφνιδιασμό. Κάτι που επιτείνεται από τη μέχρι στιγμής αποφυγή της Αγκυρας να ανταποκριθεί σε υποδείξεις για επί επιπέδου ηγετών επαφή αναγνώρισης του εδάφους και προσπάθεια προσυνεννόησης στο κομβικό ζήτημα των Εγγυήσεων. Στο οποίο οι θέσεις των δύο χωρών είναι διαμετρικώς αντίθετες.
Λευκωσία και Αθήνα έχουν αποδυθεί από χθες σε κύκλο εντατικών επαφών με ηγεσίες ενδιαφερόμενων χωρών –ευρωπαϊκών καθώς και μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας –προκειμένου να διασφαλίσουν θετική στάση και αρωγή. Και όχι μόνο, αλλά και να επιτύχουν στήριξη στην ανάγκη παρουσίας της ίδιας της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία προαποκλείει ο Ερντογάν. Και οι μέχρι τώρα θέσεις (και διαπιστούμενες διαθέσεις) των τρίτων παλινδρομούν μεταξύ τού «ναι μεν» και του «αλλά». Ακόμη και αυτές των Ηνωμένων Εθνών. Που θέλουν να αποσοβήσουν ναυάγιο πριν καν η Διάσκεψη πραγματοποιηθεί. Αποφεύγοντας τον όρο «πενταμερής», όπως την προσδιορίζει η τουρκική πλευρά. Θεωρώντας όμως ότι, στην πρώτη τουλάχιστον φάση, έτσι θα διαμορφωθεί. Με συμμετοχή δηλαδή Ελλάδας, Τουρκίας, Βρετανίας και των δύο κοινοτήτων.
«Τρίτη ζώνη» οι αγγλικές βάσεις
Η Βρετανία δεν ενδιαφέρεται να διατηρήσει τον ρόλο της εγγυήτριας δύναμης, ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο και για τις στρατιωτικές βάσεις που έχει στη Μεγαλόνησο. Το Λονδίνο διεμήνυσε ότι εάν δεν του ζητηθεί από τους άλλους συνεγγυητές (και βεβαίως τη Λευκωσία) δεν θα επιμείνει σε συνέχιση του εγγυητικού του ρόλου. Θεωρεί όμως απαραίτητη την επιβεβαίωση της εγκυρότητας και άρα συνέχιση της Συνθήκης Εγκαθιδρύσεως του κυπριακού κράτους που υπεγράφη το 1960. Και η οποία, πέραν των άλλων, κατοχυρώνει την ύπαρξη «Κυρίαρχων Βρετανικών Εδαφών», στα οποία κι εδρεύουν οι μεγάλης στρατηγικής σημασίας (κι ευρείας εμβελείας) αγγλικές βάσεις. Οι οποίες θ’ αποτελέσουν σιωπηρά «τρίτη και ανεξάρτητη εδαφική ζώνη» στην υπό προαγωγή «Διζωνική Κυπριακή Ομοσπονδία». Συνθήκη που θα προσαρμοσθεί στη νέα κατάσταση πραγμάτων ως οιονεί θεμέλιος λίθος.