Oρατότης μηδέν υπάρχει σχετικά με την επιστροφή των δανειστών και την επανάληψη της διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη αξιολόγηση, όπως αναγνωρίζουν ακόμη και στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Οι ίδιοι ποντάρουν στο EuroWorking Group, τη συνεδρίαση των εκπροσώπων των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης την Πέμπτη 12 Ιανουαρίου, προκειμένου να ξεκαθαρίσει η διαδικασία που θα ακολουθηθεί στο εξής.
«Τα Χριστούγεννα δεν υπήρξε καμία εξέλιξη» αναφέρουν χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι το EuroWorking Group πρέπει να αποφασίσει πότε θα επιστρέψουν οι δανειστές και αν θα γίνουν κάποιες διαπραγματεύσεις μέσω τηλεδιάσκεψης.
Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Φραγκίσκος Κουτεντάκης σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ ανέφερε το Σάββατο ότι «η αξιολόγηση θα μπορούσε να κλείσει μέσα σε λίγες ώρες αν υπήρχε καλή πρόθεση από την πλευρά των θεσμών». Ωστόσο, πρόσθεσε το εξής: «Το πρόβλημα είναι ότι κάποια από τα εμπλεκόμενα μέρη είτε δεν θέλουν να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση είτε θεωρούν ότι κερδίζουν πολιτικά από την καθυστέρησή της».
«Πιστεύω όμως», κατέληξε ο Κουτεντάκης, «ότι οι ακραίες φωνές θα απομονωθούν τελικά, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν».
Μιλώντας στα «ΝΕΑ», πηγή του οικονομικού επιτελείου ανέφερε ότι κάποιοι στην ευρωζώνη «παίζουν το παιχνίδι του ΔΝΤ» και οδηγούν τη διαπραγμάτευση σε καθυστέρηση.
Πηγές των δανειστών εκτιμούν ότι η αντιπροσωπεία μάλλον δεν αναμένεται πριν από το Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου.
ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΤΡΑΜΠ. Πολλοί στην κυβέρνηση θεωρούν πλέον ότι τη λύση θα δώσει ίσως η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, μόλις αναλάβει καθήκοντα στις 20 Ιανουαρίου. Εφόσον ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ αποφασίσει να κάνει πράξη τις απόψεις που διατύπωνε προεκλογικά, ότι δηλαδή η Ελλάδα είναι πρόβλημα της Ευρώπης, και αποφασιστεί η έξοδος του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα, θα δρομολογηθούν ταχύτερες διαδικασίες αξιολόγησης από την Ευρώπη, ελπίζουν στην κυβέρνηση.
Ομως, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η απόφαση αυτή θα ληφθεί γρήγορα, αμέσως μόλις εγκατασταθεί ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Ούτε θα είναι εύκολη απόφαση, καθώς η Γερμανία έχει καταστήσει σαφές ότι θέλει το ΔΝΤ μέσα στο πρόγραμμα. Αλλά και τα μηνύματα που έχει στείλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τελευταίως, με τις δηλώσεις του μέλους του Εκτελεστικού της Γραφείου Μπενουά Κερέ, κινούνται σε γραμμή ΔΝΤ, δείχνοντας ότι η Φρανκφούρτη θα αισθανόταν πιο άνετα αν εξασφαλιζόταν η βιωσιμότητα του χρέους με τους όρους του ΔΝΤ (μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα).
Ακόμη, όμως, και την Ελλάδα δεν είναι βέβαιο ότι τη συμφέρει η αποχώρηση του Ταμείου. Οπως τονίζουν οικονομικοί παράγοντες, σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι δυσκολότερο να πείσει για την αξιοπιστία του προγράμματός της και τη βιωσιμότητα του χρέους της, ώστε να επιστρέψει στις αγορές, χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ. Από την άλλη, είναι βέβαιο ότι το ΔΝΤ, εφόσον αποφάσιζε να παραμείνει, θα ζητούσε νέα μέτρα, κάτι που θα έφερνε σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, το Ταμείο μιλά για μέτρα 4,6 δισ. ευρώ, με έμφαση στη μείωση του αφορολογήτου και στο Συνταξιοδοτικό.
Δεν είναι βέβαιο πότε το ΔΝΤ θα ανοίξει τα χαρτιά του για την επιστροφή του ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά μέχρι τότε η αξιολόγηση εκτιμάται ότι θα καρκινοβατεί.
Σύμφωνα με μια άλλη πηγή πληροφόρησης, οι Γερμανοί θα ήταν διατεθειμένοι να κλείσουν την αξιολόγηση χωρίς προηγουμένως να έχει αποφασίσει το ΔΝΤ αν θα συμμετάσχει ή όχι, αλλά σε αυτή την περίπτωση θα φρόντιζαν οι ίδιοι να ληφθούν τουλάχιστον ορισμένα από τα μέτρα που ζητά το Ταμείο και κυρίως το αφορολόγητο.
Η κυβέρνηση, παρότι επιθυμεί διακαώς να κλείσει η αξιολόγηση προσβλέποντας στο να προχωρήσει η οικονομία στον «διάδρομο απογείωσης» του Ευκλείδη Τσακαλώτου, δεν θα μπορέσει εύκολα να περάσει νέα μέτρα.
Ο επόμενος στόχος της κυβέρνησης για μια απόφαση είναι το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον Κουτεντάκη, δεν υπάρχει ανησυχία για τα ταμειακά διαθέσιμα. Μια μεγάλη καθυστέρηση ωστόσο, όπως λέει, είναι πιθανό να προκαλέσει προβλήματα, που μπορούν πάντως να αντιμετωπιστούν.