«Μια πολυκατοικία άδεια κι ασυνάρτητη

επιστρατεύει το λυγμό μου κάθε βράδυ.

Βραδυπορεί με το στρατιώτη που ξεπάγιασε

τον άρρωστο πλασιέ που επιστρέφει σπίτι

Ανέραστη σαν τους μικρούς βοσκούς

τα ροζιασμένα όνειρα των ορεινών χωριών

με περιμένει»

Ενα ποίημα του Νίκου – Αλέξη Ασλάνογλου, του αδικημένου ποιητή από την Θεσσαλονίκη, που λίγοι θυμούνται σήμερα πότε πέθανε, πότε γεννήθηκε και ακόμα πιο λίγοι το ότι έζησε.

Ενα ποίημα ανατριχιαστικά επίκαιρο για όλους εμάς που διαβαίνουμε την άλλοτε ζωντανή είσοδο της «πολυκατοικίας» μας με τον μεθυσμένο – ξεχασμένο στρατιώτη να ξεπαγιάζει από την αναλγησία και τα λάθη των κατοίκων του ρετιρέ…

Γιατί έτσι συμβαίνει πάντα όταν το «ρετιρέ» καταρρεύσει: καταπλακώνει τους «από κάτω».

Τα ίδια και στο ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου: αυτοί που το θυμούνται στις δόξες του είναι πια στην παρακμή τους, εκείνοι που το υποστηρίζουν μοιάζουν με βραδινό λυγμό και τα «ροζιασμένα όνειρα των ορεινών χωριών» παγώνουν συνειδητοποιώντας την αδυναμία της εκπλήρωσής τους.

Οι ποδοσφαιριστές των πρώτων ορόφων της «πολυκατοικίας» βγήκαν ξανά στα παγωμένα τερέν, γνωρίζοντας από πριν πως μάταια αγωνιούν για το μέλλον της ομάδας τους, αφού αυτό είναι προδιαγεγραμμένο από τους «κατοικούντες το ρετιρέ»· αγωνίστηκαν υπερασπιζόμενοι το προσωπικό τους μέλλον φωνάζοντας ένα χλιαρό «παρών» και ξαναγύρισαν στα ζεστά τους αποδυτήρια αδημονώντας για τις επιδόσεις τους στο Στοίχημα.

Μικραίνουμε ολοένα. Κι αυτό το συναντάς παντού. Στο ποδόσφαιρο καθρεφτίζεται η κοινωνία. Εκλεισε η πρώτη αγωνιστική του πρώτου γύρου χθες, όταν ολόκληρος ο πρώτος γύρος έχει ήδη «ολοκληρωθεί», ή πιο σωστά θα έχει ολοκληρωθεί την επόμενη αγωνιστική, τη 2η του πρώτου γύρου!

Τρικυμία!

«Είμαστε από την ουσία των ονείρων πλασμένοι κι ύπνος τυλίγει τη μικρή ζωή μας», γράφει ο Σαίξπηρ στη δική του «Τρικυμία»· ο Πρόσπερος των πεζών ποδοσφαιρικών μας ποιημάτων με τα μαγικά του χάλασε τα όνειρα πολλών και έστειλε για ύπνο βαθύ ακόμη περισσότερους. Για τον Ολυμπιακό μιλάμε, τον Ολυμπιακό που κυριαρχεί και σπέρνει ανέμους, θερίζοντας όχι θύελλες, μα τίτλους, για την ώρα.

Μπήκε το 2017 για τα καλά δίχως να έχουμε καταλάβει πότε έφυγε το 2016. Κι ακόμα περιμένουμε τη Δικαιοσύνη να επιληφθεί της υπόθεσης με την «εγκληματική οργάνωση» κι ακόμα περιμένουμε να δούμε ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο. Μεταγραφές μετριοτήτων, εξαγγελίες από προέδρους – μετριότητες, αμετροεπείς παράγοντες με αποφθέγματα βγαλμένα από νου βυθισμένο σε άνοια. Κι όλοι σ’ ένα καράβι που ταξιδεύει, ταξιδεύει και ταξιδεύει σε μια θάλασσα βρώμικη και σάπια, πλάι σε ξέρες έτοιμες να ρημάξουν τα ύφαλα, δίχως προορισμό και πυξίδα. Και μιας κι αρχίσαμε με Ασλάνογλου, με Ασλάνογλου θα κλείσουμε: «Ενα τσιγάρο μόνο στο στόμα καπνίζοντας έναν κόσμο εγκατάλειψης».

Γιατί δεν μας έχει μείνει πια τίποτα εκτός από το να ελπίζουμε σε ένα λιμάνι και να ταξιδεύουμε.