Μιλώντας προ ημερών στη Βουλή ο Πρωθυπουργός προσφέρθηκε να διαμορφώσει ένα «θεσμικό πλαίσιο» υπέρ της σωτηρίας του Τύπου.
Ενός Τύπου τον οποίο έως τώρα καθύβριζε ως «διαπλεκόμενο», «συστημικό», «μέρος του αμαρτωλού τριγώνου» και «κίτρινο».
Ενός Τύπου τον οποίο το κόμμα του διώκει με παρανοϊκή εμμονή για «προπαγάνδα», «παραπληροφόρηση», «χειραγώγηση» κι όλα τα κακά της μοίρας.
Προϋπόθεση για τη διάσωση του Τύπου, σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, είναι η συναίνεση της αντιπολίτευσης ή έστω ενός μέρους της.
Eκτοτε κανένα «θεσμικό πλαίσιο» δεν είδε το φως της δημοσιότητας, ούτε υπήρξε.
Η αντιπολίτευση προφανώς δεν συναίνεσε σε κάτι που δεν υπάρχει. Κι ούτως ή άλλως πολύ δύσκολα θα συναινέσει σε μια επιχείρηση που στο όνομα της διάσωσης παίρνει απροκάλυπτα χαρακτηριστικά καθυπόταξης.
Με άλλα λόγια, από τη στιγμή που η υποτιθέμενη διάσωση του Τύπου κατέστη πολιτικό επίδικο και η επιβολή κομματικό ζητούμενο, η διάσωση υπό τους όρους του Πρωθυπουργού καθίσταται σχεδόν ανέφικτη.
Ο λόγος είναι απλός και ονομάζεται «πραγματικότητα».
Oποιος ειλικρινά νοιάζεται για τον Τύπο και όχι για το τομάρι του ή το κόμμα του, οφείλει να αποδεχθεί μερικές αυτονόητες παραδοχές.
Πρώτον, ο Τύπος δεν αντιμετωπίζει πολιτικό πρόβλημα, αλλά οικονομικό. Για να σωθεί λοιπόν χρειάζεται υγιείς επενδυτές. Οχι κομματικούς κομισάριους.
Δεύτερον, για να επενδύσουν οι υγιείς επενδυτές κι όχι τίποτα κυβερνητικοί νταραβεριτζήδες χρειάζεται σοβαρό σχέδιο οικονομικής εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης.
Δεν χρειάζεται πιστοποιητικά πολιτικής ορθότητας.
Τρίτον, ό,τι εμφανίζεται ως κυβερνητική ή (ακόμη χειρότερα) κομματική παρέμβαση στην κατεύθυνση της συναλλαγής και του ελέγχου λειτουργεί αποτρεπτικά και για την εξυγίανση και για την αναδιάρθρωση.
Ποιος σοβαρός επενδυτής θα μπει σε αυτήν τη διαδικασία;
Τέταρτον, η συμφραζόμενη κυνική συναλλαγή «να σώσουμε τις δουλειές τους, αρκεί να μην κάνουν τη δουλειά τους» είναι βαθύτατα προσβλητική για όλους τους δημοσιογράφους. Ελπίζω.
Ασε που κανείς δεν θα ενδιαφερθεί να επενδύσει σε έναν Τύπο απαξιωμένο κι αξιοθρήνητο.
Καλώς Ή κακώς, αυτά είναι τα δεδομένα του προβλήματος.
Αν κυβέρνηση και αντιπολίτευση νοιάζονται για έναν υγιή κι ανεξάρτητο Τύπο, η λύση είναι δύσκολη, αλλά μπορεί να βρεθεί.
Αν ενδιαφέρονται για έναν ελεγχόμενο ή ακίνδυνο Τύπο και νομίζουν ότι βρήκαν ευκαιρία, τότε λύση δεν πρόκειται να υπάρξει.
Υποψιάζομαι ότι ισχύει το δεύτερο –σε μια χώρα όπου ούτως ή άλλως η πολιτική εξουσία είναι ζηλόφθονη και καχύποπτη απέναντι σε ό,τι περιορίζει την ισχύ της.
Τα υπόλοιπα είναι κολοκύθια τούμπανα. Αλλά στην Ελλάδα τα κολοκύθια είναι ακόμη εμπόρευμα.
Και πού να δεις τα τούμπανα!..