Θα ήθελε κανείς να του αρέσει και μάλιστα πολύ το βιβλίο του Ανδρέα Καραγιάν «Ακρατος γέλωτας», γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην αισθάνεται ένα είδος έντονου σεβασμού απέναντι σε καθετί που έχει βαθιά εξομολογητικό και, ως εκ τούτου, προκλητικό χαρακτήρα. Είναι όμως προκλητικό το βιβλίο του Καραγιάν, έστω κι αν η εξομολογητικότητά του και μάλιστα η άκρατη (για να δανειστούμε τη μία από τις δύο λέξεις του τίτλου) δεν αμφισβητείται ούτε στιγμή; Και πώς να αμφισβητηθεί όταν στη δεύτερη κιόλας σελίδα του αφηγήματος που σοφά δεν χαρακτηρίζεται ούτε ως μυθιστόρημα, ούτε ως αυτοβιογραφία, ούτε ως ημερολόγιο ούτε ως ψυχογράφημα (αν και ερωτοτροπεί με όλα τα είδη), διαβάζουμε: «Τα βράδια, λοιπόν, είχα την άνεση, χωρίς να γίνομαι αντιληπτός, έτσι τουλάχιστον ήθελα να πιστεύω, να προσκαλώ στο σπίτι φίλους και εραστές». Εξομολογητικότητα που ακούγεται σχεδόν παιδαριώδης, αντίστοιχη με κείνη ενός τρόφιμου κατηχητικού, όταν τέσσερις σελίδες παρακάτω διαβάζουμε: «Είχε λαμπερά μάτια (σημ. ο Ν.), φωτεινό χαμόγελο, απαλό κορμί με προκλητικούς γλουτούς. Επόμενο λοιπόν ήταν να οδηγηθώ στον δρόμο της εισδοχής. Η επαφή των δύο ημισφαιρίων, κανένα ίχνος τρίχας δεν σκίαζε τη φωτεινότητα και απαλότητά τους, η οποία περιέκλειε το πέος μου σε μια θεσπέσια ηδονή, ήταν πρωτόγνωρη και καθηλωτική εμπειρία ώστε και μόνο η παρουσία του Ν. μου προκαλούσε μια έντονη στύση».
Αν και οι 184 σελίδες του «Ακρατου γέλωτα» κινούνταν σε ένα αντίστοιχο κλίμα, σίγουρα το βιβλίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξόχως τολμηρό και με δεδομένη την καλλιέπεια που χαρακτηρίζει την περιγραφή, κάθε άλλο παρά πορνογράφημα. Τώρα όμως δυο – τρία στοιχεία που θα μπορούσε να περάσουν απαρατήρητα, το μεταβάλλουν σε βιβλίο βαθιά συντηρητικό. Επικίνδυνα μάλιστα συντηρητικό καθώς διατηρεί όλη την επίφαση μιας έκφρασης πλήρως χειραφετημένης, σχεδόν ελευθεριάζουσας. Συγχέει όμως σε τέτοιο βαθμό τα πράγματα ώστε θα μπορούσε να πιστέψει κανείς πως αν έγραψε ο Καβάφης ή οποιοσδήποτε ομοφυλόφιλος ποιητής ή πεζογράφος, είναι γιατί ταύτιζε την ερωτική απελευθέρωση με την ανεμπόδιστη συγκρότηση των «gay mouvements liberation» και των «gay parades». Διαφορετικά όσο σπουδαίος κι αν υπήρξε ως πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ο Γιώργος Βασιλείου, δεν θα συνδύαζε ο Καραγιάν τον ευρωπαϊκό άνεμο που έπνευσε στην Κύπρο, σε σχέση με την ευχέρεια μιας ανοιχτής συζήτησης για την ομοφυλοφιλία, επί προεδρίας του, με τον «καθαγιασμό» της όπως τον εγγυάται η ανυπέρβλητη πεζογραφική δεινότητα του Μαρσέλ Προυστ. Η ομοφυλοφιλία θα νομιμοποιούνταν ενδεχομένως ως στοιχείο λογοτεχνικής επάρκειας αν, εξίσου με την απροσχημάτιστη έκφρασή της, δεν είχε δημιουργήσει συγγραφικά αριστουργήματα η ερωτική καταπίεση όλων των ανθρώπων –άρα και των ομοφυλοφίλων.
