Ενας αγρότης του είπε, λέει, «σημασία έχει το τσουβάλι να έχει μέσα γερά καρύδια». Εκείνος τον διαβεβαίωσε ότι «όχι μόνο έχει γερά καρύδια αλλά έχει και σκληρά καρύδια, που δεν θα υποχωρήσουν και θα επιμείνουν για να αλλάξουμε τη χώρα». Ετσι αντέδρασε ο Σταύρος Θεοδωράκης όταν ρωτήθηκε, χθες, από το Star Κεντρικής Ελλάδας για τον τέταρτο κατά σειρά βουλευτή που χάνει το κόμμα του.
Εδώ και καιρό στην πολιτική αγορά αναρωτιούνται πόσο θα αντέξει Το Ποτάμι. Οι περισσότεροι θεωρούν δεδομένο πως δεν θα βρίσκεται στην επόμενη Βουλή. Κάποιοι μάλιστα ποντάρουν ότι δεν θα κατέβει καν αυτόνομο στις εκλογές. Ο ίδιος ο επικεφαλής του, πάντως, διατηρεί την αισιοδοξία που τον χαρακτήριζε στα πρώτα του βήματα στην πολιτική. Οταν δήλωνε πως το δημιούργημά του θα μπορούσε να πιάσει ακόμη και 10%.
Τον Φεβρουάριο του 2014, λίγες ημέρες αφού είχε ανακοινώσει πως εγκαταλείπει τη δημοσιογραφία για να ιδρύσει κόμμα, μια παρέα διανοουμένων σε ένα δείπνο κάπου στο κέντρο της Αθήνας έβλεπε στο πρόσωπό του τον αρχηγό που χρειαζόταν η παραπαίουσα Κεντροαριστερά. Η αποτυχία των 58 ήταν τότε νωπή και όλοι αναζητούσαν τον αντι-Τσίπρα. Είχαν προβάλει πάνω του την επιθυμία τους για μια ντόπια εκδοχή του Μπιλ Κλίντον. Εψαχναν, δηλαδή, κάποιον που να μιλάει τη γλώσσα του εκσυγχρονισμού με προφορά Αρκανσο. Εκείνος ήταν λαϊκός, δημοφιλής και κυρίως αντιλαμβανόταν την ανάγκη για ένα μεταρρυθμιστικό πρόταγμα.
Η αρχική τους υπόθεση δεν ήταν λανθασμένη. Ο Θεοδωράκης στο πεζοδρόμιο έχει την αμεσότητα που απαιτεί το κυνήγι της ψήφου. Και όπως απέδειξαν τα ονόματα που βρέθηκαν στα ποταμικά ψηφοδέλτια –αλλά και η σύνθεση της επιτροπής σοφών του κόμματος, της Επιτροπής Διαλόγου –έχει ένα ακόμη ταλέντο: να πείθει αξιόλογους ανθρώπους, που δεν είχαν βρεθεί ποτέ στο προσκήνιο της πολιτικής, να συστρατευθούν μαζί του. Οπως ο Νίκος Αλιβιζάτος που δέχθηκε να είναι ο υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας που πρότεινε Το Ποτάμι στα τέλη του 2014. Σε αυτή την ικανότητα του αρχηγού στο σκάουτινγκ απέδωσαν πολλοί και την επιτυχία στις κάλπες του Ιανουαρίου του 2015 με 6,05%, που μεταφράστηκε σε 17 έδρες. Διόλου ευκαταφρόνητα για κόμμα που δεν είχε κλείσει καν έναν χρόνο λειτουργίας.
Τίποτα από αυτά, ωστόσο, δεν τον προστάτευσε από την κατάρα του εκσυγχρονιστικού χώρου, που όσα κηρύττει δύσκολα ακούγονται ευχάριστα στα αφτιά των μεγάλων ακροατηρίων. Παρότι ο ίδιος ανταποκρίθηκε στις αρχικές προσδοκίες και δεν δίσταζε, ξεκινώντας με τη φράση σήμα κατατεθέν «πες μου ρε φίλε», να μιλήσει σε έναν συνταξιούχο για τη σημασία ενός Ασφαλιστικού που θα δίνει προτεραιότητα στους νέους.
