Υπάρχει η μοιρολατρική αντίληψη περί Ιστορίας. Τα γεγονότα σε διαλέγουν, δεν τα διαλέγεις. Εφαρμοσμένη στην πολιτική στιγμή, η άποψη αυτή βλέπει τον Κυριάκο Μητσοτάκη σαν κληρωτό της τύχης του. Η δημοσκοπική του άνοιξη οφείλεται, λένε, στο γεγονός ότι η Ιστορία τού «κλήρωσε» έναν ΣΥΡΙΖΑ καταδικασμένο να πνιγεί αργά ή γρήγορα στις αντιφάσεις του.
Για να πιστέψει κανείς σε αυτή την ανάγνωση, πρέπει να φανταστεί ότι την ίδια τύχη θα είχε και ο εσωκομματικός αντίπαλος του Μητσοτάκη, αν στις 10 Ιανουαρίου 2016 είχε επιβεβαιώσει τα προγνωστικά. Αν είχε καταφέρει να κεφαλαιοποιήσει στην κάλπη τη στήριξη του κομματικού κατεστημένου. Πρέπει να φανταστεί εκείνον στη θέση του Μητσοτάκη να προηγείται στους δείκτες καταλληλότητας για πρωθυπουργία απέναντι στον σαραντάρη Τσίπρα. Εκείνον να αλλάζει το καταστατικό, την έδρα, τη Νεολαία και τα οικονομικά του κόμματος.
Αλλά γιατί να κάψει κανείς τόση φαντασία; Οπως κι αν την εξηγεί κανείς, η δημοσκοπική ανατροπή εμπέδωσε πολύ νωρίς την ηγεσία του Μητσοτάκη στη ΝΔ. Η έκπληξη της εκλογής του συνεχίστηκε με την έκπληξη της μη αμφισβήτησής του –τουλάχιστον όχι ανοιχτά –από εκείνους που κραδαίνουν ακόμη τίτλους επικαρπίας του κόμματος.
Πώς εκμεταλλεύτηκε αυτό το ιστορικά πρωτότυπο κεφάλαιο ο Μητσοτάκης; Δίχως ρίσκο. Δίχως να ακούσει εκείνους που του έλεγαν ότι πρέπει να δοκιμάσει να στήσει εξαρχής ένα κόμμα που θα ταυτίζεται μαζί του αισθητικά και ιδεολογικά. Οι κινήσεις του έγιναν με προτεραιότητα τη συντηρητική ανακαίνιση και όχι τη μεταμόρφωση της ΝΔ.
Αν μείνει κανείς στα νούμερα, οι επιδόσεις της ΝΔ δείχνουν ότι ο Μητσοτάκης μπορεί να επικρατήσει διά του κόμματος χωρίς να χρειαστεί να επικρατήσει πλήρως στο κόμμα. Μπορεί, αποταμιεύοντας μόνο το αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα, να φτάσει σε επίπεδα αυτοδυναμίας –ιδίως αν ικανοποιηθεί η ανομολόγητη επιθυμία ορισμένων να αντέξει ο Τσίπρας «για να φορτωθεί εκείνος το τέταρτο Μνημόνιο».
Θα ήταν μια λογική στρατηγική. Ταυτόχρονα όμως θα ήταν μια στρατηγική που θα καθιστούσε τον Μητσοτάκη όμηρο της επιτυχίας του.
Οπως έχει δείξει η μνημονιακή ιστορία, η πρωθυπουργία μπορεί να αποδειχθεί αβάσταχτο τρόπαιο. Οσο οι εκλογές αργούν, ο διάδοχος του Τσίπρα κινδυνεύει να φορτωθεί προειλημμένες δεσμεύσεις που δεν θα μπορεί να επαναδιαπραγματευθεί –όσο κι αν φαντάζεται ότι μπορεί, επειδή συστήνεται ως πιο αξιόπιστος. Οσο οι εκλογές αργούν, ο Τσίπρας προκαλεί στο κράτος και στη δημόσια σφαίρα αλλαγές που δεν θα είναι αναστρέψιμες.
Κλωσσώντας τα ποσοστά του, ο διάδοχος του Τσίπρα μπορεί τελικά να είναι αυτοδύναμος. Αλλά τι προοπτικές θα έχει η μοναξιά μιας ισχνής πλειοψηφίας σε μια Βουλή όπου η μόνη εξαίρεση μιας νεο-αντιμνημονιακής αναβίωσης θα είναι το ΠΑΣΟΚ της Γεννηματά; Πόση δύναμη θα έχει μια τέτοια αυτοδυναμία;