Στην «Ανθρωποκτονία» του δανού σκηνοθέτη Περ Φλι η ηθοποιός Μπεάτε Μπίλε υποδύεται μια ακροαριστερή ακτιβίστρια, εξαιτίας της δράσης της οποίας κάποια στιγμή σκοτώνεται ένας αστυνομικός. Ο θάνατός του δεν της προκαλεί και κανένα ιδιαίτερο ηθικό δίλημμα, θέλει μόνο να κρυφτεί για να μην καταστραφεί η ζωή της, ενώ στο πλευρό της έχει τον εραστή της και πρώην καθηγητή της στο πανεπιστήμιο, που προσπαθεί να την προστατεύσει. Εκείνος στο τέλος καταρρέει από το βάρος των ενοχών που επιτείνει η τραγική γυναίκα του αστυνομικού. Αλλά εκείνη θα πατήσει ακόμη και πάνω του για να τη γλιτώσει με κάτι που μπορεί να περιγραφεί μόνο ως ακραίος φιλοτομαρισμός.
Στην ιστορία του Περ Φλι διαπιστώνει κανείς την τερατώδη αντίφαση ανάμεσα στην ασυγκράτητη επιθυμία για έναν καλύτερο κόσμο και την ασύμμετρη απέχθεια για τον κόσμο που μας περιβάλλει. Είναι μια αντίφαση που εκδηλώνεται και σε πιο προσωπικό επίπεδο –και όχι μόνο στη σινεμά, αλλά και στην πραγματικότητα. Γιατί δεν είναι μόνο η Μπεάτε Μπίλε της ταινίας που για να σώσει τη δική της ζωή καταστρέφει δυο – τρεις ζωές γύρω της. Είναι και ο σύντροφος της Πόλας Ρούπα που αξιώνει τα πάντα για το δικό του παιδί αλλά θέλει να «φυτέψει μια σφαίρα», όπως είπε ο ίδιος χθες, στα κεφάλια των πατεράδων άλλων παιδιών. Είναι ο ίδιος που επιχείρησε κάποτε να το σκάσει από το Μοναστηράκι αδιαφορώντας για δεκάδες ζωές.
Πώς εξηγείται αυτή η τερατώδης αντίφαση; Ισως με τη βαθιά περιφρόνηση προς τη ζωή. Οχι ασφαλώς τη δική του –αυτό μας υπενθύμισε η Μπεάτε. Αλλά προς τις ζωές όλων των άλλων.