Αν το 2016 ήταν η χρονιά του Brexit, το 2017 θα είναι η (πρώτη) χρονιά των επιπτώσεών του. Μισό χρόνο μετά το ιστορικό δημοψήφισμα του περασμένου Ιουνίου και λιγότερο από τρεις μήνες πριν από την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων για την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η κυβέρνηση της Τερίζα Μέι βρίσκεται αντιμέτωπη ίσως με τη μεγαλύτερη πρόκληση που έχει κληθεί να διαχειριστεί βρετανός πρωθυπουργός από τη μεταπολεμική περίοδο: θα οδηγήσει τη χώρα σε οικονομική άνθηση (όπως υποστηρίζουν οι Brexiteers) ή σε βαθιά ύφεση (όπως εκτιμούν οι Remainers);
Το νέο έτος δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για την Ντάουνινγκ Στριτ: η αιφνιδιαστική παραίτηση του μόνιμου αντιπροσώπου της Βρετανίας στην ΕΕ σερ Αϊβαν Ρότζερς –ο οποίος άφησε σαφείς αιχμές εναντίον της Μέι και αμφισβήτησε τη στρατηγική της για το Brexit –αποτέλεσε το πρώτο βαρύ πλήγμα για την κυβέρνηση προτού ακόμη αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Εντός των προσεχών εβδομάδων η βρετανίδα πρωθυπουργός θα δημοσιοποιήσει τις κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής της για το Brexit (η αντιπολίτευση και οι εσωκομματικοί επικριτές της την κατηγορούν ότι δεν έχει κανένα σχέδιο), ενώ τις επόμενες ημέρες το Ανώτατο Δικαστήριο της Βρετανίας θα εκδώσει την απόφασή του για το αν η κυβέρνηση ή η Βουλή είναι αρμόδια για την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, με την οποία αρχίζουν οι διετείς διαπραγματεύσεις για την έξοδο.
Θα μπορούσαν οι εξελίξεις αυτές να τορπιλίσουν τις συνομιλίες με τις Βρυξέλλες, καθυστερώντας την έναρξή τους; Η κυβέρνηση απαντά αρνητικά. «Μπορώ να σας επιβεβαιώσω ότι θα ενεργοποιήσουμε το άρθρο 50 έως το τέλος του Μαρτίου, όπως έχει δηλώσει η πρωθυπουργός» είπε στα «ΝΕΑ» ανώτατος αξιωματούχος της Ντάουνινγκ Στριτ. Η ίδια κυβερνητική πηγή απέρριψε τις αιτιάσεις περί ανυπαρξίας στρατηγικής για το Brexit. «Σχέδιο υπάρχει και θα δοθεί στη δημοσιότητα προτού αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες».
O οδικός χάρτης προς την έξοδο
Ποια είναι, λοιπόν, τα επόμενα βήματα που θα γίνουν τη νέα χρονιά στον δρόμο προς το Brexit;
Ιανουάριος. Δημοσιεύεται η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το αν απαιτείται κοινοβουλευτική έγκριση προκειμένου η κυβέρνηση να ενεργοποιήσει το άρθρο 50, όπως είχε αποφανθεί το Ανώτερο Δικαστήριο τον περασμένο Νοέμβριο. Αν οι 11 ανώτατοι δικαστές επικυρώσουν την απόφαση αυτή (είναι το πιο πιθανό ενδεχόμενο), η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να καταθέσει και στα δύο Σώματα του βρετανικού Κοινοβουλίου ένα νομοσχέδιο το οποίο, εφόσον ψηφιστεί, θα ανάψει το πράσινο φως για το Brexit. Το νομοσχέδιο αναμένεται να περάσει εύκολα, καθώς η πλειοψηφία των μελών της Βουλής των Κοινοτήτων έχει ξεκαθαρίσει ότι θα σεβαστεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, ενώ θεωρείται απίθανο να παρεμβάλει προσκόμματα η Βουλή των Λόρδων (είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι μη εκλεγμένοι λόρδοι θα ανατρέψουν την ετυμηγορία του βρετανικού λαού). Παράλληλα, οι πιθανότητες να καθυστερήσει η ενεργοποίηση του άρθρου 50 λόγω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας είναι μικρές. Η κυβέρνηση αναμένεται να παρουσιάσει ένα εξαιρετικά λακωνικό σχέδιο νόμου, κάτι που θα απομακρύνει το ενδεχόμενο οι βουλευτές να ζητήσουν τροποποιήσεις.
