Η πιο διάσημη αμερικανίδα επιχειρηματίας καλλυντικών, η Ελίζαμπεθ Αρντεν, έλεγε συχνά πως δεν πουλά προϊόντα, αλλά πίστη για το επιθυμητό.
Η άποψή της δεν απέχει ιδιαίτερα από την ιδέα που περιβάλλει τις μεταγραφές στο ποδόσφαιρο. Η απόκτηση ενός παίκτη είναι ουσιαστικά μια επένδυση στην ελπίδα πως θα ενισχύσει αγωνιστικά την ομάδα, ο ίδιος θα ανεβάσει την αξία του και η μεταπώλησή του θα φέρει κέρδος.
Πάνω σ’ αυτό το μοτίβο έχει στηθεί ολόκληρη βιομηχανία. Από τις αθλητικές εφημερίδες που προβάλλουν το προϊόν, τους ατζέντηδες που το πλασάρουν και τους συλλόγους που το αγοράζουν.
Σ’ αυτού του είδους το εμπόριο υπάρχουν δύο ειδών αγοραστές. Οι χονδρέμποροι που στόχος τους είναι να αγοράσουν χαμηλά και να πουλήσουν ψηλά και οι πλούσιοι πελάτες που ενδιαφέρονται μόνο για την ποιότητα.
Η επιλογή για την πλευρά που θα ταχθεί ο σύλλογος είναι αποκλειστικά δικό του θέμα. Πρόκειται για ένα λεπτό σημείο που έχει επηρεάσει την ψυχοσύνθεση του φιλάθλου. Κανένας οπαδός δεν αποδέχεται πως η ομάδα του είναι «χονδρέμπορος» του ποδοσφαίρου, γιατί αυτομάτως παραδέχεται πως είναι ένας μεταπράτης και όχι ένας πρωταγωνιστής.
Οι αριθμοί ωστόσο είναι αμείλικτοι. Μία αγωνιστική έκλαμψη είναι αρκετή για να παρασύρει την ομάδα σε λάθος μονοπάτι που οδηγεί στην καταστροφή. Τα παραδείγματα των Λιντς, Ντόρτμουντ και δεκάδων ακόμα συλλόγων είναι εκεί για να διδάσκουν.