Ποιος είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Είναι γιος Πρωθυπουργού που ανετράφη για να πολιτευτεί. Βλαστός μιας ελίτ, από εκείνες που δεν έχουν πουθενά πια την ισχύ να επιβάλλονται ως ελίτ.
Αυτή είναι η σωστή απάντηση στη λάθος ερώτηση. Η σωστή ερώτηση δεν είναι ποιος είναι, αλλά ποιος έγινε ο Μητσοτάκης. Ή, μάλλον, ποιος προσπαθεί να γίνει, καθώς το διαρκές πρότζεκτ της πολιτείας του έχει μπει στην πιο κρίσιμη φάση του.
Ως επικοινωνιακό μέγεθος, ο πρόεδρος της ΝΔ είναι κάποιος που στη μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων μπορεί πιο εύκολα να εμπνεύσει εμπιστοσύνη, παρά συναισθηματική ταύτιση. Το βιογραφικό του εμποδίζει το συναίσθημα. Γι’ αυτό αν προσπαθεί κάτι μεθοδικά είναι να περάσει μέσα από την τζαμαρία των στερεοτύπων. Να γίνει πιο οικείος σε ένα ακροατήριο διαπαιδαγωγημένο όψιμα στην αντιπολιτική καχυποψία –και πρώιμα στον ταξικό φθόνο.
Το κάδρο του χαλαρού Μητσοτάκη να «τα λέει» στο γραφείο του με τον Αντώνη Ρέμο ετοιμάστηκε ως ψηφίδα αυτού του νέου, πιο οικείου προφίλ. Οχι, λέει η εικόνα. Ο Μητσοτάκης δεν είναι μόνο ο απόφοιτος του Χάρβαρντ που έχει περάσει όλη του τη ζωή στους διαδρόμους της εξουσίας. Είναι ταυτόχρονα και ο άνθρωπος που μπορεί να πίνει επί μία ώρα τον καφέ του με έναν πρώην υδραυλικό από τη Θεσσαλονίκη. Με ένα λαϊκό παιδί που επέπρωτο να διαπρέψει ως μεταπράτης της λαϊκότητάς του.
Η δόση ήταν βέβαια μετρημένη. Ο πρόεδρος της ΝΔ δεν επωμίστηκε ένα μήνυμα που θα τον κατάπινε. Δεν βγήκε, ας πούμε, να χορέψει και ζεϊμπέκικο. Το επικίνδυνο όμως ακόμη με τις μελετημένες σκηνοθεσίες είναι ότι, εκτός από τους ηθελημένους, απειλούν να πυροδοτήσουν και αδέσποτους συμβολισμούς.
Οπως κάθε πρόσωπο περπατημένο στην πίστα της δημόσιας ζωής, ο Ρέμος δεν είναι μονοσήμαντος. Δεν είναι μόνο το λαϊκό παιδί. Είναι ο αγωγός μιας λαϊκότητας ρευστής. Της λαϊκότητας που γέμιζε τις αρένες της μαζικής διασκέδασης, τον καιρό που στα τραπέζια τα γαρίφαλα ήταν περισσότερα από τα φιστίκια. Αλλά αγωγός και της exclusive χλίδας της Μυκόνου που υπέκλεπτε από το λαϊκό γλέντι μόνο τα σχήματα –και τον περφόρμερ τους. Σήμερα, είναι ο επαγγελματίας μιας σόουμπιζ που συναντά πια το μεγάλο κοινό μόνο όταν κάνει μεροκάματα σε ριάλιτι ανίχνευσης ταλέντων.
Ο Ρέμος δεν είναι, λέει, ούτε σκοπεύει να γίνει, πολιτικός. Ομως, στο θέατρο της κρίσης, λίγες χειρονομίες είχαν το ψυχοπολιτικό νόημα της δικής του σκηνικής κραυγής το 2013 στο Nammos, όταν, πάνω από πέντε – έξι χάσκοντα κιβώτια σαμπάνιας, είχε φωνάξει εκείνο το «θα τα δει ο Σόιμπλε και θα σηκωθεί να περπατήσει, ο πούστης».
Ο Ρέμος δεν είναι πολιτικός, αλλά όταν επιστρατεύεται σε πολιτικές παραστάσεις, αποκτά βάρος συμβόλου. Συμβολίζει αυτό που του συνέβη. Αυτό που συνέβη σε μια χώρα που σαν κέλυφος φαγωμένου αστακού έχει απομείνει εύκολη βορά για τις μύγες.