Αν για τους υπευθύνους του λεξικού της Οξφόρδης η λέξη της χρονιάς ήταν η «μετα-αλήθεια», για τους γερμανούς φιλολόγους η δική τους ήταν ο «προδότης του λαού». Και ήταν η χειρότερη. Ο χαρακτηρισμός Volksverräter, λένε στην ανακοίνωσή τους, είναι προσβλητικός και μειωτικός, ενώ αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη του δημόσιου διαλόγου, ο οποίος είναι απαραίτητος σε μια δημοκρατία. Η λέξη μπήκε στην πολιτική ζωή της Γερμανίας από το ξενοφοβικό κίνημα Pegida και το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία. Τον χρησιμοποίησαν φυσικά και οι νεοναζιστές.
Αν οι γερμανοί φιλόλογοι ζητούν να εξοριστεί επιτέλους η λέξη αυτή από τη δημόσια σφαίρα δεν είναι μόνο επειδή θέλουν να προστατεύσουν τον διάλογο. Είναι κι επειδή, όπως επισημαίνουν, αυτή είναι η κλασική γλώσσα των φασιστικών καθεστώτων. Θα κατέληγαν φυσικά στο ίδιο συμπέρασμα για τη λέξη που δηλητηρίασε επί χρόνια την ελληνική πολιτική ζωή χωρίς να ζητήσει κανένας να εξοριστεί από τη δημόσια σφαίρα –για τους «γερμανοτσολιάδες» και τους «κουίσλινγκ», τους «προδότες» και τους «νενέκους». Μόνο που η σιωπή των ελλήνων συναδέλφων τους δεν είναι η μόνη διαφορά. Γιατί εδώ δεν κατέφυγε μόνο η Ακρα Δεξιά στον λόγο του μίσους. Κατέφυγε ολόκληρο το λεγόμενο «αντιμνημονιακό μπλοκ» –από τους σταλινικούς εθνολαϊκιστές έως τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής.
Οι χειρότερες λέξεις όχι μιας χρονιάς αλλά πολλών, τουλάχιστον από το 2010 έως το καλοκαίρι του 2015, βγήκαν από πολλά χείλη και σε πιο λάιτ παραφράσεις –«κάποιοι εδώ μέσα δεν είναι και πολύ Ελληνες» έλεγε ένας πολλά υποσχόμενος αρχηγός κόμματος στη Βουλή. Και, αλίμονο, δεν ήταν ακροδεξιός.