Ο τούρκος πρόεδρος και η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερίζα Μέι προχώρησαν σε ουσιαστικές διαβουλεύσεις σχετικά με κρίσιμα ζητήματα (Εγγυήσεων και Ασφάλειας) αφήνοντας ουσιαστικά «στην απέξω» την Αθήνα!
Κι αυτό, ενώ μετέωρο παραμένει το θέμα του επιπέδου συμμετοχής των τριών στη Διάσκεψη της Γενεύης, παρά τις «διακριτικές παρεμβάσεις» και ουσιαστικά πιεστικές παροτρύνσεις του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για «συνάντηση κορυφής».
Οι πληροφορίες είναι μεν ακόμη ρευστές, αλλά όσα διαρρέουν προκαλούν κατανοητό εκνευρισμό στην Αθήνα και κατ’ επέκταση αυτονοήτως στη Λευκωσία. Καθώς πίσω από τις συνεννοήσεις Αγκυρας – Λονδίνου (στις οποίες όμως δεν σημειώνεται, όπως φαίνεται, απόλυτη ταύτιση) δημιουργείται πεδίο ευρείας συναντίληψης ως προς τον επιδιωκόμενο ιστορικό συμβιβασμό για τελική επίλυση. Στο πλαίσιο της οποίας μπορεί να υπάρξει και νέο σύστημα Εγγυήσεων και Ασφάλειας, «που ν’ απομειώνει ανησυχίες των μερών». Και που στην πραγματικότητα θα καλύπτει αιτιάσεις οι οποίες προβάλλονται από την τουρκική πλευρά ως sine qua non!
Η ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΕΜΠΛΟΚΗ. Αποκαλυπτικές είναι οι εν προκειμένω αναφορές σε διπλωματικές εκθέσεις που έχουν Αθήνα και Λευκωσία (παραμονές της τελικής Διασκέψεως στη Γενεύη) για τις παρασκηνιακές αυτές διεργασίες. Στις οποίες πρωτοστάτησε από πλευράς Βρετανίας ο σερ Αλαν Ντάνκαν κατά την επίσκεψή του στην Αγκυρα. Και των οποίων επιστέγασμα υπήρξε η απευθείας (και πέραν της μιας ώρας) τηλεφωνική συνομιλία της Τερίζα Μέι με τον Ταγίπ Ερντογάν. Με την πρώτη «να κατανοεί» μεν και να μην απορρίπτει την επιμονή της Τουρκίας για την αναγκαιότητα τουρκικής εγγυοδοσίας ως προς την ασφάλεια του «τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους», αλλά να μη συμφωνεί με την καθίδρυση τουρκικής στρατιωτικής Βάσεως επί κυπριακού εδάφους. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει και μη παρουσία τουρκικής στρατιωτικής δυνάμεως στη μεγαλόνησο. Θέματα που εθίγησαν (εκ των υστέρων) και κατά τη χθεσινή τηλεφωνική επικοινωνία Τσίπρα – Ερντογάν.
Οι βρετανικές αυτές παρεμβάσεις –και ιδιαίτερα η ενεργοποίηση της ίδιας της Τερίζα Μέι –σχετίζονται και με την εμμονή του Λονδίνου να διασφαλίσει επανεπικύρωση της Συνθήκης Εγκαθιδρύσεως του 1960, δυνάμει της οποίας υφίσταται καθεστώς «κυρίαρχων εδαφών των βρετανικών Βάσεων» στην κυπριακή επικράτεια. Τα οποία, και όταν ακόμη η Αγγλία ενσωματώθηκε στην ΕΕ, έμειναν εκτός, με βρετανική απαίτηση.
Να σημειωθεί πέραν αυτών ότι: η Συνθήκη Εγγυήσεως και Συμμαχίας, την οποία συνυπέγραψαν Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία, έχει ενσωματωθεί στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κι αυτό διευκολύνει εκβιαστικούς ελιγμούς της Αγκυρας, που επισείει έως και απειλές θεσμικών αποδομήσεων εις βάρος της Κύπρου.
ΤΟ ΠΑΡΕ-ΔΩΣΕ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ. Ολα συναρτώνται πλέον προς το αποτέλεσμα της ύστατης, όπως χαρακτηρίζεται, προσπάθειας Αναστασιάδη – Ακιντζί να γεφυρώσουν τις διαφορές στα ζωτικά ζητήματα του εδαφικού, του περιουσιακού και της διακυβερνήσεως. Με τον δεύτερο να εμφανίζεται κάπως ελαστικός σε θέματα εδαφικών ποσοστών, αλλά να εμμένει (και να μη συζητά καν) εκείνο της «εκ περιτροπής προεδρίας» και αυτό της Ασφάλειας. Θεωρώντας το πρώτο ασφαλιστική δικλίδα της πολιτικής ισότητος των δύο ομόσπονδων κρατικών οντοτήτων (constituent states), όπως έχει γίνει «κοινώς ήδη αποδεκτή» κατά τις συνομιλίες. Και το δεύτερο (της Ασφάλειας) ως συνέχιση της κηδεμονευτικής εγγυοδοσίας της Τουρκίας.