Κι αν με το πέρασμα του χρόνου Το Ποτάμι άφησε στην άκρη την αρχική ιδεολογική ασάφειά του, που είχε μότο «κλέβουμε ιδέες από τα αριστερά και από τα δεξιά» για να καταλήξει ένα –κατά τα λεγόμενα του αρχηγού του –ντελικατέσεν μεταρρυθμίσεων, κάποια πράγματα δεν άλλαξαν. Οπως η θεοδωρακική επιλογή να είναι ένα άυλο κόμμα. Κοινώς, να μην έχει τοπικές οργανώσεις με οδό και αριθμό και άρα μηχανισμό.
Παράλληλα, μέχρι και στελέχη που έφυγαν χωρίς τόσο θόρυβο όσο η Μάρκου ή ο Ιλχάν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις κατηγορούν το ποταμικό μοντέλο ως αρχηγοκεντρικό. Ειδικά στη λήψη αποφάσεων. Αναφέρονται σε όσα ο Σπύρος Λυκούδης λέει κάπως πιο κομψά, όταν μιλά δημόσια για Το Ποτάμι που «δεν έχει καταφέρει να συγκροτήσει σαφή πολιτική ταυτότητα, σταθερές δομές πολιτικών αποφάσεων και στρατηγικό προσανατολισμό». Οπου «σταθερές δομές πολιτικών αποφάσεων» βλέπε κομματικά όργανα, τα οποία πράγματι χαράσσουν γραμμή.
Αυτή η κριτική δεν γίνεται μόνο εκ των έσω. Γινόταν και από στελέχη του ΠΑΣΟΚ όταν ακόμη κάθονταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους ποταμικούς για την ανασύσταση της Κεντροαριστεράς. Τη βάζουν στην ατζέντα και όσοι σκέπτονται τώρα να συνεργαστούν με τη Σεβαστουπόλεως για έναν νέο φορέα του προοδευτικού χώρου.
Ισως όμως το μεγάλο λάθος του Θεοδωράκη να μην ήταν η επιθυμία του για ένα μεταμοντέρνο κόμμα, όπως τον κατηγορούν οι άσπονδοι φίλοι. Πολιτικά η κίνηση που του στοίχισε περισσότερο ήταν η απόφαση κατά τη διάρκεια της «πρώτη φορά Αριστεράς» να ακολουθήσει το ρεύμα που στήριζε τον Τσίπρα. Η στρατηγική, δηλαδή, να πλασάρει κόμμα και εαυτόν ως τα ευρωπαϊκά αντίβαρα σε μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Η εκλογική καθίζηση των δεύτερων εκλογών του 2015 απέδειξε ότι στη δεξαμενή των δυνητικών ψηφοφόρων του το όνομα Τσίπρας όχι μόνο δεν πουλάει αλλά απωθεί κιόλας. Κι ύστερα ήρθε η περίοδος του εκσυγχρονιστικού αντίβαρου στη δεξιά ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Τι κι αν ο τελευταίος είναι ένας πολιτικός του ίδιου μεταρρυθμιστικού προφίλ;
Ομως ακόμη και σήμερα ο Θεοδωράκης φαίνεται πως συνεχίζει να είναι αντιμέτωπος με διλήμματα. Είναι, λέει, σε επαφή με τους Διαμαντοπούλου, Ραγκούση και Φλωρίδη. Και τους ώθησε «να επιμείνουν» γιατί «δεν είναι ώρα για αποστρατείες». Μια συνεργασία με το κόμμα των τριών θα μπορούσε να είναι μια λύση για την επιβίωση του Ποταμιού. Από την άλλη, όμως, εκείνος που ευαγγελιζόταν το νέο στην πολιτική θα πάει με τρεις πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ; Η επιλογή δεν είναι εύκολη. Οπως όμως λέει και μια γερμανική παροιμία «ο Θεός δίνει τα καρύδια, αλλά δεν τα σπάει κιόλας».