Αύριο στη Γαλλία πραγματοποιούνται οι προκριματικές εκλογές των Σοσιαλιστών για την ανάδειξη του υποψηφίου τους για την προεδρία. Η συμμετοχή δεν αναμένεται μεγάλη, ενώ στις δημοσκοπήσεις όποιος υποψήφιος αναδειχθεί θα αγωνίζεται να ξεπεράσει την πέμπτη θέση (έπειτα από Λεπέν, Φιγιόν, Μακρόν, Μελανσόν –τυχαία η σειρά) στην οποία τον καταδίκασε μια θητεία Ολάντ που, κατά τα φαινόμενα, απογοήτευσε τους ψηφοφόρους του.
Βέβαια είναι και γενικότερα μια εκλογική χρονιά αυτή που διανύουμε. Τον Μάρτιο κάνει εκλογές η Ολλανδία (προηγείται ο ακροδεξιός υποψήφιος), ακολουθεί λίγο μετά η γαλλική προεδρική εκλογή, ενώ το φθινόπωρο έχουμε τις γερμανικές εκλογές. Στο μεταξύ, χθες ορκίστηκε πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ, στη μακράν πιο σημαδιακή και πιο ανησυχητική αμερικανική προεκλογική εκλογή των τελευταίων ετών.
Αυτό που κατά κόρον έχει συμβεί είναι ότι τα σοσιαλιστικά κόμματα εγκλωβίστηκαν στις πολιτικές της (νεο)φιλελεύθερης δεξιάς παράταξης έτσι όπως διαμορφώθηκαν σταδιακά μετά την περίφημη συναίνεση της Ουάσιγκτον στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Αυτό, σε συνάρτηση και με τις οξυμμένες μεταναστευτικές ροές, οδήγησε εκείνους που ο διάσημος γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί αλλά και ο πρόσφατα αποδημήσας, εξίσου διάσημος, πολωνός κοινωνιολόγος Ζίγκμουντ Μπάουμαν αποκαλούν «χαμένους της παγκοσμιοποίησης» είτε να αποστασιοποιηθούν από τις εκλογικές διαδικασίες είτε να στραφούν σε έκκεντρες επιλογές, κυρίως βέβαια ακροδεξιές.
Σε κάποιες χώρες, φυσικά, βοήθησε σε αυτό και η πολύ έντονη οσμή της διαφθοράς που αναδύθηκε από ποικίλες όψεις της δημόσιας ζωής, στο πλαίσιο της εναλλαγής σοσιαλδημοκρατών και συντηρητικών, με προεξάρχον παράδειγμα αυτό της Ισπανίας.
Ο Ζοζέ Σαραμάγκου στο περίφημο έργο του «Περί φωτίσεως» φτιάχνει με τη φαντασία του μια πολιτεία στην οποία οι πολίτες ψηφίζουν ξαφνικά σε ποσοστό 70% λευκό και όταν η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται, ανεβάζουν ακόμη περισσότερο το ποσοστό του λευκού, στο 80%. Οι πολίτες «φωτίζονται» αιφνίδια και ανακαλύπτουν ξανά βασικές πανανθρώπινες αξίες που η κυριαρχία της αγοράς έχει εξοβελίσει.
Ομως ενόψει των αυριανών primaires του γαλλικού Parti Socialiste αξίζει να θυμηθούμε και ένα άλλο κείμενο. Ενα κείμενο μικρό και απολαυστικό, γραμμένο από Γάλλο, τον Οκτάβ Μιρμπό, πριν από σχεδόν εκατόν τριάντα χρόνια. Λιβελογράφος ολκής, γνωστός σε μας σήμερα από το μυθιστόρημά του «Ημερολόγιο μιας καμαριέρας» που γύρισε ταινία ο Λουί Μπουνιουέλ, ο Μιρμπό δημοσίευσε το κείμενό του στις 28 Νοεμβρίου 1888 στην εφημερίδα «Le Figaro». Παρόλο που ο τίτλος είναι «Η απεργία των ψηφοφόρων», στην πραγματικότητα το κείμενο πάει ακόμα μακρύτερα, καλεί τους ψηφοφόρους –τους οποίους λοιδορεί –σε μόνιμη αποχή, πηγαίνοντας προς μονοπάτια είτε αναρχισμού είτε, το λιγότερο, σκληρής κριτικής του κοινοβουλευτισμού, ο οποίος, κατά τη γνώμη του, ήδη τότε βρισκόταν σε πρωτοφανή κρίση.
Λέει χαρακτηριστικά (στην κομψή έκδοση της Αγρας του 2014, σε μετάφραση Ανδρέα Στάικου): «Ενα πράγμα με εκπλήσσει απεριόριστα –θα τολμούσα να πω ότι με αφήνει άναυδο: τώρα που γράφω, στην εποχή των επιστημών, έπειτα από αναρίθμητες δοκιμασίες και καθημερινά σκάνδαλα, ότι, στην αγαπημένη μας Γαλλία (όπως λένε στην Επιτροπή του Προϋπολογισμού) υπάρχει έστω και ένας ψηφοφόρος, το άλογο εκείνο ζώον, το εξωφρενικό, το υπό ανοργάνου ύλης πλασθέν, το οποίο δέχεται να παραμερίζει τις εργασίες, τα όνειρα ή τις απολαύσεις του, προκειμένου να μετακινηθεί για να εκλέξει κάποιον ή κάτι. (…) Αναμένεται ένας Μπαλζάκ που θα μας περιγράψει τη φυσιολογία του σύγχρονου ψηφοφόρου κι ένας Charcot που θα μας αναλύσει την ανατομία και τη νοοτροπία αυτού του ανίατου παράφρονος!
