Διεθνής ομάδα επιστημόνων ανακοίνωσε ότι επινόησε μία ανάλυση ούρων που αποκαλύπτει πόσο υγιεινή είναι (ή δεν είναι) η διατροφή μας, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η ανάλυση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να βελτιώσει τις διατροφικές συμβουλές προς τους πάσχοντες από προβλήματα υγείας και προς όσους προσπαθούν να αδυνατίσουν, διότι είναι καλά τεκμηριωμένο πως οι περισσότεροι άνθρωποι αδυνατούν να καταγράψουν σωστά από μόνοι τους τι και πόσο τρώνε.
Η νέα ανάλυση, που περιγράφεται λεπτομερώς στην επιθεώρηση Lancet Diabetes and Endocrinology,ανιχνεύει χημικές ουσίες οι οποίες παράγονται κατά την επεξεργασία της τροφής από τον οργανισμό.
Οι επιστήμονες από τη Βρετανία και τη Δανία που την επινόησαν εκτιμούν ότι μέσα στην επόμενη διετία θα είναι έτοιμη για ευρεία διάθεση.
Τα δείγματα ούρων αναλύονται για να καθοριστεί η δομή των χημικών ουσιών που επιπλέουν σε αυτά. Η ανάλυση γίνεται με τη βοήθεια μιας τεχνικής που αποκαλείται φασματοσκοπία πρωτονιακού πυρηνικού μαγνητικού συντονισμού (1H-NMR φασματοσκοπία).
Η νέα ανάλυση παρέχει ενδείξεις τόσο για τα πρόσφατα γεύματα, όσο και για τις μακροχρόνιες διατροφικές συνήθειες.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές, η επεξεργασία των φρούτων, των λαχανικών, των ψαριών και του κρέατος από τον οργανισμό αφήνει χαρακτηριστικά «αποτυπώματα» στα ούρα, ενώ η νέα ανάλυση μπορεί να ανιχνεύσει και ουσίες που παρέχουν ενδείξεις για την κατάσταση του μεταβολισμού και την υγεία του εντέρου.
Την ανάλυση ανέπτυξαν επιστήμονες από το Imperial College του Λονδίνου (ICL), το Πανεπιστήμιο του Νιούκασλ, το Πανεπιστήμιο Άμπερισγουΐθ και το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης.
«Η ανάλυση αυτή θα αποτελέσει τελικά ένα εργαλείο για εξατομικευμένη διατροφική παρακολούθηση με στόχο την διατήρηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής», δήλωσε η δρ Ιζαμπέλ Γκαρσία-Πέρεζ, από το ICL.
«Δεν έχουμε βέβαια φτάσει ακόμα στο σημείο να μπορούμε να καταλάβουμε από το τεστ αν έχει φάει κάποιος 15 τηγανητές πατάτες και δύο λουκάνικα, αλλά δεν απέχουμε πολύ από αυτό». Και πρόσθεσε ότι με τη βοήθεια του τεστ θα μπορεί σύντομα να αντιμετωπίζεται καλύτερα η παχυσαρκία ή και ο κίνδυνος εκδήλωσης διαβήτη.
Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι το σχεδόν 60% των ανθρώπων είτε υποτιμούν είτε υπερεκτιμούν τις ποσότητες του φαγητού που καταναλώνουν, με συνέπεια να μην ξέρουν τι τρώνε.
Οι ερευνητές δοκίμασαν την ανάλυση ούρων σε 19 εθελοντές, οι οποίοι ακολούθησαν τέσσερα διαφορετικά είδη διαιτολογίων, κατορθώνοντας να ξεχωρίσουν τις διαφορές μεταξύ τους.