Στα ύψη βρίσκεται η ισοτιμία του δολαρίου έναντι του ευρώ και άλλων ισχυρών νομισμάτων σηματοδοτώντας τη μεγάλη μεταβολή που συντελείται στην παγκόσμια οικονομία η οποία επηρεάζει τις εμπορικές σχέσεις των χωρών. Τα οφέλη αλλά και οι απώλειες είναι πολλές. Οι Ευρωπαίοι βλέπουν τα εξαγώγιμα προϊόντα τους να γίνονται πιο φθηνά λόγω της υποχώρησης του ενιαίου νομίσματος. Βλέπουν επίσης να ακριβαίνουν τα εισαγόμενα από χώρες εκτός ΕΕ.
Το αντίθετο συμβαίνει στις ΗΠΑ ενώ μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες από την Κίνα έως την Τουρκία ανησυχούν ότι η άνοδος του δολαρίου θα κάνει πιο δύσκολη την εξυπηρέτηση των τεράστιων δανείων τους και των κρατικών ομολόγων που έχουν εκδώσει σε αμερικανικό νόμισμα.
Βασική αιτία για το πρόσφατο ράλι του αμερικανικού νομίσματος στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 ετών έναντι «καλαθιού» 14 ισχυρών νομισμάτων είναι η αισιοδοξία των αγορών ότι η αμερικανική οικονομία θα ακολουθήσει ακόμη καλύτερη πορεία στη συνέχεια.
Επίσης ποντάρουν στην πρόβλεψη ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα συνεχίσει την πολιτική αύξησης των επιτοκίων τη στιγμή που οι περισσότερες μεγάλες κεντρικές τράπεζες όπως είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξακολουθούν να ακολουθούν χαλαρή νομισματική πολιτική.
Υψηλότερα επιτόκια του δολαρίου σημαίνουν υψηλότερες αποδόσεις σε στοιχεία ενεργητικού που αποτιμώνται σε δολάρια, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να προσελκύουν συνεχώς κεφάλαια από το εξωτερικό. Είναι ενδεικτικό ότι η ισοτιμία του ευρώ έφτασε πριν από λίγες μέρες τα 1,0340 δολάρια με πολλούς αναλυτές να προβλέπουν ότι σύντομα θα εξισωθεί.
Καθοριστικός παράγοντας για τις εξελίξεις και την πορεία του δολαρίου, του ευρώ και των άλλων ισχυρών νομισμάτων θα είναι η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ και οι πολιτικές που θα εφαρμόσει. Εχει υποσχεθεί μεταξύ άλλων ότι θα λάβει δημοσιονομικά μέτρα τόνωσης της οικονομίας αλλάζοντας σε σημαντικό βαθμό την πολιτική που ακολουθούνταν μέχρι σήμερα. Υπάρχουν πάντως ανησυχίες ότι οι προτάσεις του Τραμπ για αύξηση των δαπανών σε υποδομές και μείωση της φορολογίας μπορεί να μην έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα όπως σχολιάζει μεταξύ άλλων η «Wall Street Journal».