Κατανοώ έναν απατεώνα να αναζητά τους κεφαλαιούχους, τη λογοκρισία τους υπερασπιστές της, την Οπερά Κομίκ τους ελαφρόμυαλους θεατές, την Constitutionnel τους συνδρομητές της, τον κύριο Σανταβουάν (σ.σ.: πρόκειται για ποιητή της εποχής) να σκοτώνεται για να συνταιριάξει τις ομοιοκαταληξίες του. Κατανοώ τα πάντα. Αλλά ότι ένας βουλευτής ή ένας γερουσιαστής ή ένας πρόεδρος της Δημοκρατίας ή, τέλος πάντων, οποιοσδήποτε από όλους τους γελωτοποιούς που επιζητούν οποιοδήποτε αξίωμα αιρετού άρχοντος, αναζητά τον ψηφοφόρο του, δηλαδή ένα ον παντελώς άγνωστό του, έναν απίθανο οσιομάρτυρα, για να τραφεί από το ψωμί του, να ντυθεί από το μαλλί και το βαμβάκι του, να παχύνει από το κρέας του, να πλουτίσει από το χρήμα του, με αντάλλαγμα και μοναδική προοπτική να ανταμείψει τον ψηφοφόρο γενναιόδωρα με κλοτσιές στον πισινό του, με χτυπήματα ράβδου στη ράχη, αν όχι και με ντουφεκιές κατάστηθα, αυτό υπερβαίνει την ιδέα, την ήδη απαισιόδοξη ιδέα που είχα σχηματίσει για την ανθρώπινη ηλιθιότητα, εν γένει, και τη γαλλική ηλιθιότητα ιδιαιτέρως, την αξιαγάπητη και αθάνατη ηλιθιότητά μας!». Και παρακάτω: «Πώς υπάρχουν ακόμη άνθρωποι αυτού του είδους; Πώς, όσο πείσμονες, υπερήφανοι ή παράδοξοι κι αν είναι, δεν έχουν προ πολλού αποθαρρυνθεί και δεν αισχύνονται για τα έργα τους; Πώς είναι δυνατόν να συναντά κάποιος, ακόμη και στις εσχατιές της Βρετάνης, ακόμη και στα απρόσιτα σπήλαια των Πυρηναίων και της Σεβέν, έναν ανθρωπάκο αρκετά ηλίθιο, αρκετά παράλογο, αρκετά τυφλό σε όσα βλέπει, αρκετά κουφό σε όσα ακούει, να ψηφίζει γαλάζιο, λευκό ή κόκκινο, χωρίς κανείς να τον υποχρεώνει να ψηφίσει, χωρίς κανείς να τον δωροδοκεί, χωρίς κανείς να τον μεθά;».
Και προς το τέλος: «Ο άνδρας που εξυψώνεις δεν εκπροσωπεί ούτε την εξαθλίωσή σου ούτε τις επιδιώξεις σου ούτε τίποτα. Εκπροσωπεί μόνο τα δικά του πάθη και τα δικά του συμφέροντα, τα οποία είναι αντίθετα από τα δικά σου. Για να ηρεμήσεις και να ζωντανέψουν ξανά οι ελπίδες σου που θα διαψευστούν συντομότατα, μη φανταστείς ότι το άθλιο θέαμα των εκλογών στο οποίο συμπράττεις χαρακτηρίζει κάποια εποχή ή κάποιο καθεστώς κι ότι θα είναι εφήμερο. Ολες οι εποχές έχουν την αξία όπως και όλα τα καθεστώτα, δηλαδή ουδεμία αξία. Λοιπόν, να επιστρέψεις στο σπίτι σου, καλέ μου άνθρωπε, και στις επόμενες εκλογές να απεργήσεις».
Το ζήτημα των εκλογών, των οραμάτων και των διαψεύσεων, των υποσχέσεων και της μη τήρησής τους είναι, όπως βλέπουμε, παμπάλαιο. Ο κοινοβουλευτισμός και η ίδια η εκλογική διαδικασία –αναμφισβήτητα προϊόν θετικών αλλαγών σε σχέση με τις παλαιότερες μορφές πολιτειακής ισχύος –έχουν υποστεί τη φθορά που αναλογεί στα εγγενή τους προβλήματα. Εξού και το λίφτινγκ που, τουλάχιστον επί ευρωπαϊκού εδάφους, επέβαλε για πρώτη φορά ο Γιώργος Παπανδρέου, εγκαινιάζοντας τη διαδικασία των προκριματικών εκλογών. Διαδικασία που, αφού αναποδογύρισε το πεπρωμένο και της Νέας Δημοκρατίας, οδηγώντας τον Αντώνη Σαμαρά στην αρχηγία αντί της αναμενόμενης –με την παλιά διαδικασία –Ντόρας Μπακογιάννη, εξήχθη και στο εξωτερικό –σε τέτοιο βαθμό που ίσως και να έχει συμβάλει στη σημαντική, κατά τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αύξηση του δείκτη των εξαγωγών. Το λίφτινγκ αυτό στηρίχθηκε στην απλή ιδέα ότι λεφτά μπορεί να υπάρχουν ή να μην υπάρχουν, ψηφοφόροι πάντως σίγουρα υπάρχουν, όπως διαβεβαιώνει και ο Οκτάβ Μιρμπό. Μένει πάντως να επιβεβαιωθεί αυτό και πάλι στις αυριανές primaires. Ορισμένοι αμφιβάλλουν.
Η απεργία των ψηφοφόρων
Μτφ. Ανδρέας Στάικος
Εκδ. Αγρα, 2014, σελ. 40
Τιμή: 5 ευρώ