Μάρτιος. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως προθεσμία για την ενεργοποίηση του άρθρου 50 την 31η Μαρτίου. Ωστόσο, η Μέι ίσως να μην περιμένει μέχρι την τελευταία ημέρα για να στείλει στις Βρυξέλλες την επιστολή με την οποία θα γνωστοποιεί την πρόθεση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την ΕΕ. Σύμφωνα με τους «Τάιμς», στόχος της είναι να συζητηθεί το Brexit στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 9-10 Μαρτίου.
Απρίλιος / Μάιος. Ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις. Ενα από τα πρώτα θέματα που θα τεθούν επί τάπητος θα είναι η μετανάστευση. Οι Βρυξέλλες περιμένουν από τη Βρετανία να διευκρινίσει τι θα ισχύει για τους Ευρωπαίους που θέλουν να ζήσουν στη χώρα. Το θεμελιώδες ερώτημα είναι αν θα εξακολουθήσουν να έχουν προνομιακή πρόσβαση στην αγορά εργασίας και να απολαύουν των ίδιων δικαιωμάτων (κοινωνικές παροχές, επιδόματα κ.λπ.), κάτι που ενδιαφέρει άμεσα δεκάδες χιλιάδες Ελληνες της Βρετανίας. Η απάντηση του Λονδίνου είναι, επί του παρόντος, αρνητική. Ωστόσο, η ΕΕ έχει ξεκαθαρίσει ότι αν η Βρετανία δεν συνεχίσει να σέβεται την αρχή της ελεύθερης μετακίνησης πολιτών, δηλαδή το δικαίωμα των Ευρωπαίων να ζουν και να εργάζονται στο έδαφός της, δεν θα της επιτραπεί η πρόσβαση στην ενιαία αγορά μετά το Brexit. Ολα θα εξαρτηθούν από την απόφαση της Μέι να κατευθυνθεί προς ένα σκληρό ή ένα μαλακό Brexit και, φυσικά, από τις παραχωρήσεις που θα κάνουν (ή δεν θα κάνουν) τα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ. Ηδη αρκετοί ευρωπαίοι ηγέτες έχουν καταστήσει σαφές ότι θέλουν η Βρετανία να πληρώσει ένα βαρύ τίμημα, με στόχο να αποτραπούν δημοψηφίσματα εξόδου σε άλλα κράτη. Πάντως, με δεδομένο ότι τους επόμενους μήνες διεξάγονται εκλογικές αναμετρήσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας και της Γερμανίας, η ουσιαστική διαπραγμάτευση για το Brexit δεν αναμένεται πριν από το φθινόπωρο.
Καλοκαίρι/φθινόπωρο. Κατατίθεται το λεγόμενο Μεγάλο Ανακλητικό Νομοσχέδιο, με το οποίο παύει να ισχύει η ευρωπαϊκή νομοθεσία στη Βρετανία. Οι ευρωπαϊκοί νόμοι θα ενταχθούν στο εθνικό δίκαιο και η Βουλή θα έχει τη δυνατότητα να καταργήσει όσους από αυτούς δεν θέλει. Η διαδικασία αυτή δεν θα είναι παιχνιδάκι. Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες θα πρέπει να ξεψαχνίσουν δεκάδες χιλιάδες κοινοτικές οδηγίες και κανονισμούς που εκτείνονται σε τέσσερις δεκαετίες.
Πρόωρες εκλογές στον ορίζοντα;
Η βρετανίδα πρωθυπουργός βρίσκεται εν μέσω διασταυρούμενων εσωκομματικών πυρών: από τη μια οι υποστηρικτές του soft Brexit την πιέζουν να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερους δεσμούς με την ΕΕ και από την άλλη οι οπαδοί του hard Brexit απαιτούν ένα καθαρό διαζύγιο με τις Βρυξέλλες. Παράλληλα, το επόμενο διάστημα η Τερίζα Μέι θα κληθεί να διαχειριστεί μια σειρά από άλλα ζητήματα που προκαλούν αντιδράσεις, όπως η ίδρυση νέων grammar schools (πρότυπα σχολεία που επιλέγουν τους μαθητές τους). Μια ομάδα βουλευτών –μεταξύ τους η πρώην υπουργός Παιδείας Νίκι Μόργκαν –απειλεί να μπλοκάρει το σχέδιο. Επιπλέον, κάποια από τα πιο φιλελεύθερα στελέχη των Τόρις αντιτίθενται σθεναρά στον προσανατολισμό της Μέι προς έναν δικής της σύλληψης κρατικό παρεμβατισμό. Με δεδομένη την ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία των Συντηρητικών, κάποιοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες δεν πρέπει να αποκλείεται, ιδίως αν η Μέι τα βρει σκούρα στις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες. Η ίδια έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2020. Ωστόσο, σύμφωνα με το BBC, αν αισθανθεί ότι δεν μπορεί να κυβερνήσει όπως θέλει, θα μπορούσε να αλλάξει γνώμη και να προκηρύξει πρόωρες εκλογές.
