Στελέχη των ρυθμιστικών αρχών του χρηματοοικονομικού τομέα της Γερμανίας θα συζητήσουν με πάνω από 20 ξένες τράπεζες την ερχόμενη Δευτέρα σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη μετακίνηση μέρους τουλάχιστον της δραστηριότητάς τους στη Φραγκφούρτη.
Tο χρηματοοικονομικό κέντρο της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης επιταχύνει τις προσπάθειές του να προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερες εταιρείες του κλάδου μεταξύ αυτών που ετοιμάζονται να αποχωρήσουν από το Λονδίνο μετά το Brexit.
Η συνάντηση, η πρώτη του είδους στη Γερμανία, θα φιλοξενηθεί από τη Bafin, το εποπτικό όργανο του χρηματοοικονομικού κλάδου, το οποίο θα κληθεί να δώσει απαντήσεις στις ιδιαίτερα λεπτομερείς ερωτήσεις που του υποβάλλονται ειδικά από μέρους τραπεζών την ώρα που η Βρετανία ετοιμάζεται να ξεκινήσει επίσημες διαπραγματεύσεις για το διαζύγιό της με την ΕΕ, σύμφωνα με πρόσωπα που συμμετέχουν στις ζυμώσεις και επικαλείται το πρακτορείο ειδήσεων Reuters.
«Η Bafin θέλει να κάνει σε όσους συμμετάσχουν επισκόπηση των βασικών ζητημάτων για όσους επιθυμούν να μετακινήσουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητές τους στη Γερμανία μετά το Brexit», εξήγησε ένα από τα πρόσωπα αυτά.
Στηρίζει -διακριτικά- ο Σόιμπλε
Οι πηγές του Reuters επισήμαναν πως η Bafin θα καταστήσει σαφές ότι δεν θα επιτρέπεται σε τράπεζες να επιδίδονται σε λειτουργία τύπου «γραμματοθυρίδας» στη Γερμανία και ότι θα οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση οικονομικών κινδύνων και θα πρέπει να εγκαταστήσουν ανώτερα στελέχη τους στη Φραγκφούρτη.
Σύμφωνα με άλλες πηγές, στελέχη της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, της Bundesbank, αλλά και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα συμμετάσχουν επίσης στη συνάντηση της Δευτέρας.
Η Bafin, η οποία έχει στενές σχέσεις με το υπουργείο Οικονομικών, επιβεβαίωσε ότι η συνάντηση θα γίνει αλλά απέφυγε να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες. Η Μπούντεσμπανκ κι η ΕΚΤ απέφυγαν να κάνουν οποιοδήποτε σχόλιο.
Περίπου 40 στελέχη επιχειρήσεων θα πάρουν μέρος στη συνάντηση, που θα γίνει την ώρα που ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει αρχίσει να προσφέρει —διακριτικά— στήριξη στις προσπάθειες της Φραγκφούρτης παρά τις επιφυλάξεις της κοινής γνώμης.