Δύο ημέρες αφότου υπερψηφίστηκε από την τουρκική Eθνοσυνέλευση η συνταγματική αναθεώρηση με την οποία ενισχύονται οι εξουσίες του Ταγίπ Ερντογάν κι ενώ ο ίδιος περιοδεύει στην Τανζανία και τη Μοζαμβίκη για να εξορκίσει το φάντασμα του ιμάμη Γκιουλέν και από την Ανατολική Αφρική, ξεκίνησε στην Κωνσταντινούπολη η πρώτη δίκη στρατιωτικών που κατηγορούνται για συμμετοχή στην αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του περασμένου Ιουλίου. Στο εδώλιο του δικαστηρίου, το οποίο βρίσκεται απέναντι από τις φυλακές Σιλιβρί, κάθησαν 62 στρατιωτικοί, μεταξύ των οποίων 28 προφυλακισμένοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί. Οι 62 κατηγορούνται ότι τη νύχτα της 15ης προς τη 16η Ιουλίου επιχείρησαν να καταλάβουν το διεθνές αεροδρόμιο Σαμπιχά Γκιοκτσέν της Κωνσταντινούπολης. Καθένας τους κινδυνεύει να καταδικαστεί σε τρις ισόβια.
Σε αυτούς τους σχεδόν οκτώ μήνες από την εκδήλωση του πραξικοπήματος έχουν συλληφθεί περισσότερα από 43.000 άτομα για συμμετοχή σε αυτό ή για τις σχέσεις που υποτίθεται ότι είχαν με τον Γκιουλέν, τον οποίο ο Ερντογάν θεωρεί ενορχηστρωτή της πραξικοπηματικής απόπειρας. Η διαδικασία, ωστόσο, εξελίχθηκε σε ένα κανονικό πογκρόμ, θύματα του οποίου έπεσαν και μέσα ενημέρωσης, τα οποία υποστήριζαν τον αυτοεξόριστο στις Ηνωμένες Πολιτείες ιμάμη. Παράλληλα, περισσότεροι από 120.000 άνθρωποι από τον δημόσιο αλλά και τον ιδιωτικό τομέα απολύθηκαν ή τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, ενώ ελάχιστοι είναι αυτοί οι οποίοι επέστρεψαν στις δουλειές τους.
Το τελευταίο κύμα συλλήψεων εκδηλώθηκε μόλις προχθές όταν οι τουρκικές Αρχές εξέδωσαν εντάλματα σύλληψης για τουλάχιστον 400 ανθρώπους, ανάμεσά τους στρατιώτες και αξιωματούχοι ασφαλείας, σε 48 επαρχίες σε όλη τη χώρα. Σύμφωνα με τα τουρκικά Μέσα, οι ύποπτοι φέρονται να χρησιμοποιούσαν το Bylock, μια εφαρμογή ανταλλαγής κρυπτογραφημένων μηνυμάτων για κινητά τηλέφωνα, που η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι χρησιμοποιήθηκε από το δίκτυο του Φετουλάχ Γκιουλέν. Ανάμεσα στους υπόπτους βρίσκονται 123 αξιωματικοί του πολεμικού ναυτικού και 187 αξιωματούχοι των υπηρεσιών ασφαλείας.
Το ισχύον Σύνταγμα, το οποίο υιοθετήθηκε το 1982 μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980, διασφαλίζει την ελευθερία των δικαστηρίων απέναντι σε κάθε «όργανο, Αρχή, πρόσωπο ή υπηρεσία». Ομως βάσει της συνταγματικής αναθεώρησης που εγκρίθηκε, ο πρόεδρος έχει την εξουσία να επεμβαίνει άμεσα στη Δικαιοσύνη. Η αναθεώρηση εγκρίθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου κι έπειτα από θυελλώδεις συνεδριάσεις, οι οποίες σημαδεύτηκαν ακόμη και από χειροδικίες. Το νέο Σύνταγμα, για το οποίο θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη άνοιξη και επικυρωτικό δημοψήφισμα, προβλέπει ακόμη τη μεταφορά στον πρόεδρο της χώρας εκτελεστικών εξουσιών που ανήκουν μέχρι σήμερα στον πρωθυπουργό. Ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος θεωρητικά θα μπορούσε να παραμείνει πλέον στην εξουσία έως το 2029, θα ορίζει τους υπουργούς της κυβέρνησης. Επίσης θα διορίζει έναν ή δύο αντιπροέδρους της κυβέρνησης, ενώ δεν θα υπάρχει πρωθυπουργός.
Επίσης ο πρόεδρος και το Κοινοβούλιο θα επιλέγουν από κοινού τέσσερα μέλη του Ανώτατου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων, το οποίο έχει την αρμοδιότητα να διορίζει και να αποπέμπει τους δικαστικούς υπαλλήλους. Το τουρκικό Κοινοβούλιο θα επιλέγει μόνο του επτά μέλη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πρόβλεψη για την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Βάσει της συνταγματικής μεταρρύθμισης, κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα μπορεί να κηρύσσεται σε περίπτωση «εξέγερσης κατά της πατρίδας» ή «βίαιων ενεργειών που θέτουν το έθνος σε κίνδυνο διχασμού». Και ποιος θα αποφασίζει σχετικά; Φυσικά ο πρόεδρος.