Μια παραίτηση με μηνύματα
Η παραίτηση του Αϊβαν Ρότζερς την περασμένη Τρίτη στάθηκε αφορμή για να ξεσπάσει πολιτική αντιπαράθεση στο Λονδίνο. Στο e-mail που έστειλε στους συνεργάτες του στις Βρυξέλλες, ο παραιτηθείς πρεσβευτής της Βρετανίας στην ΕΕ κατηγορεί στελέχη της κυβέρνησης –χωρίς να τα κατονομάζει –για «αβάσιμα επιχειρήματα και μπερδεμένο τρόπο σκέψης» και αποκαλύπτει ότι ούτε αυτός γνώριζε ποια είναι η κυβερνητική στρατηγική για το Brexit. Σύμφωνα με πληροφορίες, τους τελευταίους μήνες ο Ρότζερς είχε συγκρουστεί επανειλημμένως με τη Μέι. Λέγεται, μάλιστα, ότι είχε απειλήσει πολλές φορές με παραίτηση. Το περιεχόμενο του e-mail εξόργισε την Ντάουνινγκ Στριτ. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι είπαν στην «Ντέιλι Τέλεγκραφ» ότι ο Ρότζερς «πήδηξε λίγο πριν τον σπρώξουμε», υποστηρίζοντας ότι ο υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον σκόπευε να τον αντικαταστήσει με κάποιον που υποστηρίζει «ολόψυχα» το Brexit.
Στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά της η βρετανίδα πρωθυπουργός υποσχέθηκε να αγωνιστεί και για τα συμφέροντα όσων ψήφισαν την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Ωστόσο, η παραίτηση του Ρότζερς ερμηνεύθηκε από αρκετούς ως ένα ακόμη βήμα πιο κοντά στο σκληρό Brexit. «Ο Ρότζερς ήταν κάτι περισσότερο από εκπρόσωπος της κυβέρνησης στις Βρυξέλλες. Ηταν η μεγαλύτερη ελπίδα της Βρετανίας για έναν διαπραγματευτικό συμβιβασμό με τα άλλα κράτη-μέλη σχετικά με τους όρους της εξόδου» έγραψε στην «Γκάρντιαν» ο Νταν Ρόμπερτς.
Ο Αϊβαν Ρότζερς –ο οποίος θα είχε ενεργό ρόλο στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ –βαφτίστηκε «εχθρός του Brexit» από τον ευρωσκεπτικιστικό Τύπο και η παραίτησή του συνοδεύτηκε από δημόσιες προτροπές στελεχών των Τόρις να τον αντικαταστήσει κάποιος που υποστηρίζει το Brexit. Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν νέα πολιτική θύελλα, με τον επικεφαλής του συνδικάτου των ανώτατων δημοσίων υπαλλήλων Ντέιβ Πένμαν να κατηγορεί την κυβέρνηση ότι δεν υπερασπίζεται την ανεξαρτησία των κρατικών λειτουργών. Στη Βρετανία η ανεξαρτησία του δημόσιου τομέα θεσμοθετήθηκε τον 19ο αιώνα –προηγουμένως στην κρατική μηχανή βασίλευαν η διαφθορά, τα ρουσφέτια και οι άνωθεν παρεμβάσεις. «Αν θέλουμε ανθρώπους που είναι χρωματισμένοι κομματικά, το σύστημα θα καταρρεύσει» σχολίασε ο Τζόναθαν Πάουελ, προσωπάρχης στις κυβερνήσεις του Τόνι Μπλερ. Η Μέι, πάντως, δεν έκανε τη χάρη σε αυτούς που της ζητούσαν να διορίσει έναν Brexiteer στη θέση του Ρότζερς. Το βράδυ της Τετάρτης ανακοινώθηκε ότι ο νέος μόνιμος αντιπρόσωπος της Βρετανίας στην ΕΕ θα είναι ο σερ Τιμ Μπάροου, πρώην πρεσβευτής στη Μόσχα, ο οποίος περιγράφεται από στελέχη της κυβέρνησης ως ένας «πεισματάρης πραγματιστής που ξέρει να λύνει προβλήματα».