Αβεβαιότητα. Αυτός είναι ο όρος που μπορεί να συνοψίσει τις προβλέψεις για την αγορά της τέχνης μέσα στο 2017. H έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στη θέση του πλανητάρχη, αλλά και οι επερχόμενες εκλογές στην Ευρώπη μέσω των οποίων ενδέχεται να ισχυροποιηθεί η θέση ακροδεξιών πολιτικών είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που απειλούν με ανατροπή τα ώς τώρα δεδομένα και καθιστούν ακόμη και για έμπειρους αναλυτές τις προβλέψεις σε πρόκληση. Πέντε είναι οι βασικοί παράγοντες τους οποίους επικαλείται η συντάκτρια της εικαστικής επιθεώρησης «The Art Newspaper» και των «Financial Times», ειδική σε θέματα αγοράς τέχνης, Τζορτζίνα Ανταμ.

Ο άνεμος της πολιτικής αλλαγής είναι ο πρώτος. Αν και ο νεοεκλεγείς Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει τις προθέσεις του σχετικά με την οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει, ωστόσο οι κινήσεις που σχεδιάζει εκτιμάται ότι θα έχουν αντιφατικό αντίκτυπο. Από τη μια θεωρείται βέβαιο ότι θα μειώσει τη φορολογία στους οικονομικά ισχυρούς, κάτι που θα ευνοήσει την αγορά. Η ένδειξη, ωστόσο, ότι μπορεί να καταργήσει τα φορολογικά κίνητρα για τη δωρεά έργων τέχνης για φιλανθρωπικούς σκοπούς θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά για τους συλλέκτες. Στη μικρή και «παγωμένη» αγορά της Ευρώπης, μια ενδεχόμενη νίκη του γαλλικού ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν θα προκαλούσε αναστάτωση, ενώ πιο ανησυχητικό μοιάζει το Brexit διότι μπορεί η πτώση της στερλίνας να έχει ώς τώρα αποδειχθεί ευεργετική για τις πωλήσεις, όμως η μακροπρόθεσμη εξασθένηση της βρετανικής οικονομίας –ανάλογα και με τους ασαφείς προς το παρόν όρους του Brexit –δεν θα λειτουργήσει υπέρ της αγοράς τέχνης. Πάντως, παρά την αύξηση των επιτοκίων, εκτιμάται ότι η τέχνη εξακολουθεί να παραμένει ελκυστική ως επένδυση.

Δεύτερος παράγοντας είναι η αποψίλωση των οίκων δημοπρασιών από έμπειρα στελέχη. «Δυνατά χαρτιά» κι από τους δύο μεγαλύτερους οίκους δημοπρασιών αποχωρούν είτε επειδή το περιβάλλον πλέον έχει γίνει άρρωστα ανταγωνιστικό είτε διότι προτιμούν θέσεις πλουσιοπάροχα αμειβόμενες στον αραβικό κόσμο, ενώ Κρίστις και Σόθμπις επενδύουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις: οι μεν πρώτοι εστιάζουν στο κυνήγι μεγάλων συλλογών και σπουδαίων έργων τέχνης χωρίς να υπολογίζουν το κόστος. Οι δεύτεροι επενδύουν σε βάσεις δεδομένων, στην έρευνα και στην ανάπτυξη συμβουλευτικών υπηρεσιών. Και παρά το γεγονός ότι δεν στερούνται ορισμένοι οίκοι νέων επενδυτών, η τάση τους είναι να μειώνουν τα λειτουργικά τους έξοδα όσο το δυνατόν περισσότερο.

ΛΟΥΚΕΤΟ ΣΕ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ. Τρίτος παράγοντας είναι η συρρίκνωση των διεθνών εμπορικών εκθέσεων τέχνης. Πέρυσι μπήκε λουκέτο στη χειρότερη περίπτωση ή πήραν αναβολή στην καλύτερη γνωστές φουάρ, όπως η Art17 του Λονδίνου και η φουάρ της Κωνσταντινούπολης, ενώ άλλες, όπως εκείνη της Κολωνίας, αναγκάστηκαν να μειώσουν σημαντικά τον αριθμό των εκθετών που φιλοξένησαν ή να περιορίσουν τις ημέρες λειτουργίας τους, όπως η Φριζ της Νέας Υόρκης. Κι αυτό επειδή οι μικρές και μεσαίες γκαλερί οι οποίες αποτελούν και τον κύριο όγκο των εκθετών περνούν δύσκολες ώρες και έχουν γίνει αυστηρά επιλεκτικές στις συμμετοχές τους. Κι η τάση για εξαφάνιση ή συρρίκνωση μερικών ακόμη εμπορικών εκθέσεων δεν πρέπει να αποκλειστεί.

Η κρίση στον Κόλπο φαίνεται να είναι ο τέταρτος και διόλου ευκαταφρόνητος παράγοντας που θα επηρεάσει την αγορά του 2017. Το παράρτημα του Γκούγκενχαϊμ στο Αμπου Ντάμπι φαίνεται να έχει παγώσει και οι συλλογές του έχουν σταματήσει να εμπλουτίζονται. Η ολοκλήρωση του αντίστοιχου παραρτήματος του Λούβρου εξακολουθεί να καθυστερεί, αν και οι αγορές για την ενίσχυση των συλλογών του συνεχίζονται. Περικοπές στις δαπάνες για την αγορά έργων τέχνης παρατηρούνται και στο Κατάρ, γεγονός που συνδέεται με την πτώση της τιμής του πετρελαίου, αλλά και με το ότι η αστάθεια στην περιοχή δεν ευνοεί την τουριστική κίνηση.

Ο ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Στην τελευταία θέση των τάσεων που θα χαρακτηρίσουν και θα επηρεάσουν την αγορά των έργων τέχνης μέσα στη νέα χρονιά είναι ο πόλεμος που έχει ήδη ξεσπάσει γύρω από τις βάσεις δεδομένων. Κι αυτό διότι ο ψηφιακός κόσμος και οι εφαρμογές του κατακτούν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του κοινού. Οι πρώτες προσπάθειες να δημιουργηθούν εφαρμογές τύπου Shazam για τα έργα τέχνης μπορεί να μην πέτυχαν –δεδομένου ότι κατηγορήθηκαν είτε πως είχαν υποκλέψει το υλικό από σχετικές ιστοσελίδες είτε ότι το είχαν χρησιμοποιήσει χωρίς σχετική άδεια -, ωστόσο φαίνεται πως η δημιουργία μεγάλων βάσεων δεδομένων εύκολα προσβάσιμων στο ευρύ κοινό θα αποτελέσει έναν από τους μεγάλους στόχους της αγοράς της τέχνης μέσα στο 2017.