Η Ιστορία επαναλαμβάνεται –ως φάρσα ή ως τραγωδία, μένει να φανεί. Ηταν Απρίλιος του 1988 όταν η Μάργκαρετ Θάτσερ, η επονομαζόμενη Σιδηρά Κυρία της Βρετανίας, επαινούσε την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά σε ομιλία της στο Λάνκαστερ Χάουζ. Σχεδόν 30 χρόνια αργότερα, η Τερίζα Μέι (ο συντηρητικός Τύπος τη βάφτισε κιόλας Νέα Σιδηρά Κυρία) μιλώντας από την ίδια θέση, αυτή της πρωθυπουργού της Βρετανίας, ακριβώς στο ίδιο σημείο του Κεντρικού Λονδίνου, ανακοίνωσε την έξοδο της χώρας της από την ίδια αγορά. Αυτή που η Θάτσερ είχε αποκαλέσει «αγορά των ευκαιριών», άποψη που έως πριν από λίγους μήνες φαίνεται ότι υιοθετούσε και η ίδια η Μέι, όταν τασσόταν κατά της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ενωση και την ενιαία αγορά.
Οι καιροί όμως αλλάζουν. Την περασμένη Τρίτη η Τερίζα Μέι κατεδάφισε 44 χρόνια παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ενωση μέσα σε 42 λεπτά –όσο κράτησε η ομιλία της. «Δεν είναι δυνατόν να παραμείνουμε στην ενιαία αγορά διότι αυτό θα σήμαινε ότι δεν βγαίνουμε από την ΕΕ» είπε η βρετανίδα πρωθυπουργός.
Ανακοίνωσε ακόμη ότι η Βρετανία θα πάψει να είναι πλήρες μέλος της ευρωπαϊκής τελωνειακής ένωσης, καθώς αυτό δεν θα της επέτρεπε να συνάπτει εμπορικές συμφωνίες με κράτη εκτός ΕΕ. Με άλλα λόγια, σερβίρισε στο (εσωτερικό και διεθνές) ακροατήριό της ένα σκληρό Brexit.
Η εξέλιξη αυτή δεν αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία: τους τελευταίους μήνες η Μέι επαναλάμβανε διαρκώς ότι οι προτεραιότητές της για το Brexit είναι ο έλεγχος της μετανάστευσης και η απόσυρση από τη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Οι δύο αυτοί στόχοι είναι ασυμβίβαστοι με την παραμονή στην ενιαία αγορά, η οποία προϋποθέτει αποδοχή της αρχής της ελεύθερης μετακίνησης, δηλαδή του αυτόματου δικαιώματος των ευρωπαίων πολιτών να ζουν και να εργάζονται στη Βρετανία.
Η Ντάουνινγκ Στριτ διαμηνύει ότι θα σταματήσει να εφαρμόζει αυτή την αρχή. «Εχουμε καταστήσει σαφές ότι ανακτούμε τον έλεγχο των συνόρων μας. Στο καθεστώς της ελεύθερης μετακίνησης δεν υπάρχουν περιορισμοί. Εμείς όμως είμαστε αποφασισμένοι να εφαρμόσουμε κάποιο σύστημα ελέγχου της μετανάστευσης από την ΕΕ. Αυτό ψήφισαν οι βρετανοί πολίτες» δήλωσε στα «ΝΕΑ» η εκπρόσωπος της Μέι.
Ωστόσο, όταν τη ρώτησα αν αποκλείει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο οι ευρωπαίοι πολίτες να εξακολουθήσουν να απολαμβάνουν κάποιο είδος προνομιακής μεταχείρισης έναντι των μεταναστών από άλλες χώρες, απέφυγε να απαντήσει. «Οι λεπτομέρειες δεν έχουν καθοριστεί ακόμη» είπε.
Τις περισσότερες συζητήσεις προκάλεσε η προειδοποίηση της βρετανίδας πρωθυπουργού ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί μια «κακή συμφωνία». Αν οι Βρυξέλλες τηρήσουν τιμωρητική στάση έναντι της Βρετανίας προκειμένου να αποθαρρύνουν άλλες χώρες να μιμηθούν το Brexit, το Λονδίνο θα αποχωρήσει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων χωρίς συμφωνία, διεμήνυσε η Μέι, επιχειρώντας να αποκτήσει το ψυχολογικό πλεονέκτημα στις διαπραγματεύσεις. Σε αυτή την περίπτωση, η εξηντάχρονη ηγέτις των Συντηρητικών απείλησε ότι θα κηρύξει «εμπορικό πόλεμο» στην Ευρώπη μειώνοντας δραστικά τους φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις ώστε η Βρετανία να μετατραπεί σε φορολογικό παράδεισο –κάτι σαν Σιγκαπούρη της Δύσης –και να προσελκύσει επενδύσεις από όλο τον κόσμο.
«Θέλουμε μια καλή σχέση με την ΕΕ, αλλά το μήνυμά μας είναι: αν μας βάλετε στη γωνία μη νομίζετε ότι δεν υπάρχουν άλλα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να διασφαλίσουμε ότι θα πετύχουμε» είπε στα «ΝΕΑ» πηγή της Ντάουνινγκ Στριτ.
Η Τερίζα Μέι θέλει μια συμφωνία που θα δίνει σε ορισμένους τομείς της βρετανικής οικονομίας πρόσβαση στην ενιαία αγορά, χωρίς η χώρα να είναι πλήρες μέλος της (με τις υποχρεώσεις που αυτό συνεπάγεται). Ζητά ακόμη να διακινούνται τα βρετανικά αγαθά εντός της ΕΕ χωρίς δασμούς και ταυτόχρονα η χώρα να μπορεί να συνάπτει εμπορικές συμφωνίες με άλλα κράτη. Εν ολίγοις, θέλει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο –ή, αλλιώς, ένα μαλακό Brexit για τη Βρετανία και ένα σκληρό Brexit για την Ευρώπη!
Επιχειρώντας να αιτιολογήσει τη στάση του Λονδίνου, διπλωματική πηγή είπε στα «ΝΕΑ» ότι «είναι θεμιτό σε μια διαπραγμάτευση να αρχίζεις επιθετικά ζητώντας τα όλα, με την ελπίδα στο τέλος να πάρεις τα μισά, δηλαδή αυτά που πραγματικά σε ενδιαφέρουν».
Βέβαια, οι Βρυξέλλες κάθε άλλο παρά συμμερίζονται τις απόψεις του –προσεχώς πρώην –εταίρου τους. Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit θα είναι «πολύ, πολύ, πολύ δύσκολες» προειδοποίησε ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ενώ ο επικεφαλής διαπραγματευτής του Ευρωκοινοβουλίου για το Brexit Γκι Φέρχοφστατ χαρακτήρισε τις διεκδικήσεις του Λονδίνου «ψευδαισθήσεις».