Τα μπλοκάκια (όσοι εργάζονται κόβοντας απόδειξη παροχής υπηρεσιών) είναι η πονεμένη ιστορία του σήμερα. Συχνά, υποκαθιστώντας εξαρτημένη σχέση εργασίας και κάνοντας τη δουλειά μισθωτού, βαρύνονται με τεράστιες εισφορές και συχνά χωρίς τα δικαιώματα του υπαλλήλου αλλά τα βάρη του ελεύθερου επαγγελματία. Ακόμη και εργαζόμενοι σε δήμους παλιότερα κόβανε αποδείξεις και δεν είχαν μισθό, ενώ όλο και περισσότερες εταιρείες απασχολούν μπλοκάκηδες.
Στην περίπτωση της ΕΣΗΕΑ, για παράδειγμα, δεκάδες δημοσιογράφοι πλήρους απασχόλησης δεν γίνονται δεκτοί ως μέλη της επειδή απασχολούνται με αυτόν τον τρόπο της κατ’ αποκοπήν αμοιβής. Γενικότερα, στο θέμα των μπλοκάκηδων μοιάζει να συνοψίζεται όλο το επισφαλές παρόν των εργασιακών σχέσεων αλλά και η αδυναμία της Αριστεράς ή του εργατικού κινήματος να αγκαλιάσει τα δικαιώματα και τις αγωνίες αυτού του νέου κόσμου. Απ’ όσο γνωρίζω, για παράδειγμα, κανένα κόμμα δεν έχει σήμερα αυτοτελή οργάνωση ή παρέμβαση σε αυτόν τον χώρο. Ολοι κάνοντας μια λάθος ανάγνωση ταξινομούν τα μπλοκάκια στους ελεύθερους επαγγελματίες ή σε κάποια ευμαρή τάξη.
Δεν είναι όμως έτσι. Συμπιεσμένη κοινωνική ομάδα με ελάχιστη ασφάλεια, ανήκει σήμερα στους «αόρατους» της εργασίας. Ολοι κάνουν πως δεν τους βλέπουν. Οι πρόσφατες ρυθμίσεις του υπουργείου Εργασίας –παρά διάφορα θολά σημεία –είναι πάντως ευνοϊκές. Εστιάζω σε μία: για παράδειγμα, ενώ μέχρι τώρα ο έχων μπλοκ κατέβαλλε εισφορές ανάλογα με τα έτη ασφάλισης (στον ΟΑΕΕ πάντα) ανεξαρτήτως των εσόδων του, τώρα αυτό αλλάζει και πάει σε συνάρτηση με το τι λαμβάνει. Διαβάζοντας δε τα χθεσινά «ΝΕΑ», συμπληρώνω πως αν κάποιος έχει εισόδημα από μισθωτή εργασία και δεν έχει έσοδα από το μπλοκάκι που διατηρεί, δεν θα πληρώνει εισφορές. Παράλληλα αυτοί που απασχολούνται με μπλοκάκι δεν θα πληρώνουν εισφορές για τον ΟΑΕΔ, πράγμα σημαντικό.
Παρ’ όλα αυτά, κι εδώ υπάρχει η γκρίζα ζώνη της αναγκαστικής πληρωμής μέρους των εισφορών των μπλοκάκηδων εκ μέρους των εργοδοτών. Μια διαδικασία που ακόμη μοιάζει ανέφικτη αφού όποιον λογιστή κι αν ρωτήσετε δεν ξέρει τον τρόπο που θα κατορθώνεται (Θα κυνηγάει ο εργαζόμενος τον εργοδότη να πληρώσει;). Κοινώς, οι αλλαγές προϋποθέτουν κι ένα μεγάλο παράλληλο δίχτυ προστασίας και ελέγχου από τη μεριά του κράτους. Αλλιώς ενθαρρύνεται απλώς η μαύρη εργασία ή οι συμφωνίες εργαζομένων – εργοδοτών κάτω από το τραπέζι, και μάλιστα με εξατομικευμένη διαπραγμάτευση. Σήμερα, οι όροι της εργασίας μοιάζουν να ακροβατούν μεταξύ ενός νέου μεταμοντέρνου Μεσαίωνα και ενός πολυμερούς παλιότερου εργασιακού συμβολαίου, που όμως είχε δεδομένη τη συσσώρευση κερδών – κεφαλαίου, ευμαρών ταμείων, εργασιακού προστατευτισμού. Η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας διεξάγεται σήμερα με εντελώς νέους όρους.