Οταν ένας συγγραφέας κάνει μια μεγάλη εμπορική επιτυχία ήδη με το πρώτο του βιβλίο, βρίσκεται μπροστά σε σημαντικά διλήμματα: πρέπει να διαχειριστεί την ξαφνική επιτυχία, να αποφασίσει αν θα βρει παρόμοια θέματα για τα επόμενα βιβλία του που θα προσπαθήσουν να στραγγίξουν την ίδια δεξαμενή, να φοβηθεί ή να τολμήσει. Η Βικτόρια Χίσλοπ, μετά την εκπληκτική επιτυχία που είχε το «Νησί» τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ελλάδα (αλλά και σε άλλες χώρες) και ύστερα από ένα βιβλίο – παρένθεση («Γυρισμός»), επέλεξε ως κοινή δεξαμενή των βιβλίων της όχι μια συγκεκριμένη θεματολογία, αλλά έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο –την Ελλάδα. Εντός όμως αυτού του γεωγραφικού πλαισίου πειραματίστηκε ποικιλοτρόπως, μπαινοβγαίνοντας σε διάφορα είδη, όπως το ιστορικό μυθιστόρημα, το κοινωνικό μυθιστόρημα και τώρα το επιστολικό. Με το καινούργιο της βιβλίο «Καρτ ποστάλ», που ήδη βρέθηκε Νο 1 στις πωλήσεις στη σχετική λίστα των «Times» αλλά και στην Ελλάδα κάνει ήδη σημαντική εμπορική πορεία, προβαίνει σε έναν ακόμα πειραματισμό: βάζει εικόνες ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου και φτιάχνει ένα μυθιστόρημα που είναι εν μέρει επιστολικό (αν και ο αποστολέας είναι πάντα ο ίδιος, δεν εναλλάσσεται στους ρόλους με τον παραλήπτη) και εν μέρει ημερολογιακό. Ταυτόχρονα κλείνει το μάτι στον αναγνώστη αφού, ενώ ο τίτλος αλλά και οι εικόνες παραπέμπουν σε κάτι ελαφρύ, τουριστικό, οι ιστορίες που περιγράφονται είναι της «βαθιάς» Ελλάδας.
Το μυθιστόρημά σας έχει μια ιδιαίτερη και πρωτότυπη δομή. Ποιος είναι ο σκοπός που υπηρετεί;
Η δομή του βιβλίου προέκυψε πολύ φυσικά. Η πρώτη ιδέα ήταν ότι ήθελα να βάλω μαζί λέξεις και φωτογραφίες, έτσι η έμπνευση για τις ιστορίες ήρθε στη διάρκεια ενός ταξιδιού ανά την Ελλάδα –οπότε η ακριβής στιγμή κατά την οποία ερχόταν η ιδέα για την ιστορία αιχμαλωτιζόταν σε μια εικόνα. Κατ’ αυτό τον τρόπο τα δύο τούτα στοιχεία πήγαιναν πάντα χέρι χέρι.
Μετά προέκυψε η ιδέα κάθε τοποθεσία να έχει μια καρτ ποστάλ –και ύστερα απ’ αυτό η ιδέα ενός άντρα που κάνει ο ίδιος ένα (και συναισθηματικό) ταξίδι (στη διάρκεια του οποίου στέλνει καρτ ποστάλ). Ετσι υπάρχει μια φυσική ροή ανάμεσα σε λέξεις και φωτογραφίες (αυτή, τουλάχιστον, ήταν η πρόθεσή μου). Ηθελα ειδικότερα να μεταφέρω εικόνες της Ελλάδας στους αναγνώστες μου (ιδίως εκείνους της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Νορβηγίας κ.λπ.). Αν δεν έχει περάσει κανείς κάποιο χρόνο στην Ελλάδα, δεν είναι ικανός να φανταστεί το απίστευτο μπλε του ουρανού και της θάλασσας στη χώρα σας. Αυτό ήταν λοιπόν κάτι ακόμα που ήθελα να παρουσιάσω στο κοινό.
Τα μέρη που περιγράφετε τα έχετε δει. Εσάς προσωπικά ποιες περιοχές σάς έχουν κάνει μεγαλύτερη εντύπωση και γιατί;
