Οι γονείς ανησυχούν για τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει στους εφήβους η αυξημένη ενασχόληση με τα κινητά και τα κομπιούτερ, αλλά μια νέα μελέτη υποδηλώνει ότι η αρνητική συσχέτιση μεταξύ του χρόνου μπροστά στην οθόνη και της ευεξίας είναι στην καλύτερη περίπτωση αδύναμη.
«Οι ψηφιακές οθόνες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ζωής των παιδιών και των εφήβων και, αναλόγως με τον επιστήμονα που ρωτάει κανείς, είτε συμβάλλουν στη δημιουργία της γενιάς των “ψηφιακών αυτοχθόνων” (digital natives) είτε είναι ένας μπαμπούλας που προδιαθέτει τους νέους σε όλων των ειδών τις υστερήσεις» δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Andrew Przybylski, πειραματικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι ο μπαμπούλας δεν ισχύει, διότι η μέτρια χρήση οθονών από τους νέους δεν έχει ανιχνεύσιμη συσχέτιση με την ευεξία και η αυξημένη χρήση έχει απλώς μια μέτρια συσχέτιση με αυτήν».
Οπως αποκαλύπτουν στην επιθεώρηση «Psychological Science» ο δρ Przybylski και η συνάδελφός του δρ Netta Weinstein, λέκτορας Κοινωνικής και Περιβαλλοντικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ, υπάρχει τεράστιο χάσμα μεταξύ όσων πιστεύει ο κόσμος για τις επιδράσεις των οθονών στους εφήβους και όσων έχει δείξει η επιστημονική έρευνα.
«Οταν εξετάσαμε την υπάρχουσα βιβλιογραφία ως επιστήμονες και γονείς, ανακαλύψαμε ένα πεδίο πλούσιο σε απόψεις αλλά φτωχό σε επιστημονικά δεδομένα» δήλωσε ο δρ Przybylski. Και πρόσθεσε: «Μας εξέπληξε πόσο φτωχή σχέση έχουν με την επιστημονική βιβλιογραφία όσα συνιστώνται από επίσημους φορείς».
Για να καλύψουν αυτό το κενό, οι δύο επιστήμονες αποφάσισαν να αναλύσουν δεδομένα για τη χρήση ψηφιακών μέσων από ένα μεγάλο, αντιπροσωπευτικό δείγμα βρετανών εφήβων.
Το δείγμα τους αποτελούνταν από 120.115 νέους ηλικίας 15 ετών, οι οποίοι είχαν συμπληρώσει αναλυτικά ερωτηματολόγια για τις ψηφιακές δραστηριότητές τους – από τις ώρες που έβλεπαν τηλεόραση και σέρφαραν στο Ιντερνετ έως τις ώρες που έπαιζαν παιχνίδια σε κονσόλες και κομπιούτερ και μιλούσαν στο Viber ή έγραφαν μηνύματα στο κινητό.
Επιπλέον, συμπλήρωσαν ένα ειδικό ερωτηματολόγιο που μέτρησε την ευτυχία τους, την ικανοποίησή τους από τη ζωή, καθώς και την ψυχολογική και την κοινωνική λειτουργικότητά τους.
Σχεδόν όλοι οι έφηβοι (το 99,9%) δήλωσαν ότι σε καθημερινή βάση ασχολούνταν με τουλάχιστον ένα είδος ψηφιακής τεχνολογίας, καθώς και ότι το Σαββατοκύριακο ασχολούνταν περισσότερο απ’ ό,τι τις καθημερινές. Το ψηφιακό μέσον που χρησιμοποιούσαν περισσότερο ήταν τα κινητά τηλέφωνα και ακολούθως η τηλεόραση, τα βιντεοπαιχνίδια και τα κομπιούτερ με τα τάμπλετ.
Οπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, όσο περισσότερο ασχολούνταν οι νέοι με τα ψηφιακά μέσα τόσο αυξανόταν η ευεξία τους, αλλά έως ένα συγκεκριμένο όριο. Υστερα από αυτό, η ευεξία τους μειωνόταν, δίχως όμως να φθάσει σε καταστροφικά επίπεδα.
Ποιο ήταν λοιπόν αυτό το όριο; Τις καθημερινές, η ενασχόληση έως 1 ώρα και 40 λεπτά με τα βιντεοπαιχνίδια, έως 1 ώρα και 57 λεπτά με το κινητό, έως 3 ώρες και 41 λεπτά με την τηλεόραση και έως 4 ώρες και 17 λεπτά με τα κομπιούτερ!
Για τα Σαββατοκύριακα, τα αντίστοιχα όρια ήταν ακόμα υψηλότερα.
Τα ευρήματα αυτά, που παρέμειναν ισχυρά όταν οι επιστήμονες έλαβαν υπ’ όψιν και άλλους παράγοντες που μπορεί να παίζουν ρόλο όπως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το φύλο, υποδηλώνουν ότι «οι δυνητικές επιδράσεις της χρήσης ψηφιακών μέσων στην ευεξία παρουσιάζουν διακυμάνσεις αναλόγως με το είδος του μέσου και τη διάρκεια χρήσης, αλλά οπωσδήποτε είναι θετικές για τους νέους όταν δεν γίνεται κατάχρηση» τόνισε ο δρ Przybylski.
Και συνέχισε: «Εχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε ότι οι γονείς δίνουν μάχη για να περιορίσουν τις ώρες χρήσης των ψηφιακών μέσων, φοβούμενοι ότι η υπερβολική χρήση πλήττει τις κοινωνικές δεξιότητες και την ευτυχία των παιδιών τους, αλλά η μελέτη μάς έδειξε ότι η μέτρια χρήση είναι δυνητικά ωφέλιμη».