Το 2016 συμπληρώθηκαν ακριβώς πενήντα (50) χρόνια σχέσης μου («σχέση γραφής» θα την έλεγα) με «ΤΑ ΝΕΑ». Μπήκα στον πεντηκοστό πρώτο χρόνο σχέσης. Ξεκίνησα ως δόκιμος δημοσιογράφος το 1966 κοντά σε μια εξαιρετική παρέα ανθρώπων, τους Αστ. Στάγκο, Μ. Παπάζογλου και τη Λ. Αλεξίου στο εκπαιδευτικό ρεπορτάζ, με μια μόνιμη (θρυλική) στήλη στην εφημερίδα, τη «Νέα Γενιά». Ημουν τότε ακόμη μαθητής Λυκείου (στο επτατάξιο νυχτερινό Λύκειο στη Νίκαια) και μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη στην περιοχή. Από τότε η σχέση γραφής επεκτάθηκε σε άλλες εκδόσεις του ΔΟΛ, κυρίως στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» (συνεργάτης του από το 1978 μέχρι τέλους, το 2004, για τα ευρωπαϊκά θέματα) και στο «Βήμα» με κάποια διαλείμματα είτε λόγω ανωτέρας βίας είτε λόγω απουσίας μου εκτός συνόρων για λόγους κυρίως εκπαιδευτικούς κ.ά. [Μπορώ να… επαίρομαι ότι απ’ όλους σήμερα στην εφημερίδα έχω ίσως τη μακροβιότερη σχέση]. Αυτή η «σχέση γραφής» ουσιαστικά με διαμόρφωσε ποικιλοτρόπως. Με έφερε κοντά σε ανθρώπους από τους οποίους έμαθα πολλά και ουσιαστικά. Θα μνημονεύσω μόνο δύο, τον αείμνηστο Λ. Καραπαναγιώτη και τον Γ. Μαρίνο, δύο γιγαντιαίες μορφές της ελληνικής δημοσιογραφίας αλλά και της σκέψης γενικότερα. Αλλά η σχέση μου με «ΤΑ ΝΕΑ» ως αναγνώστη πάει ακόμη πολύ πιο πίσω. Συμπληρώνει περίπου εξήντα χρόνια. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, τα «πέτρινα χρόνια», όταν ο πατέρας μου έφερνε την εφημερίδα στο χωριό (Χίδηρα Λέσβου) κρυμμένη επιμελώς στη φόδρα του σακακιού του γιατί έπρεπε, ως στιγματισμένος αριστερός, να την κρύβει καθώς εθεωρείτο αριστερή εφημερίδα. Από τότε και μέχρι σήμερα δεν υπήρξε μέρα (κυριολεκτώ) που να μην την ξεκινήσω με «ΤΑ ΝΕΑ» ή «Το Βήμα» ή και τις δύο (εφόσον ήταν διαθέσιμες).
Αναστοχάζομαι όλα αυτά με την ευκαιρία της πεντηκονταετίας, αλλά και λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η εφημερίδα, για να επισημάνω μια σημαντική πτυχή – ιδιαιτερότητα της ελληνικής πραγματικότητας που δεν έχει επαρκώς κατανοηθεί: στην Ελλάδα ο διαχρονικά (εκατό χρόνια) ισχυρότερος, σταθερότερος φορέας εκσυγχρονισμού, προώθησης της φιλελεύθερης δημοκρατίας και ιδεών, ευρωπαϊσμού, ανοιχτής, δίκαιης κοινωνίας δεν υπήρξε ένα πολιτικό κόμμα ή κίνηση (άλλωστε κανένα πολιτικό κόμμα δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλη ηλικία λόγω και των περιπετειών της χώρας). Ο σταθερός αυτός φορέας υπήρξαν οι εκδόσεις του ΔΟΛ. Σε καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν υπήρξε παρεμφερές φαινόμενο: ένα σύνολο εκδόσεων να διαδραματίσουν τόσο καθοριστικό ρόλο στην προώθηση του πολύπλευρου εκσυγχρονισμού και της δημοκρατίας της χώρας.
Μπορεί κάποιος να καταλογίσει οτιδήποτε θέλει στον ΔΟΛ, αλλά ας σκεφθεί το ποια θα ήταν η πνευματική συγκρότηση της χώρας, η πολιτική και οικονομική σκέψη και τελικά η δημοκρατία χωρίς «ΤΑ ΝΕΑ», «Το Βήμα», τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», τις «Εποχές»; Απελπιστικά φτωχότερη. Μυήθηκα αρχικά στη σύγχρονη οικονομική και πολιτική σκέψη μέσα από τις σελίδες του «ΟΤ» (με τα θαυμάσια κείμενα του Σπ. Παπασπηλιόπουλου, μεταξύ άλλων), στη μουσική μέσα από τα κείμενα του Γ. Πηλιχού (για τη Μ. Κάλλας π.χ.) και τις μουσικοκριτικές του Γ. Λεωτσάκου, στη λογοτεχνία μέσα από τις επιφυλλίδες του «Βήματος» και τα κείμενα των «Εποχών» από πνευματικούς ογκόλιθους όπως οι Γ. Θεοτοκάς, Αγ. Τερζάκης, Γ. Σεφέρης, Η. Βενέζης, Κ. Δημαράς κ.ά. Εκτός δηλαδή από εκσυγχρονιστικός φορέας, και μείζον πολιτιστικός δίαυλος .
Συμπυκνώνω αυτές τις σκέψεις τώρα σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή. Και θα συνεχίσω να γράφω στα «ΝΕΑ» για όσο μπορώ και για όσο τα «ΝΕΑ» θα είναι «ΤΑ ΝΕΑ»…
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών