Γεννήθηκαν μετά το 1995, εξοικειώθηκαν με το πληκτρολόγιο του υπολογιστή πριν ακόμη μάθουν να γράφουν το όνομά τους και σήμερα μπορούν να διαχειριστούν ψηφιακά το επιχειρηματικό τους μέλλον. «Συχνά αναφέρονται σε εμάς ως η Γενιά Ζόμπι, που αν και είναι επιθετικό μάλλον είναι και εύστοχο» θα γράψει μία από τις επιτυχημένες παρουσίες του κόσμου του Instagram, η Ελίζαμπεθ Τζέιν Μπίσοπ.

Πριν από μία πενταετία, στα 15 της, δεν σκέφτηκε να επινοήσει κάποιον ελκυστικά σκανδαλιστικό τίτλο για τον λογαριασμό της στο Tumblr, αφού το μόνο που έκανε ήταν να δείχνει την κοιλιά της, ενώ η ίδια ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Μόνο που ύστερα από έξι μήνες το περιεχόμενο των εικόνων τής έφερε δεκάδες χιλιάδες ακολούθους και η νεαρή κάτοικος της αγγλικής εξοχής έγινε επιδραστική φυσιογνωμία για τη γενιά της, αποκτώντας αμοιβές από εταιρείες που της έδιναν τα προϊόντα τους για μια selfie της μαζί τους. «Η Γενιά Ζ είναι αληθινοί άνθρωποι που μοιράζονται αληθινά πράγματα. Είμαστε συνεργάτες και όχι φερέφωνα. Για εμάς είναι εύκολο να εντοπίσουμε αν μια εικόνα είναι επεξεργασμένη ή φιλτραρισμένη. Μπορεί να είμαστε νέοι, αλλά δεν είμαστε ηλίθιοι» υποστηρίζει.

Η ίδια γενιά λοιπόν που απασχόλησε τους κοινωνιολόγους και τους διαφημιστές με τις ικανότητές της να επικοινωνεί περισσότερο με βίντεο και εικόνες παρά με λέξεις δανείζει στη μόδα τους κώδικες του στυλ της.

Η Γενιά Ζ στο ντύσιμό της επιδεικνύει ύφος ρακοσυλλέκτη και στη συμπεριφορά της εκδηλώνει την άνεση αυτοδημιούργητου επιχειρηματία που επικοινωνεί με τον κόσμο μέσα από τις συχνές αναρτήσεις του στα διαφορετικά κανάλια και πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

ΕΠΙΡΡΟΕΣ. Το στυλ της Γενιάς Ζ είναι ένα νέο μείγμα επιρροών του παρελθόντος και επεξεργασίας των υλικών του παρόντος. Ο πληθωρισμός της υφής, η συσσώρευση των υφάνσεων χαρακτηρίζουν τα σύνολα που προκύπτουν από το δικό τους στάιλινγκ. Τα προβάλλουν με τις selfies τους, αγόρια και κορίτσια, με φόντο μια γωνιά του εφηβικού ακατάστατου δωματίου, βγάζοντας τη γλώσσα τους και μορφάζοντας κάπου εκεί έξω στην πολύβουη πόλη, δείχνοντας τα βαμμένα νύχια των ποδιών τους μέσα από χρωματιστά δικτυωτά καλσόν (αγόρια και κορίτσια), πατώντας πάνω σε ένα χειροποίητο παλιό χαλί, το φθαρμένο μωσαϊκό ενός αστικού διαμερίσματος ή τη βελούδινη πολυθρόνα ενός εσωτερικού χώρου που υπονοεί γονεϊκό περιβάλλον. Οι ακάματοι διαμορφωτές του νέου στυλ διερευνούν τις δυνατότητες της γραφιστικής τυπολογίας μέσα από τα προγράμματα των υπολογιστών τους και τις εφαρμογές των έξυπνων κινητών τους εντοπίζοντας εικόνες από ένα καλτ θρίλερ, ιαπωνικό κατά προτίμηση, όπως το «Hausu» του 1977 ή ο σουρεαλιστικός «Ανδαλουσιανός σκύλος» των Λουί Μπουνιουέλ και Σαλβαδόρ Νταλί, και προσθέτοντάς τες σε κολεγιακές μπλούζες, παρκά, στην πλάτη ενός πουκαμίσου. Καθώς έλκονται από το παράξενο και το μεταφυσικό αλλά και επειδή η τηλεόραση αλλοίωσε τον συναισθηματικό τους ψυχισμό με τα παιδικά μάνγκα που η βία τους ήταν καλυμμένη με κοριτσίστικα στρογγυλά γιακαδάκια και ροζ παπούτσια με φιόγκους, εύκολα μετατρέπουν την αθωότητα της νιότης σε θυμωμένα πρόσωπα που υποστηρίζουν επίκαιρα ζητήματα έμφυλης αισθητικής. Για αυτά τα πρόσωπα, ευχαριστημένα μόνο όταν πλήττουν, η Chanel μετασχημάτισε τη σύσταση του θρυλικού της αρώματος Νο5 και το μετέτρεψε σε νερό, L’Eau. Ενώ οι σχεδιαστές κρατάνε το συστατικό της συμμετοχικής τους έμπνευσης, την οποία επιδεικνύουν μέσω του εικονικού μοιράσματος εμπειριών και ιδεών, και αφιερώνουν τον ερχομό της άνοιξης με τις συλλογές τους στο νέο κύμα της νιότης.