Υπάρχουν «σημαντικά έτη» στην Ιστορία; Το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί και κάπως διαφορετικά: τι είναι αυτό που «καταξιώνει» μια χρονιά ή και μια «εποχή» ως κάτι το ξεχωριστό στη συλλογική συνείδηση; Ο γρίφος φαντάζει εύκολος, ο μέσος αναγνώστης δε, μάλλον αυθόρμητα, θα απαντούσε ότι σημαντικά είναι τα έτη κατά τα οποία συμβαίνουν σημαντικά πράγματα. Εως εδώ καλά, το ερώτημα ωστόσο παραμένει. Τι θεωρείται σημαντικό στην Ιστορία και γιατί η μνήμη επιστρέφει προνομιακά σε συγκεκριμένους «τόπους», ενώ αψηφά άλλους; Η όλη συζήτηση γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρουσα αν ληφθεί υπόψη η απόκλιση που, όχι σπάνια, παρατηρείται ανάμεσα σε ό,τι «ο κόσμος» θεωρεί σημαντικό και σε ό,τι ενδιαφέρει τους επαγγελματίες του χώρου.

Για την οικονομία της συζήτησης θα ήταν ίσως πιο σωστό να προχωρήσουμε σε μια ταξινόμηση των δεκαετιών του (πρόσφατού μας) 20ού αιώνα με κριτήριο τον βαθμό «σπουδαιότητάς» τους στη δημόσια συζήτηση. Η δεκαετία του ’40, ας πούμε, έχει αναδειχθεί ήδη από τις αρχές της μεταπολεμικής περιόδου ως άκρως σημαντική για λόγους που δεν χρειάζεται να αναλύσει κανείς. Εδώ, το ενδιαφέρον του «κόσμου» δεν είναι ασύμβατο με το εύρος των επιστημονικών προσεγγίσεων που έχουν πραγματοποιηθεί, πολλώ δε μάλλον που τα τελευταία χρόνια, από τη δεκαετία αυτή έχουν ξεπηδήσει πλήθος διδακτορικών, μεταπτυχιακών εργασιών αλλά και συνεδρίων.

Συλλογικοί αγώνες

Η «μακρά δεκαετία του ’60» επίσης έχει «καταξιωθεί» προ πολλού στη συλλογική συνείδηση ως μια εποχή φωτεινή, κατά τη διάρκεια της οποίας «συμβαίνουν σημαντικά πράγματα»: ξέφρενη οικονομική ανάπτυξη, άνθηση του πολιτισμού και ιστορικοί συλλογικοί αγώνες για μια κοινωνία (πιο) ανθρώπινη και (πιο) δίκαιη. Αντίθετα, η δεκαετία του ’50 ποτέ δεν έλαβε ανάλογες διαστάσεις, λειτουργώντας στην ιστορική μνήμη ως μια άτυπη «γέφυρα» ανάμεσα σε δύο δεκαετίες εξίσου σημαντικές αλλά με εντελώς διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Ανάλογη απαξίωση δείχνει να «γεύεται» και η δεκαετία του ’70, εποχή ερευνητικά άγονη και αδικαιολόγητα παραμελημένη, παρά το γεγονός ότι τόσο διεθνώς όσο και ειδικότερα στην Ελλάδα κατά τη διάρκειά της λαμβάνουν χώρα πολύ σημαντικά γεγονότα και εξελίξεις.

Η δεκαετία του ’80 στην οποία είναι αφιερωμένη η σημαντική έκθεση GR80s: η Ελλάδα του Ογδόντα στην Τεχνόπολη που εγκαινιάζεται στις 25 Ιανουαρίου αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση. Ανέγγιχτη ερευνητικά και ταυτισμένη στη συλλογική συνείδηση με τον λαϊκισμό, την υπερβολή και την κακογουστιά έως πρόσφατα θεωρούνταν κάτι περίπου ως η ατυχής κατάληξη και ήττα μιας σειράς ελπίδων και προσδοκιών που κυοφόρησε η δεκαετία του ’60. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια τα έιτις άρχισαν να αποτιμώνται εντελώς διαφορετικά. Στροφή στην εξέλιξη αυτή υπήρξε βέβαια η έκδοση (2010) του λεξικού της δεκαετίας του Ογδόντα («Η Ελλάδα στη Δεκαετία του ’80. Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό λεξικό») σε επιμέλεια των Βασίλη Βαμβακά και Παναγή Παναγιωτόπουλου, εμβληματική δουλειά στην οποία συνεργάστηκαν εκατοντάδες ερευνητές, ειδικοί και επιστήμονες. Ωστόσο, η γλυκιά εκδίκηση του ’80 δείχνει να υπερβαίνει κατά πολύ τα ακαδημαϊκά περιβάλλοντα και αυτό είναι εμφανές στον χώρο του Διαδικτύου, όπου συντελείται μια μαζική «επιστροφή» των χρηστών του σε διάφορες όψεις και πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας του ’80, κατά βάση όχι πολιτικές, όπως οι παιδικές σειρές της περιόδου ή τα αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Η καταξίωση του ’80 λοιπόν, ως εποχής με ιδιαίτερη σημασία υπογραμμίζεται όχι τόσο από το (πρόσφατο) άνοιγμά της στην κοινωνική έρευνα όσο από αυτό ακριβώς το κλίμα ρομαντισμού που τείνει να της αφαιρεί το στίγμα της καλτ «εϊτίλας» προτείνοντάς την ως ακριβώς την εποχή που, ως λέγεται πλέον συχνά, «λατρεύουμε να μισούμε».

