Στις αναλύσεις για τις σπουδαίες επιδόσεις των κορυφαίων δρομέων, οι περισσότεροι στέκονται στους δυνατούς τους μυς και στα στρωτά τους πόδια που τους σπρώχνουν συνέχεια προς τα μπροστά. Η κατάσταση των αστραγάλων τους, ωστόσο, μένει στο σκοτάδι. Και όμως, θα έπρεπε να επιμένουν σε αυτήν αφού σύμφωνα με τελευταίες έρευνες, οι μύες στους αστραγάλους και την κνήμη καθορίζουν την ικανότητα ενός ανθρώπου να περπατάει, να τρέχει και να επιταχύνει. Η προοδευτική απώλεια της ισχύος τους με την πάροδο του χρόνου αναγκάζει τους δρομείς να γίνονται αργοί.

Τα αποτελέσματα της πρόσφατης μελέτης που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Ιατρική και επιστήμη στα σπορ και την άσκηση» (www.acsm-msse.org) από ειδικούς του Πανεπιστημίου της Γιβάσκιλας στη Φινλανδία, θα κάνουν όλους όσοι βγαίνουν στους δρόμους για να «γράψουν» χιλιόμετρα να αφήσουν τους κοιλιακούς και να πιάσουν τις ασκήσεις ενδυνάμωσης των αστραγάλων. Οι επιστήμονες συνέκριναν τη συμπεριφορά των μυών που τεντώνονται στα γόνατα και στους αστραγάλους την ώρα του βαδίσματος και του τρεξίματος. Διαπίστωσαν πως οι δυνάμεις που ασκούνται στις αρθρώσεις ήταν ίσες με το εννεαπλάσιο του σωματικού βάρους του ασκουμένου.

Παρ’ όλα αυτά, τα γόνατα μπορούσαν να υποστηρίξουν μεγαλύτερες δυνάμεις, σχεδόν 14 φορές επιπλέον του σωματικού βάρους, όταν οι συμμετέχοντες στην έρευνα πηδούσαν πάνω – κάτω όσο πιο ψηλά μπορούσαν. Οι αστράγαλοι άντεξαν δυνάμεις ίσες με 10 φορές το βάρος, γεγονός που έκανε τους ειδικούς να καταλήξουν στο συμπέρασμα πως ήδη λειτουργούσαν στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων τους κατά τη διάρκεια του τζόγκινγκ.

Σύμφωνα με την Τζούχα – Πέκα Κούλμαλα, βασική συγγραφέα της έρευνας, οι μετρήσεις αυτές καταδεικνύουν πως οι αστράγαλοι μπορεί να επηρεάσουν και να μειώσουν την ταχύτητα της κίνησης εφόσον είναι αδύναμοι. «Οι μύες που δουλεύουν κοντά στα όριά τους είναι οι αδύναμοι κρίκοι» αναφέρει χαρακτηριστικά στην εφημερίδα «The Globe and Mail». Τα νέα αυτά δεδομένα αναμένεται να βοηθήσουν την Κούλμαλα και τους συνεργάτες της να εξηγήσουν τα αποτελέσματα μιας αντίστοιχης μελέτης που είχαν δημοσιεύσει το 2014. Σε αυτή, συνέκριναν τους βηματισμούς κατά το τρέξιμο και το περπάτημα τριών διαφορετικών ομάδων δρομέων με μέση ηλικία 26, 61 και 78 αντίστοιχα. Ολοι τους έπαιρναν την ίδια δύναμη από τα γόνατα και τους γοφούς, αλλά αυτή που τροφοδοτούνταν από τους αστραγάλους μειωνόταν σταδιακά ανάλογα με την ηλικία.

Αλλη έρευνα που διεξήχθη με πρωτοβουλία του αμερικανικού στρατού και δημοσιεύτηκε πέρυσι κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα, συνδέοντας ουσιαστικά την υποχώρηση των δρομικών ικανοτήτων όσων τρέχουν μεταξύ των 20 και 59 χρόνων. Σιγά σιγά οι μεγαλύτεροι λάτρεις του τρεξίματος μείωσαν τους διασκελισμούς τους ως αποτέλεσμα της μειωμένης δύναμης των αστραγάλων. Οι μύες που πυροδοτούν την έκταση των αστραγάλων και κυρίως βρίσκονται στη γάμπα, είναι μικρότεροι σε μέγεθος σε σχέση με εκείνους των ανώτερων μερών του ποδιού και ισιώνουν τα γόνατα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή απώλεια της μάζας τους, γεγονός άρρητα συνδεδεμένο με τα προβλήματα που παρουσιάζονται νωρίτερα στους αστραγάλους. Ωστόσο ο Ρότζερ Κραμ, επικεφαλής του Εργαστηρίου Κίνησης του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, τοποθετεί αλλού την ουσία του θέματος. «Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία έχουν ακόμα την ικανότητα να παράγουν αρκετή δύναμη με τις γάμπες τους, απλώς ξεχνούν να τις ενεργοποιήσουν» παρατηρεί.

Δεδομένων όλων αυτών των στοιχείων, η Κούλμαλα πιστεύει ότι αξίζει την προσοχή μας η κατάσταση των αστραγάλων και η ενδυνάμωση των μυών στις γάμπες από νεαρή ηλικία, μιας και τότε δεν έχει αρχίσει η απώλεια μυών. Tο κάτι παραπάνω ίσως δώσει μια σχετικά απλή τακτική: η συχνή χρήση των μυών στην περιοχή των αστραγάλων τρέχοντας ή περπατώντας σε ανισόπεδα εδάφη.