Μακρύς προβλέπεται ο ανήφορος των διαπραγματεύσεων που περιμένουν την κυβέρνηση προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση, όπως προκύπτει από χθεσινές δηλώσεις ευρωπαίου αξιωματούχου ενόψει του μεθαυριανού Eurogroup.
Ο εν λόγω αξιωματούχος ενημέρωσε ότι η επιστολή Τσακαλώτου έφτασε στους θεσμούς και τη χαρακτήρισε «καλό σημείο εκκίνησης για μια συμφωνία». Ωστόσο πρόσθεσε ότι θα χρειαστούν ακόμη περισσότερες διαπραγματεύσεις προκειμένου να επιτευχθεί η τελική συμφωνία.
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών, στην επιστολή του ο Τσακαλώτος ενημέρωσε τους θεσμούς ότι θα προσέλθει στο Eurogroup με συγκεκριμένες θέσεις σε όλα τα εκκρεμή ζητήματα. Κάτι που αφήνει ανοιχτό το τελικό περιεχόμενο των ελληνικών προτάσεων, καθώς η διαπραγματευτική διαδικασία κορυφώνεται ενόψει του Eurogroup.
Πάντως, απ’ όλες τις πλευρές επισημαίνεται πλέον ότι το ΔΝΤ πρέπει να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, κάτι που δυσχεραίνει τη θέση της κυβέρνησης όσον αφορά τα μέτρα που έχει αποφασίσει να πάρει. Ο ίδιος ευρωπαίος αξιωματούχος δήλωσε χθες ότι η συνάντηση Λαγκάρντ – Σόιμπλε στο Νταβός επιβεβαίωσε την ανάγκη συμμετοχής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα. Αλλη πηγή από τις Βρυξέλλες εξέφραζε ικανοποίηση για τη δήλωση της Λαγκάρντ. «Ειμαστε καθησυχασμένοι από τη δήλωση Λαγκάρντ ότι το Ταμείο παραμένει προσηλωμένο στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων» είπε.
Ο υπουργός Οικονομικών εμφανίζεται –και στην επιστολή του –αποφασισμένος να συνδέσει το θέμα των μέτρων που θα πάρει η κυβέρνηση τώρα και μετά το 2018 με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Κάτι τέτοιο θα διευκόλυνε την επιστροφή του ΔΝΤ, αλλά και την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Προς το παρόν, πάντως, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ενέκρινε χθες μόνο τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, ενώ σε ενημερωτικό σημείωμα υπενθύμισε την απόφαση του Eurogroup της 25ης Μαΐου 2016, σύμφωνα με την οποία τα μεσοπρόθεσμα μέτρα θα ληφθούν «αν χρειαστεί» μετά το τέλος της επιτυχούς εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος, δηλαδή στα μέσα του 2018.
Ο ΡΕΓΚΛΙΝΓΚ. Εξάλλου, ο διευθύνων σύμβουλός του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ φρόντισε κι αυτός να υπενθυμίσει στην κυβέρνηση ότι πρέπει να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις. «Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα του ESM και του EFSF», είπε ο Ρέγκλινγκ, «θα μειώσουν το βάρος του χρέους της Ελλάδας, αλλά η τελική επιτυχία του προγράμματός της θα εξαρτηθεί από τη συνεχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από την ελληνική κυβέρνηση».
Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σε σωρευτική μείωση του ύψους του δημόσιου χρέους κατά 20% του ΑΕΠ ώς το 2060, σύμφωνα με τον Ρέγκλινγκ.
Επίσης, εκτιμάται ότι θα μειωθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας κατά περίπου 5% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο.
Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα στοχεύουν στη μείωση του επιτοκιακού ρίσκου για την Ελλάδα και χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη αφορά την ανταλλαγή ομολόγων κυμαινόμενου επιτοκίου που είχε δώσει ο ESM για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με σταθερού επιτοκίου. Η δεύτερη αφορά συμφωνίες swap που θα κάνει ο ESM για να μειώσει τον κίνδυνο να πληρώσει η Ελλάδα υψηλότερα επιτόκια στα δάνειά της όταν θα αρχίσουν να ανεβαίνουν τα επιτόκια στην αγορά. Η τρίτη αφορά την έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων που θα συμπίπτουν με τις λήξεις των ελληνικών δανείων και στα οποία ο ESM θα χρεώνει φιξαρισμένα επιτόκια, σταθεροποιώντας έτσι το επιτοκιακό κόστος για τη χώρα.