Το άλλο ζήτημα στο οποίο δεν κάνει πίσω –με σαφείς, όπως προκύπτει, εντολές της Αγκυρας –είναι αυτό των εξ Ανατολίας εποίκων. Μέγα μέρος των οποίων απαιτείται (κι έγινε δεκτό από ελληνοκυπριακής πλευράς) να παραμείνουν ως πολίτες της Ενωμένης Κυπριακής Ομοσπονδίας. Ενώ το τουρκοκυπριακό κρατίδιο θα κέκτηται δικαιώματος παραχωρήσεως αδειών παραμονής των άλλων! Υπό ιδιότητες που θα αιτιολογούν εγκατάσταση, με βάση και τα ευρωπαϊκά θέσμια.
Ο ειδικός αντιπρόσωπος του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Εσπεν Μπαρθ Αϊντα, σε μια υστάτη προσπάθεια «να μη χαθεί το momentum», διακινεί δικές του εναλλακτικές προτάσεις για κάθε θέμα, ώστε να σημειωθεί μέγιστη δυνατή προσέγγιση. Με πρακτικές «διασταυρούμενου πάρε-δώσε». Οπως: εδαφικό έναντι διακυβερνήσεως. Και Ασφάλεια έναντι μηχανισμών λήψεως αποφάσεων. Ζητώντας από τα μέρη μείζονα ελαστικότητα.
Κι ενώ στη Γενεύη αναμένεται και ο ίδιος ο γενικός γραμματέας, διαπιστώνεται ότι: τα Ηνωμένα Εθνη διαχειρίζονται και σενάρια «μη ναυαγίου, ακόμη και σε περίπτωση αδιεξόδου». Με την έννοια της συνεχίσεως της διαδικασίας και μετά τη Γενεύη, εάν διαπιστωθεί σήμερα (ή το αργότερο αύριο) αδυναμία συνδιαλλαγής. Και ως προς αυτό έχει ενημερωθεί αρκούντως και ο έλληνας Πρωθυπουργός χθες, από τον ίδιο τον κύπριο πρόεδρο, με τον οποίο βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία.
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ. Κι αυτό, ενώ μέχρι χθες δεν είχε ξεκαθαρίσει ακόμη το τοπίο σχετικά με το τελικό επίπεδο εκπροσωπήσεως των τριών εγγυητριών δυνάμεων (Ελλάδος, Τουρκίας, Βρετανίας) καθώς η Αγκυρα δεν αποσαφηνίζει τι προτίθεται να πράξει. Και θεωρείται ότι και αυτό αποτελεί μέρος μεθοδευμένης τουρκικής στρατηγικής. Με σαφές το εκβιαστικό μήνυμα ότι: α) Δεν διαπραγματεύεται το «κεκτημένο της εγγυοδοσίας» σε σχέση με τους Τουρκοκυπρίους. β) Δεν αναγνωρίζει και δεν αποδέχεται εκπροσώπηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επιμένοντας σε σχήμα πενταμερούς Διασκέψεως.
Τρεις δηλαδή εγγυήτριες συν δύο κοινότητες μόνο στο τραπέζι.
Αργά χθες, τουρκικές πηγές ανέφεραν ότι:
1. Ο Ερντογάν είπε στον έλληνα Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα κατά την τηλεφωνική τους επικοινωνία ότι ανάλογα με την πρόοδο των συνομιλιών στη Γενεύη (σήμερα και αύριο) θα επανεπικοινωνήσουν και ότι ο ίδιος, εφόσον διαπιστωθεί προοπτική λύσης, θα βρεθεί εκεί «για να μετάσχει στην πενταμερή».
2. Η Αγκυρα (και ο κατοχικός ηγέτης) εμμένει σε δύο κρίσιμα ζητήματα, προειδοποιώντας ότι «από αυτά θα εξαρτηθούν τα περαιτέρω»: α) Εκ περιτροπής προεδρία. β) Εγγυήσεις έστω και σε νέα συμβιβαστική βάση.
Σημειωτέον ότι επ’ αυτού ο κύπριος πρόεδρος επανεισηγήθηκε χθες: α) Την άμεση αποχώρηση του 75% των κατοχικών στρατευμάτων εφόσον επιτευχθεί λύση. Και των υπολοίπων σε εύλογο χρόνο (που δεν προσδιορίζεται). β) Την ανάληψη αστυνόμευσης της ασφάλειας από δύναμη του ΟΗΕ.