Δεν βγήκε καν κομματική ανακοίνωση. Το θέμα έλυσε, με συνοπτικές διαδικασίες, ο ίδιος ο αρχηγός τιτιβίζοντας. «Η δήλωση του κ. Γιακουμάτου ήταν ατυχής. Του ζήτησα να ανακαλέσει & να ζητήσει συγγνώμη απ’ όσους έθιξε. Η ΝΔ δεν ανέχεται καμία διάκριση» έγραψε στο twitter o Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ η γιακουμάτεια επιστημονική προσέγγιση της ομοφυλοφιλίας, που συνοψίζεται στη φράση «είναι κολλητική αρρώστια», γινόταν viral. Δεν ήταν μια αυτονόητη κίνηση για αρχηγό της συντηρητικής παράταξης. Η ΝΔ μέχρι και το προ Μητσοτάκη παρελθόν είχε άλλη προσέγγιση στα ζητήματα των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων. Μια προσέγγιση μάλλον ομοφοβική.

Σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Κυριάκος διαπαιδαγωγεί το κόμμα του. Στις πρώτες διαρροές, άλλωστε, από το περιβάλλον του εξηγούσαν ότι η παρέμβασή του είχε έναν βασικό στόχο, να καταστήσει σαφές με ποιους δεν είναι το κόμμα του οποίου ηγείται. Μπορεί όμως ο Μητσοτάκης να μάθει τη ΝΔ να διαβάζει διαφορετικά την κοινωνική πραγματικότητα;

Η αλήθεια είναι ότι –με την άδεια του Βάλτερ Μπένγιαμιν –πολλά από τα στελέχη του μπορούν να διαβάζουν, αλλά να μάθουν να διαβάζουν δεν μπορούν πια. Σε μια πιο πεζή διατύπωση, όπως αναγνωρίζουν οι περισσότεροι δημοσκόποι αλλά και πολιτικοί αναλυτές, μεγάλο μέρος της δυνητικής δεξαμενής ψηφοφόρων της ΝΔ έχει συντηρητικά χαρακτηριστικά. Εξού και όσοι κυνηγούν την ψήφο τους πιστεύουν πως δεν πρέπει να τους προκαλούν με προοδευτικού τύπου δηλώσεις. Ενίοτε δε –αν για παράδειγμα επιθυμούν να επαναπατρίσουν όσους τους άφησαν για τον Πάνο Καμμένο –θα πρέπει να τους κλείνουν και το μάτι.

Αυτή ήταν περίπου η ανομολόγητη γραμμή πριν από την αλλαγή ηγεσίας στη ΝΔ. Αν ο Γιακουμάτος είχε εκφραστεί με τον ίδιο τρόπο περίπου ενάμιση χρόνο πριν, πιθανότατα θα είχε αποφύγει τη βάσανο της δημόσιας συγγνώμης. Γιατί; Ενα απάνθισμα δηλώσεων προβεβλημένων γαλάζιων απαντά στο ερώτημα.

Τον Σεπτέμβριο του 2015 ο τότε πρόεδρος της ΝΔ Βαγγέλης Μεϊμαράκης, σε συνέντευξη σε ενημερωτική ιστοσελίδα, όταν ρωτήθηκε αν θα έπρεπε να θεσμοθετηθεί ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, απάντησε «κοιτάξτε, εμένα δεν με νοιάζει κάτι τέτοιο. Πολλές φορές με προβληματίζει αν θα προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό είναι το νορμάλ και το σωστό και είμαι με μεγάλη επιφύλαξη στην υιοθεσία».