Αν δεχτούμε ωστόσο ότι κάθε «σημαντική εποχή» έχει το έτος σύμβολό της, ακριβώς όπως τα σίξτις είχαν το 1968 ως κορύφωση, τότε ποιο έτος θα μπορούσε να αποτελέσει το σημείο σταθμό της δυναμικά επανερχόμενης στο προσκήνιο δεκαετίας; Εδώ η απάντηση είναι ακόμη πιο δύσκολη, μια και σημαντικά γεγονότα εντοπίζονται σε όλη τη διάρκειά της. Το 1987 ωστόσο δείχνει όλο και περισσότερο να αναδεικνύεται ως ΤΟ έτος, η επιτομή της δεκαετίας. Η χρονιά ξεκινάει (τον Μάρτιο) με την περίφημη κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις λόγω του «Σισμίκ», ενώ προχωρά με την ίδρυση του πρώτου μη κρατικού ραδιοσταθμού στη χώρα, του Αθήνα 9.84. Τον Απρίλιο το ΚΚΕ Εσωτερικού μετασχηματίζεται σε Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ), ενώ περίπου τις ίδιες ημέρες η κοινή γνώμη συγκλονίζεται από την αποκάλυψη της εγκληματικής δραστηριότητας της «εταιρείας δολοφόνων». Αυτό όμως που πραγματικά καταξιώνει το ’87 ως ΤΟ έτος της δεκαετίας, είναι ο θρίαμβος του Eurobasket. Το έπος της χρυσής αρμάδας του Κώστα Πολίτη δεν υπήρξε απλώς ένας αθλητικός, έστω άνευ προηγουμένου, θρίαμβος. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη περίπου είκοσι χρόνια αργότερα στα γήπεδα της Πορτογαλίας, κοινή ήταν η αίσθηση ότι η πρώτη θέση κατακτήθηκε επάξια και δίκαια από μια (ελληνική) ομάδα της οποίας το ταλέντο ξεχείλιζε, γεγονός που αποτελούσε κρίσιμη ένεση αυτοπεποίθησης εν όψει της ισότιμης συμμετοχής της χώρας στο οικοδόμημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Την ίδια στιγμή, οι ξέφρενοι και μαζικοί πανηγυρισμοί χιλιάδων ανθρώπων στους δρόμους της Αθήνας επισημοποιούσαν τη σταδιακή αλλά σταθερή υποχώρηση των έως τότε κραταιών ταυτοτήτων που βασίζονταν στην κομματική ένταξη, εξέλιξη που αναμφίβολα κυοφόρησε η ξέφρενη κατανάλωση και ο εξαμερικανισμός της καθημερινής ζωής τα προηγούμενα (μετά το 1981) χρόνια. Υπό την έννοια αυτή το 1987 ορίζει την κορύφωση (λίγο πριν από το «βρώμικο ’89») και συνάμα το ουσιαστικό τέλος της δεκαετίας τρία χρόνια πριν αυτή «εκπνεύσει» ημερολογιακά και προοιωνίζεται την πολυπλοκότητα και το σύνθετο των ταυτοτήτων που θα επικρατήσουν στα νάιντις και ιδίως στην πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα.

