Το 37,5% του χρηματοοικονομικού τους πλούτου απώλεσαν οι Έλληνες κατά τη διάρκεια της κρίσης, από το 2008 έως το 2016, σύμφωνα με μελέτη που περιλαμβάνεται στο Οικονομικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος με τίτλο «Η οικονομική συμπεριφορά των νοικοκυριών στην Ελλάδα: Πρόσφατες εξελίξεις και προοπτικές».

Η έρευνα, την οποία πραγματοποίησαν οι Κωνσταντίνα Μάνου και Ευαγγελία Παπαπέτρου εξετάζεται μεταξύ άλλων η αποταμιευτική συμπεριφορά των νοικοκυριών στην Ελλάδα, αρχικά μέσω της αλληλεπίδρασης των επενδύσεων και του χρέους και κατόπιν μέσω της αλληλεπίδρασης της κατανάλωσης και του διαθέσιμου εισοδήματος.

Από την ανάλυση προκύπτει ότι η οικονομική κρίση επηρέασε σημαντικά τον καθαρό χρηματοοικονομικό πλούτο των ελληνικών νοικοκυριών, ο οποίος από τις αρχές τους 2008 μέχρι τις αρχές του 2016 υποχώρησε κατά 37,5%.

Κατά την επιδείνωση της κρίσης, παρατηρείται αποστροφή προς τον κίνδυνο και αναδιάταξη του χαρτοφυλακίου των νοικοκυριών, με προτίμηση για τις πιο άμεσα ρευστοποιήσιμες μορφές χρηματοοικονομικού πλούτου, όπως οι καταθέσεις, ενώ το μερίδιο σε μετοχές, χρεόγραφα και αμοιβαία κεφάλαια μειώθηκε σημαντικά.

Προ της κρίσης παρατηρείται συνεχής και ταχεία αύξηση των δανειακών υποχρεώσεων των νοικοκυριών, κυρίως για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις σε κατοικίες.

Τα νοικοκυριά προχωρούν σε απομείωση των υποχρεώσεών τους για πρώτη φορά στο τέλος του 2010, δυναμική η οποία συνεχίζεται και στα επόμενα τρίμηνα, συνολικά ωστόσο αυτές παραμένουν υψηλές, όπως αποτυπώνεται στους δείκτες μόχλευσης.

Η αποταμίευση των νοικοκυριών μέχρι το τέλος του 2008 παρέμενε υψηλή, υποστηριζόμενη από τις υψηλές επενδύσεις των νοικοκυριών τόσο σε ακίνητα και άλλα μη χρηματοοικονομικά στοιχεία όσο και σε χρηματοοικονομικά στοιχεία, οι οποίες υπερέβαιναν την καθαρή δημιουργία νέου χρέους.

Μετέπειτα, η αποταμίευση ακολούθησε πτωτική πορεία και παραμένει σε εξαιρετικώς χαμηλά επίπεδα, εξαιτίας της συρρίκνωσης των επενδύσεων σε κατοικίες και εξοπλισμό και της μεγάλης αποεπένδυσης σε χρηματοοικονομικά στοιχεία, παρά την καθαρή αποπληρωμή χρέους κατά την πρόσφατη περίοδο.

Από την ανάλυση των συνιστωσών του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών προκύπτει ότι τη μεγαλύτερη ποσοστιαία συμμετοχή έχει το εισόδημα εξαρτημένης εργασίας και ακολουθούν το λειτουργικό πλεόνασμα, οι κοινωνικές παροχές και τέλος το καθαρό εισόδημα περιουσίας.

Μετά το 2010, μεγάλη μείωση υπέστησαν και οι τέσσερις αυτές συνιστώσες, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της εγχώριας τελικής καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών κατά λειτουργικό σκοπό, ιδιαίτερα περιορίζονται οι δαπάνες που αφορούν διαρκή καταναλωτικά αγαθά, ενώ παρατηρείται αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των δαπανών που διατίθενται για την κάλυψη βασικών αναγκών, υποδηλώνοντας μια μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου των νοικοκυριών.