Είναι όλοι και όλες ηθοποιοί που συνεργάστηκαν μαζί του είτε από την εποχή του Αμφι-θεάτρου (όπως ο Δημήτρης Καταλειφός) είτε στις τελευταίες στιγμές μιας σημαντικής διαδρομής (όπως η Φαίη Ξυλά στον «Αμύντα» του περασμένου καλοκαιριού). Θυμούνται τον σκηνοθέτη που ζητούσε από τους ηθοποιούς να ξεπεράσουν τα όριά τους χωρίς το διδακτικό ύφος, αλλά με το χάρισμα ενός ευγενούς ανθρώπου.
Δημήτρης Καταλειφός: Από το Αμφι-θέατρό του ξεκίνησα πριν από 40 χρόνια. Τη διετία 1976-1978 βρέθηκα στην ομάδα του και υπό τις οδηγίες του έπαιξα στον «Ερωτόκριτο» στο Θέατρο Καλουτά και στη συνέχεια στη «Λυσιστράτη» στο Ηρώδειο. Του οφείλω πολλά. Ηταν ένας ευγενής, χαρισματικός άνθρωπος και είναι πραγματική απώλεια για το ελληνικό θέατρο. Τον διέκρινε η αγάπη του για τους ηθοποιούς. Εδινε ελευθερία και έδειχνε εμπιστοσύνη. Ηταν πιο πολύ σκηνοθέτης παρά δάσκαλος. Αφηνε χώρο στους ηθοποιούς του, να πάρουν πρωτοβουλίες, και χαιρόταν σαν παιδί όταν του πρότειναν κάτι. Οι πρόβες μαζί του ήταν σαν παιχνίδι. Το σημαντικότερο είναι πως ως φιλόλογος πρότεινε άγνωστα κείμενα. Αυτή ήταν από τις μεγάλες προσφορές του. Παρουσίαζε έργα που δεν θα ανέβαζε ποτέ κάποιος άλλος στη δεκαετία του 1980.
Γιάννης Φέρτης: Είχα συμμετοχή σε έξι συνολικά παραστάσεις του Σπύρου [σ.σ.: ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα «Βόιτσεκ» του Μπίχνερ (1990), «Αμλετ» τουΣαίξπηρ (1991 και 1992) και «Φάουστ» του Γκαίτε (2000)]. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι ήμουν πάντα ευτυχισμένος στις συνεργασίες μαζί του. Τον θεωρώ έναν σκηνοθέτη πολύ σημαντικό, έναν πολύ καλλιεργημένο άνθρωπο και πανέξυπνο. Ο Σπύρος ήταν πολύ σημαντικός. Ο Σπύρος ήταν ο σκηνοθέτης μου, όπως ο Κουν ήταν ο δάσκαλός μου. Επειδή εγώ και ως χαρακτήρας δίνομαι στον σκηνοθέτη, μαζί του αισθανόμουν μεγάλη σιγουριά. Πίστευε εκείνος σε εμένα και τον πίστευα και εγώ.
Γιώργος Κιμούλης: Είναι απλά τα πράγματα για μένα. Εφυγε ένας δικός μου άνθρωπος. Εφυγε ο άνθρωπος ο οποίος, σε νεαρή ηλικία, με ενέπνευσε να ασχοληθώ με το θέατρο. Οι δύο πρώτες παραστάσεις που είδα στη ζωή μου ήταν του Σπύρου. Ως σκηνοθέτης άλλαξε τον τρόπο ανάγνωσης της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και κωμωδίας. Κατά τη γνώμη μου, ήταν ο τελευταίος ολοκληρωμένος σκηνοθέτης που είχαμε. Εβλεπε τη ζωή σαν έργο τέχνης. Διότι ο Σπύρος δεν ήταν ποιητής στο θέατρο μόνον. Ηταν και στην ίδια τη ζωή του.
Μαρίνα Ασλάνογλου: Για μένα ήταν και θα είναι όπως τον αποκαλούσα πάντα: ο πνευματικός πατέρας μου. Με πίστεψε από την πρώτη στιγμή. Εκείνος μου έδωσε τις πρώτες θεατρικές ευκαιρίες μου, όταν πριν από 15 χρόνια του έδωσα ένα βιογραφικό και μου έδωσε τα πάντα. Γι’ αυτό και του είχα αφιερώσει το 2009 το βραβείο Μελίνα Μερκούρη –σε εκείνον το οφείλω –για την Καθλίν στο «Ξαφνικά πέρυσι το καλοκαίρι» του Τενεσί Ουίλιαμς που παρουσιάσαμε. Ο θάνατός του μου προκαλεί μεγάλο κενό. Κυρίως διότι δεν θα ξαναβρεθούμε για να μου προσφέρει πράγματα. Εκείνο που τον διέκρινε ήταν ότι άφηνε ελεύθερο τον ηθοποιό. Αυτό που είχε ο καθένας μας και δεν μπορούσε να το βγάλει, ο Ευαγγελάτος είχε το χάρισμα να το εκμαιεύσει. Ζητούσε από τον ηθοποιό να κάνει την υπέρβασή του, να ξεπεράσει τα όριά του χωρίς φόβο, λέγοντας «μη σε νοιάζει, εκφράσου ελεύθερα και μαζί θα το φέρουμε στο όριο που θέλουμε». Ηταν ένας άνθρωπος με αστείρευτο χιούμορ. Θα θυμάμαι ό,τι μου έμαθε και θα γίνομαι καλύτερη.
Δήμητρα Χατούπη: Ηταν ένας σπουδαίος άνθρωπος του χώρου και νομίζω ότι όλος ο χώρος του θεάτρου πενθεί για αυτή την απώλεια. Για μένα ήταν εξαιρετικός σκηνοθέτης, παρακολουθούσα παραστάσεις του, από τις πρώτες σημαντικές του όπως η «Ιφιγένεια εν Ληξουρίω» του Πέτρου Κατσαΐτη (1980) στο Αμφι-θέατρο, και από τότε που τελείωσα τη δραματική σχολή ήταν ένας σκηνοθέτης που ήθελα να δουλέψω μαζί του. Τελικώς ήρθε η στιγμή που δουλέψαμε μαζί στο «Ξενοδοχείο δύο κόσμων» του Ερικ Εμανουελ Σμιτ (2007) και στον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ (2007). Ηταν μια εξαιρετική συνεργασία και ως δασκάλου και ως σκηνοθέτη. Ο Σπύρος είχε μια πραγματικά πολύ σπάνια ποιότητα και φοβερές γνώσεις και πάντα χωρίς να σου δίνει την αίσθηση ότι είναι ο δάσκαλος και ότι σε δασκαλεύει, είχε αυτόν τον τρόπο να επικοινωνήσει αυτήν τη γνώση και την ποιότητά του στους άλλους. Αλλά χωρίς να έχει αυτό το διδακτικό ύφος, ακριβώς επειδή ήταν ένας εξαιρετικής ποιότητας άνθρωπος.
«Ενα υψηλό κριτήριο για τη μέτρηση της ιδιοφυΐας»
«Η ιστορία του ελληνικού θεάτρου και η κριτική θεάτρου με τον θάνατο του Σπύρου Ευαγγελάτου έχασαν ένα υψηλό κριτήριο για τη μέτρηση της ιδιοφυΐας» σημειώνει ο κριτικός θεάτρου των «ΝΕΩΝ» Κώστας Γεωργουσόπουλος και συμπληρώνει ότι η επιφυλλίδα του Σαββάτου στο «Βιβλιοδρόμιο» θα είναι αφιερωμένη στον μεγάλο θεατράνθρωπο.