Εχω πάει σε όλα τα μέρη που περιγράφω. Σε μερικά από αυτά πήγα για πρώτη φορά στο πλαίσιο της έρευνας για το βιβλίο αυτό. Είναι πάντοτε πολύ δύσκολο να μιλήσεις για τοποθεσίες που προτιμάς –γιατί είναι όλες πολύ διαφορετικές. Δεν υπάρχει μία και μόνη Ελλάδα, ένα και μόνο μέρος που να συμπυκνώνει τις όψεις της που μου αρέσουν περισσότερο. Αλλά… Αγάπησα σε υπέρτατο βαθμό την Ικαρία. Τι φανταστικό νησί! Για μένα, ήταν γεμάτο από μια ειδική ενέργεια, έστω κι αν είναι τόσο χαλαρό και όλοι ζουν καταπώς φαίνεται μέχρι τα βαθιά γεράματα. Αγάπησα επίσης την Πρέβεζα. Ηταν πολύ ιδιαίτερος τόπος. Και η Καλαμάτα έχει πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ιστορία και ατμόσφαιρα. Βλέπετε, τώρα, πώς γίνεται να πω για κάποιο μέρος ότι είναι το αγαπημένο μου; Και η Θεσσαλονίκη κρατάει μια πολύ ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου και θα την κρατάει πάντα.
Η ανθρώπινη σχέση στο βιβλίο δημιουργείται μέσα από κείμενα. Πρόκειται όμως για παραδοσιακές καρτ ποστάλ και όχι, λ.χ., για μέιλ. Τι είδους σχέσεις μπορούσαν, πιστεύετε, να δημιουργήσουν τα γράμματα άλλοτε και ποιες σήμερα, στην ηλεκτρονική εποχή;
Νομίζω ότι έχουμε χάσει πολλά με την ηλεκτρονική αλληλογραφία. Κατά κάποιο τρόπο επικοινωνούμε υπερβολικά. Ολα όσα γράφουμε σε μέιλ γράφονται γρήγορα και σχετικά απρόσεχτα. Πολύ λίγη τέχνη και στυλ υπάρχουν στο γράψιμο αυτού του είδους. Σε άλλες εποχές, με τις γραμμένες στο χέρι επιστολές και τις καρτ ποστάλ, κάθε λέξη σήμαινε πολύ περισσότερα πράγματα. Και βέβαια μια μεγάλη διαφορά είναι ότι τα πράγματα που γράφαμε διαρκούσαν. Δεν χάνονταν. Μπορεί κανείς τώρα να φανταστεί ότι μια σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων που αγαπιούνταν (αλλά τους χώριζε η απόσταση) ίσως να στηριζόταν σε μια γραμμένη με το χέρι αλληλογραφία; Τι σήμαινε το να λάβεις ένα γράμμα; Πρέπει να ήταν ένα πράγμα γεμάτο προσδοκία και ιδιαίτερα συναρπαστικό. Και το γράμμα θα θεωρούνταν πολύτιμο, θα φυλασσόταν και θα το ξαναδιάβαζαν κι άλλες φορές, ακόμη και το άρωμα του προσώπου που το έστελνε θα ήθελε χρόνο για να φύγει, και τα χειρόγραφα θα είχαν το δικό τους χαρακτήρα. Με όρους ιστορίας και κατανόησης του παρελθόντος, πολύ μεγάλο κομμάτι της γνώσης βασίζεται σε αλληλογραφία –γι’ αυτό θεωρώ ότι οι άνθρωποι στο μέλλον θα θεμελιώνουν την κατανόηση του παρελθόντος πολύ διαφορετικά (και πιθανόν με μικρότερη ακρίβεια).
Το 2016 ήταν έτος μεγάλων αναστατώσεων (λ.χ.Brexit), ενώ και το 2017 πληθαίνει τις αβεβαιότητες. Τι φοβάστε και τι εύχεστε για τη νέα χρονιά;
Ας ξεκινήσουμε λέγοντας ότι γενικά είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, αλλά πιστεύω ότι η ψήφος του Brexit και η εκλογή του Τραμπ ήταν απλώς η αρχή. Δεν έχουμε με κανένα τρόπο δει στην πράξη τις συνέπειες αυτών των επιλογών. Πρόκειται απλώς για έναν δείκτη της κοινής γνώμης σε Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ. Και δεν θεωρώ πραγματικά ότι το 2017 θα είναι μια υπέροχη χρονιά για τον κόσμο –δείχνει έτοιμο να προκαλέσει χάος, πολιτικά και οικονομικά, με μια σειρά φανατικών και δικτατόρων να πρέπει να το διαχειριστούν. Πώς μπορεί ο κόσμος να πάει καλύτερα με ηγέτες όπως ο Τραμπ, ο Πούτιν και ο Ερντογάν σε θέσεις εξουσίας;
«Peace on earth and good will to all men» –είναι συχνά μια ευχή (παρμένη από τη Βίβλο) που βλέπει κανείς τυπωμένη σε χριστουγεννιάτικες κάρτες στη Βρετανία. Το να δείξει ο κόσμος «καλή θέληση» απέναντι στους άλλους θα ήταν μια καλή αρχή –σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

Ιστορίες απώλειας

Δεν θα έπρεπε να μπορούσαμε να αγκαλιάσουμε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη;

Τι δεν γίνεται καλά στις κοινωνίες μας σήμερα;

Τόσα πολλά… Θα επικεντρωθώ σε ένα συγκεκριμένο πράγμα, γιατί ίσως περιγράφει ένα πολύ ευρύτερο φάσμα πραγμάτων: στους πρόσφυγες που έφτασαν στη Λέσβο τα τελευταία δύο χρόνια από τη Συρία (και κάποιοι συνέχιζαν να καταφθάνουν τις τελευταίες εβδομάδες). Ο καθένας τους είναι ένα άτομο που κουβαλάει μια προσωπική τραγωδία, μια ιστορία απώλειας. Χρειάζονται φροντίδα, θαλπωρή, τροφή, συμπάθεια. Πολλοί από αυτούς δεν λαμβάνουν καν τα βασικά, παρ’ όλες τις τεράστιες προσπάθειες που γίνονται από τον τοπικό πληθυσμό και την Ελλάδα, καθώς οι αριθμοί είναι δυσβάσταχτοι. Νομίζω ότι βλέπουμε πολύ λίγα απ’ όσα συμβαίνουν στη μέσα πλευρά των στρατοπέδων και ότι θα έπρεπε να διατυπώνουμε περισσότερες ερωτήσεις.
«Κοινωνία» σε αυτό το πλαίσιο θα έπρεπε να σημαίνει Ευρώπη (μια μεγάλη κοινωνία που τους αγκαλιάζει όλους), αλλά φαίνεται ότι όταν αυτό βολεύει τους πολιτικούς, πόροι και συνεργασία δεν υπάρχουν πραγματικά. Το στοιχείο μιας ανθρώπινης μεταχείρισης των προσφύγων μένει πολύ απλά στα χαρτιά. Και οπωσδήποτε, ως κοινωνία (με μικρό και με μεγάλο «Κ») δεν θα έπρεπε να μπορούσαμε να αγκαλιάσουμε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη; Δεν διαφαίνεται όμως στον ορίζοντα μια λύση μακράς πνοής.

Victoria Hislop

Οι καρτ ποστάλ

Μτφ. Φωτεινή Πίπη

Εκδ. Διόπτρα, 2016 Σελ. 424

Τιμή: 19 ευρώ