Από την δίοδο λύτρωσης στην προϋπόθεση σκανδάλου
Μην μπερδεύουμε τις κοινωνικές παραμέτρους σε σχέση με την ανεμπόδιστη έκφραση της ομοφυλοφιλίας, που καθιστούν επιτακτική τη συνεχή παρουσία απελευθερωτικών κινήσεων, με την ακατέργαστη έκθεσή της σε ένα βιβλίο, κυρίως αφηγηματικό, ώστε να θεωρούμε ότι το βιβλίο γίνεται σημαντικό λόγω αυτής ακριβώς της έκθεσης. Οσο ανυποψίαστος κι αν είναι ένας καλλιτέχνης, θα όφειλε να σκεφτεί πως όταν έγραφε ο Μαρσέλ Προυστ, δεν το έκανε προκειμένου να εξιλεωθεί ή να έχει ένα σημείο αναφοράς οποιοσδήποτε διατηρεί –ακόμη και καλλιτέχνης –έναν τελείως διαφορετικό προσανατολισμό όσον αφορά τη ζωή. Η έκθεση δηλαδή στον Προυστ να υπάρχει ως δίοδος λύτρωσης, ενώ σε κείνον που τον χρησιμοποιεί –έστω και σε δεύτερο επίπεδο –ως προϋπόθεση σκανδάλου. Απόδειξη ότι θα ήταν άκρως γοητευτική η περιπλάνηση μέσα στον «Ακρατο γέλωτα», στους πεζογραφικούς και ποιητικούς λειμώνες, αν ο συνδυασμός του ονόματος του ήρωα στη «Δίκη» του Κάφκα, του Κ., με το οποίο μας γίνεται γνωστός ένας νεαρός εραστής, με τον Αττίκ και τους στίχους του «Οταν μια αγάπη που νομίζαμε αιωνία / φτάσει μοιραία στην παρακμή», δεν γινόταν προκειμένου να υποστηριχθεί ένα αίσθημα απολογητικό, πώς η αντιπάθεια με τον νεαρό κατέληξε έξι μήνες αργότερα σε μια σχέση που τους κράτησε με τον συγγραφέα του «Ακρατου γέλωτα» κλεισμένους μέσα στο σπίτι του δεύτερου να κάνουν συνεχώς έρωτα για δέκα μέρες. Η τέχνη μπορεί να αντιγράφει τη ζωή, αλλά η ζωή δεν μπορεί να φέρνει την τέχνη στα μέτρα της κατά πώς τη βολεύει.
Η κατοχύρωση μιας μικροαστικής συνθήκης
Οταν τελικά κοινοτοπίες του είδους «Μήπως τελικά πρόβαλα επάνω στο άλλο πρόσωπο τις προσωπικές μου ανάγκες;» υπογραμμίζονται ως απόσταγμα μιας νεοφανούς αγωνίας, ο Κρισναμούρτι, ο Ρασντί και ο Ηράκλειτος με την παρουσία τους σε σελίδες του βιβλίου φαίνεται να περισσεύουν, ενώ πρόσωπα που συμβαίνει να τα γνωρίζει ή να τα γνώριζε ένας μικρός κύκλος ανθρώπων, καθώς οι φίλοι Καίτη και Τάσος, λειτουργούν μια χαρά μέσα στην όλη σύνθεση. Αν τελικά ο «Ακρατος γέλωτας» είναι παρά την ωμότητα συχνά των περιγραφών ένα συντηρητικό βιβλίο, δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι μοιάζει να του αρκεί η ύπαρξη του ομόφυλου έρωτα για να μεταποιηθεί σε καθαρή λογοτεχνία. Είναι κυρίως γιατί αν και θέλει να κινείται στις κορυφογραμμές του πάθους, μοιάζει να αγνοεί ότι στον μεγάλο έρωτα –ομόφυλο ή ετερόφυλο –καθώς και στην υψηλή λογοτεχνική δημιουργία η προοπτική δεν είναι η αποκατάσταση αλλά η αναγνώριση της καταστροφής ως στοιχείου σύμφυτου με το μεγαλείο τους. Μια ανορθοδοξία που θέλει να διεκπεραιώνεται προστατευτικά με τις θωπείες της μητέρας, των συγγενών, των φίλων ή του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, όπως φαίνεται να την εννοεί ο Καραγιάν, δεν είναι παρά αγωνία για την κατοχύρωση μιας μικροαστικής συνθήκης. Συνθήκη ακριβώς που φαίνεται να διατρέχει όλο το βιβλίο αν ληφθεί υπόψη τόσο το τάμα που κάνει ο συγγραφέας στην Παναγιά της Τήνου να μη χωρίσει ποτέ από τον Ν. (τον νεαρό με τους προκλητικούς γλουτούς που τον οδήγησε «στον δρόμο της εισδοχής») όσο και από την παράθεση στις τελευταίες του σελίδες του σκεπτικού με το οποίο ένα άλλο βιβλίο του Καραγιάν, το «Σκοτεινές ιστορίες», βραβεύτηκε το 2013 με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος.
Με αποτέλεσμα η τουρκική εισβολή, ο Πενταδάχτυλος, τα οπίσθια του Ν., ο ανιψιός που ζωγραφίζει μαζί του, η αδικοχαμένη Νίκη Μαραγκού, ο πρόλογος της Αννίτας Παναρέτου, ο ζωγράφος Γιάννης Γαΐτης, τα επεξηγηματικά, βαρύγδουπα εισαγωγικά και επιλογικά σχόλια του ίδιου του συγγραφέα («όταν ο δαίμων με κατείχε παρατηρούσα το είδωλό μου στον καθρέφτη»), αντί για ψηφίδες μιας τοιχογραφίας, να μεταβάλλονται στην τροφή ενός «εγώ» που κάνει το ιδιωτικά πικρό, τόσο κοινό όμως ώστε το «Η κρίση που περνάω είναι αποτέλεσμα του ότι δεν αποδέχομαι τη φθορά των πραγμάτων» να θέλει να ακούγεται ως μια απαιτητή εξέχουσα πρωτοτυπία.
Ανδρέας Καραγιάν
Ακρατος
γέλωτας
Εκδ. Εστία
Σελ. 184
Τιμή: 15 ευρώ