Σε τηλεοπτική εκπομπή τον Δεκέμβριο του 2014, ο Χαράλαμπος Αθανασίου, ως υπουργός Δικαιοσύνης, δήλωνε κατηγορηματικά αντίθετος στη νομοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. «Δεν το συζητώ, δεν το διανοούμαι», έλεγε, «εξάλλου και η σύμβαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων το απαγορεύει. Οταν μιλάει για γάμο, μιλάει για άνδρα και γυναίκα. Είμαστε μια χώρα η οποία σέβεται τις παραδόσεις, σέβεται τη φύση του ανθρώπου και δεν είναι δυνατόν να επιτραπεί, τουλάχιστον με αυτή την κυβέρνηση και με αυτή την υπουργία, ο γάμος». Τι κι αν η Ελλάδα είχε καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επειδή δεν έδινε τη δυνατότητα στα ομόφυλα ζευγάρια να συνάψουν σύμφωνο συμβίωσης;

Ακόμη και η Ντόρα Μπακογιάννη, που σε κάθε ευκαιρία προσπαθεί να τονίσει το κεντρώο, φιλελεύθερο προφίλ της, τον Νοέμβριο του 2014 είχε πει στον αέρα ότι βρίσκει αντιαισθητικό το θέαμα των γκέι γάμων. Μετά τις αντιδράσεις είχε σπεύσει να απολογηθεί σημειώνοντας, ανάμεσα σε άλλα, ότι το σχόλιό της αφορούσε τη θρησκευτική διάσταση του όρου «γάμος» και τίποτε άλλο.

Το μήνυμα, λοιπόν, που προσπαθεί να εκπέμψει το στενό περιβάλλον του νυν προέδρου της ΝΔ είναι ότι, παρά το κόστος που μπορεί να έχουν τέτοιες επιλογές στο ακροατήριο της λαϊκής Δεξιάς, το κόμμα στρέφεται προς το Κέντρο. Βέβαια, δεν βλέπουν όλοι οι κεντρώοι θετικά τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε η κρίση Γιακουμάτου. Θα προτιμούσαν, όπως φάνηκε από τις συζητήσεις που γίνονται στα σόσιαλ μίντια τις δύο τελευταίες ημέρες, πιο δραστικά μέτρα. Οπως, ας πούμε, μια διαγραφή. Και το ερώτημα παραμένει: Μήπως τελικά αυτές οι μητσοτακικές κινήσεις απομακρύνουν περισσότερους από όσους φέρνουν πιο κοντά;

Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Και η σύγχυση που προκαλεί εντός της ΝΔ οποιοδήποτε θέμα αφορά τους ομοφυλόφιλους είχε φανεί και στη στάση των βουλευτών της κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας για την επέκταση του σύμφωνου συμβίωσης τον Δεκέμβριο του 2015. Μια σύγχυση που στην ουσία αποτυπώνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο το βαθύτερο ιδεολογικό φορτίο της γαλάζιας παράταξης. Τότε, 29 είχαν καταψηφίσει, 19 είχαν υπερψηφίσει και 27 απείχαν.

Οταν η Ομοφυλοφιλική Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας επέκρινε τον Μεϊμαράκη για τις δηλώσεις, του υπενθύμιζε πως «σε πρόσφατη πανελλαδική έρευνα το 56% τάσσεται υπέρ του δικαιώματος των ομόφυλων ζευγαριών στον πολιτικό γάμο». Το ποσοστό έχει ενδιαφέρον. Και ίσως δίνει μια έμμεση απάντηση στο ερώτημα «Πόσα φέρνει, πόσα χάνει;» αυτή η κίνηση Μητσοτάκη. Ειδικά αν αναλογιστεί κάποιος την εμμονή των ανθρώπων του να υπενθυμίζουν ότι αυτός επιβλήθηκε στο κόμμα χάρη στην κοινωνία.

Οι ΑΝΕΛ ψηφίζουν και συμφέρουν

Υπάρχουν βέβαια και οι ΑΝΕΛ που δεν μπαίνουν καν στον κόπο της πολιτικής ορθότητας. Αντιθέτως θα έλεγε κανείς ότι διαφημίζουν την ομοφοβία τους. Οταν προσφάτως ο Ανεξάρτητος Ελληνας Κώστας Κατσίκης παραληρούσε στην Ολομέλεια διερωτώμενος «μπορεί ένας τρανσέξουαλ να είναι παιδαγωγός; Μπορεί ένας γκέι να είναι μπέιμπι σίτερ; Μπορεί; Ρωτάω;», οι αριστεροί βουλευτές της συμπολίτευσης τον άκουγαν απαθείς. Οι ψήφοι του μικρού κυβερνητικού εταίρου είχαν μάλλον κριθεί ως σημαντικότερες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.