Για την τομή λοιπόν του 1987 ελάχιστα πράγματα έχουμε προς το παρόν διαθέσιμα ώστε να ψηλαφήσουμε την κοινωνική εμπειρία που διαμορφώθηκε από τον ελληνικό θρίαμβο. Ενα από αυτά είναι το πολύ ενδιαφέρον (και μάλλον δυσεύρετο) βιβλιαράκι με τον τίτλο «Για πάντα ΕΣΣΔ» του Γ.Φ. Καλογερόγλου, το οποίο εκδόθηκε το 2013 από τις εκδόσεις Komsomol. Στο βιβλίο ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει τρία μικρά διηγήματα, ενοποιητικό στοιχείο των οποίων είναι η αταλάντευτη πίστη των πρωταγωνιστών τους στη Σοβιετική Ενωση, τον μύθο της και τον σοσιαλισμό της. Από αυτά, το πιο ενδιαφέρον αναμφίβολα είναι το πρώτο, το στόρι του οποίου εκτυλίσσεται γύρω από το δράμα που ζει ένας ορκισμένος σοβιετόφιλος λόγω της ήττας της Εθνικής ΕΣΣΔ στον μυθικό τελικό της 14ης Ιουνίου. Στην περίπτωση αυτή (και εδώ είναι το ενδιαφέρον), δεν ισχύει το κοινώς λεγόμενο ότι τα περιστατικά «ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα». Αντιθέτως. Μια παράπλευρη πτυχή του Eurobasket υπήρξε ακριβώς αυτό το δραματικών διαστάσεων δίλημμα, που φαίνεται πως βασάνισε πολλά νεαρά μέλη της ΚΝΕ και εν γένει οπαδούς της σοβιετικής κοσμοθεωρίας. Από τη μια πλευρά η ψυχική ανάταση ενός ολόκληρου έθνους μπροστά στην εποποιία της εθνικής ομάδας που δεν μπορούσε να τους αφήσει αδιάφορους, από την άλλη η ήττα, έστω σε μία μάχη, της εκπροσώπου ομάδας του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Εθνική επιτυχία

Κάποιοι παρέμειναν σταθεροί απέναντι «στις σειρήνες» της εθνικής επιτυχίας, κάποιοι «ενέδωσαν», κάποιοι κατάφεραν να λύσουν τον γρίφο ανακαλύπτοντας τις «αριστερές πτυχές» του ελληνικού θριάμβου στο πρόσωπο του πολιτικοποιημένου Κώστα Πολίτη, του συνδικαλιστή Παναγιώτη Φασούλα ή στα «τίμια εργατικά χέρια» του αγαθού γίγαντα Αργύρη Καμπούρη. Ολα αυτά, βέβαια, θα μπορούσαν να εκληφθούν και ως μικρές, χαριτωμένες στρατηγικές προσαρμογής σε μια κατάσταση που παρά το ακραίο της συνθήκης δεν αποτελεί παρά την κορυφή του παγόβουνου σε μια πορεία άρσης του πολιτικού φανατισμού και ενίσχυσης του ατομικισμού. Υπό την έννοια αυτή, το 1987 είναι όντως ΤΟ ΕΤΟΣ που βλέπει «το ελληνικό τείχος» να γκρεμίζεται, όπως πολύ ωραία επισημαίνει από τις σελίδες αυτής της εφημερίδας ο Βασίλης Βαμβακάς, και αυτό από μόνο του αρκεί για να το «καταξιώσει» ως τη «στροφή» της δεκαετίας. Φαντάζουν λοιπόν κάπως γλυκόπικρα τα λόγια του γίγαντα Βλαντίμιρ Τσατσένκο, του οποίου η εντυπωσιακή μορφή δεσπόζει στο εξώφυλλο, τα οποία και εμβάλλονται ως προοίμιο του πολύ ιδιαίτερου αυτού βιβλίου: «Η ήττα μας στο τερέν του μπάσκετ είναι αποτέλεσμα της νέας μας στρατηγικής (εννοεί του ΚΚΣΕ) που μετά το εικοστό συνέδριο έδειξε πραγματικά τι σημαίνει ειρηνικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό: να κοιτάς δηλαδή το μπασμένο αμερικανάκι Γκάλη και να κάνεις τον μαλάκα».

INFO

Η ιστορική, πολιτισμική και αναβιωτική έκθεση GR80s. Η Ελλάδα του Ογδόντα στην Τεχνόπολη διοργανώνεται, από τις 25 Ιανουαρίου ώς τις 12 Μαρτίου του 2017, από την Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, με πρόγραμμα παράλληλων δράσεων στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και με τη συνεργασία σημαντικών ελληνικών και διεθνών επιστημονικών και πολιτισμικών ιδρυμάτων και φορέων. Περιλαμβάνει τέσσερις θεματικές κατηγορίες: πολιτική, τέχνες, τρόπο ζωής και τεχνολογία. Συμμετέχουν 18 περίπτερα. Υπάρχει και συμμετοχή του κόσμου με την παροχή πλήθους κειμηλίων της εποχής. Αναλυτικές πληροφορίες στην ιστοσελίδαwww.gr80s.gr

Γ.Φ. Καλογερόγλου

Για πάντα ΕΣΣΔ

Ιστορίες έρωτα

και νοσταλγίας

Εκδ. Komsomol, 2013, Σελ. 64