25/1/2017

Οι ασθενείς με νόσο του Crohn έχουν συχνά ήπια γνωστική δυσλειτουργία, με πιο αργούς χρόνους απόκρισης, συγκριτικά με τους ανθρώπους που δεν υποφέρουν από τη νόσο, σύμφωνα με μελέτη που διεξήχθη στο Τμήμα Γαστρεντερολογίας και Ηπατολογίας του Πανεπιστημίου Monash στην Αυστραλία.

Οι υποκείμενοι μηχανισμοί της παρατηρημένης γνωστικής δυσκολίας, όπως για παράδειγμα προβλήματα συγκέντρωσης και θόλωσης της σκέψης για την οποία συχνά παραπονούνται οι ασθενείς με νόσο του Crohn, παρέμεναν άγνωστοι. Ο σκοπός της μελέτης ήταν να μετρηθούν αντικειμενικά οι γνωστικές διαταραχές σε ασθενείς με τη νόσο, σε σύγκριση με τους υγιείς ανθρώπους, και, εάν υπάρχουν, να εντοπιστούν οι δυνητικά τροποποιήσιμοι παράγοντες που συμβάλλουν στη γνωστική δυσλειτουργία.

Η μελέτη με θέμα “Οι νοητικές διαταραχές στη νόσο του Crohn συνδέονται με συστηματική φλεγμονή, επιβάρυνση των συμπτωμάτων και διαταραχές ύπνου”, που δημοσιεύτηκε στο United European Gastroenterology Journal, έδειξε ότι οι γνωστικές δυσκολίες σε ασθενείς με νόσο του Crohn συνδέονται στενά με αυξημένη συστηματική φλεγμονή και με ποικίλες έμμεσες επιπτώσεις.

«Η νόσος του Crohnή κοκκιωματώδης κολίτιδα ή τοπική εντερίτιδα, μία από τις δύο κύριες μορφές των Ιδιοπαθών Φλεγμονωδών Νόσων του Εντέρου (ΙΦΝΕ), είναι μια νόσος που προκαλεί φλεγμονή του βλεννογόνου του εντέρου, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε κοιλιακό πόνο, σοβαρή διάρροια (αιματηρή σε σοβαρές περιπτώσεις), κόπωση και απώλεια βάρους. Στατιστικά εμφανίζεται συχνότερα σε ανθρώπους κάτω των 30 ετών και είναι δυνητικά απειλητική για τη ζωή. Το κάπνισμα είναι ο πιο σημαντικός και συνάμα ελεγχόμενος παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη της νόσου του Crohn. Η κακή αυτή συνήθεια μπορεί, επίσης, να επιδεινώσει τη νόσο, με αποτέλεσμα την αύξηση των πιθανοτήτων υποβολής του ασθενή σε χειρουργική επέμβαση. Γενετικοί, αλλά και περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η διαμονή σε αστικό ή βιομηχανικό περιβάλλον, αποτελούν επιπλέον παράγοντες κινδύνου εμφάνισης της νόσου», μας εξηγεί ο γενικός χειρουργόςΔρ. Αναστάσιος Ξιάρχος, διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Ιατρικού Περιστερίου και πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής.

Η φλεγμονή που προκαλείται από τη νόσο του Crohn μπορεί να αφορά το σύνολο ή περιοχές του εντέρου σε διαφορετικούς ανθρώπους. Εκτός από τα κλασικά συμπτώματα, οι ασθενείς παραπονούνται συχνά ότι δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν, σύμπτωμα που τις περισσότερες φορές αγνοείται από τους κλινικούς γιατρούς.

Η αναγνώριση της έκπτωσης στη γνωστική λειτουργία είναι σημαντική, ακόμη και αν αυτή είναι ήπια, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων.

Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Monash επιδίωξε να συγκρίνει τη γνωστική λειτουργία ασθενών με Crohn και να εντοπίσει παράγοντες που θα μπορούσαν να σχετίζονται με έκπτωση της γνωστικής λειτουργίας. Στη μελέτη συμπεριλήφθησαν 49 ασθενείς και 31 υγιείς άνθρωποι, μέσης ηλικίας 44 ετών και 43, αντίστοιχα. Η γνωστική έκπτωση των ασθενών αξιολογήθηκε με εξέταση SCIT, ένα ευαίσθητο τεστ που ανιχνεύει την ήπια γνωστική έκπτωση.

Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν ότι οι ασθενείς με νόσο του Crohn είχαν χρόνους απόκρισης που ήταν 10% πιο αργοί από αυτούς που είχαν τα άτομα στην ομάδα ελέγχου. Στην πραγματικότητα, ο χρόνος απόκρισης τους ήταν ακόμη πιο αργός από ό,τι αυτός που παρατηρήθηκε σε υγιείς εθελοντές με αλκοόλ στο αίμα πάνω από 0,05 g / 100 ml, που είναι πάνω από το νόμιμο όριο οδήγησης στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Τα αποτελέσματα αυτά ενισχύουν την άποψη ότι η νόσος του Crohn επιφέρει ένα ευρύ φάσμα συνεπειών που επηρεάζει τους ασθενείς όχι μόνο εντός αλλά και εκτός του πεπτικού σωλήνα», δήλωσε ο Daniel van Langenberg, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης.

«Τα ευρήματα φαίνεται να συνάδουν με πειράματα που έδειξαν ότι η φλεγμονή του εντέρου επιφέρει μια αύξηση της φλεγμονώδους δραστηριότητας του ιππόκαμπου στον εγκέφαλο. Αυτή, με τη σειρά της, μπορεί να ευθύνεται για τους πιο αργούς χρόνους απόκρισης που παρατηρήθηκαν στη μελέτη», συμπλήρωσε ο Δρ. van Langenberg.

Επιπλέον, η ομάδα διαπίστωσε ότι ορισμένες έμμεσες συνέπειες της νόσου -συμπεριλαμβανομένης της κακής ποιότητας του ύπνου, του άγχους, της επιδείνωσης των συμπτωμάτων και της διάρκειας της νόσου- σχετίζονται επίσης με αυξημένη νοητική βλάβη.

«Η συνεργασία ειδικών επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων θα βοηθούσε στην εμβάθυνση των γνώσεων γύρω από την πάθηση, αλλά και στην έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων που επιβαρύνουν τους ασθενείς με νόσο του Crohn. Αποτέλεσμα θα ήταν η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους ασθενείς αλλά και της ποιότητας ζωής τους», σημειώνει ο Δρ. Ξιάρχος. «Η επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων της έρευνας θα μπορούσε να αποτελέσει άλλον ένα λόγο για ενίσχυση της απόφασης να υποβληθεί ο ασθενής σε χειρουργική επέμβαση, που αποτελεί και το μοναδικό τρόπο μακροπρόθεσμης ανακούφισης από τα συμπτώματα που προκαλεί η νόσος», καταλήγει.