Η αϋπνία είναι ένα δεινό που στερεί από χιλιάδες ανθρώπους, ηλικίας κυρίως άνω των 60 ετών, τον πολύτιμο αναζωογονητικό ύπνο.
Οι αιτίες της είναι πολλές και αυξάνονται σε αριθμό και σοβαρότητα καθώς μεγαλώνουμε, γράφει η εφημερίδα «New York Times». Ωστόσο ως πρόβλημα συχνά δεν λαμβάνεται υπόψη στα τσεκάπ ρουτίνας, με συνέπεια να μένει αδιάγνωστη και να επιδεινώνει πλήθος σωματικών και συναισθηματικών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένων των προβλημάτων μνήμης.
Η αλήθεια είναι ότι ο περισσότερος κόσμος εκδηλώνει επεισοδιακή αϋπνία, δηλαδή περνάει που και που μια νύχτα που το σώμα του μοιάζει να έχει ξεχάσει ότι πρέπει να κοιμηθεί. Οσο κουραστικό κι αν είναι αυτό, ωχριά μπροστά στις συνέπειες της επίμονης αϋπνίας, αυτής που εκδηλώνεται κάθε βράδυ και κάνει τον πάσχοντα να δυσκολεύεται να αποκοιμηθεί, να μείνει κοιμισμένος ή να ξυπνάει τις πρώτες πρωινές ώρες και να μην μπορεί να ξανακοιμηθεί.
Σύμφωνα με ανασκόπηση που είχε δημοσιευθεί πριν από λίγα χρόνια στην επιθεώρηση «Gerontology», περισσότερο από 50% των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών παρουσιάζουν αϋπνία, η οποία υπονομεύει σημαντικά την ψυχοσωματική υγεία τους.
Οπως εξηγεί ο δρ Αλόν Αβίνταν, καθηγητής Νευρολογίας και διευθυντής του Κέντρου Διαταραχών Υπνου του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA), η αϋπνία «είναι ένα σύμπτωμα, όχι μια διάγνωση, που μπορεί να αποτελεί ένδειξη για κάποιο υποκείμενο, συχνά αντιμετωπίσιμο πρόβλημα υγείας. Γι’ αυτό όταν είναι επίμονη, πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη».
Ποιες μπορεί να είναι οι πιθανές αιτίες; Στην παροδική αϋπνία, η οποία διαρκεί λιγότερο από έναν μήνα, μπορεί να είναι ένα προσωρινό πρόβλημα στο σπίτι ή στη δουλειά ή μια οξεία νόσος, απαντά.
Αντίστοιχα, στη βραχυπρόθεσμη αϋπνία, που μπορεί να διαρκέσει από έναν έως πέντε μήνες, η αιτία μπορεί να είναι μια προσωπική οικονομική κρίση ή απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου.
Στη χρόνια αϋπνία, όμως, που διαρκεί έξι ή περισσότερους μήνες, η αιτία μπορεί να είναι είτε ένα πρόβλημα που εκδηλώνεται κυρίως ή αποκλειστικά στη διάρκεια του ύπνου (π.χ. αποφρακτική υπνική άπνοια, σύνδρομο ανήσυχων ποδιών, πολύ «ζωντανά» όνειρα) ή κάποιο υποκείμενο σωματικό ή ψυχικό πρόβλημα (π.χ. κατάθλιψη, καρδιακή ανεπάρκεια, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, πνευμονοπάθεια, αρθρίτιδα, νόσος Αλτσχάιμερ, νόσος Πάρκινσον).
Μπορεί επίσης να είναι ανεπιθύμητη ενέργεια φαρμάκων ή να οφείλεται σε κακές συνήθειες (π.χ. κάπνισμα, υπερκατανάλωση καφεΐνης το απόγευμα) ή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες (π.χ. θόρυβος, εκπομπή φωτός από τις ηλεκτρονικές συσκευές που βρίσκονται στο υπνοδωμάτιο κ.λπ.). Ακόμα και το άγχος της προσμονής για μια ακόμα άυπνη νύχτα μπορεί να συμβάλλει στο όλο πρόβλημα, αφού η αγωνία είναι ένα από τα συνηθέστερα εμπόδια του ύπνου.
Συνέπειες και θεραπεία
Η αϋπνία είναι από μόνη της εξαιρετικά δυσάρεστη και όσο περνά ο καιρός τόσο εντονότερες είναι οι συνέπειές της. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας, η οποία από μόνη της είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς και «διαταραγμένη νοημοσύνη και σκέψη, πνευματική σύγχυση, ψυχοκινητική επιβράδυνση και αυξημένος κίνδυνος τραυματισμού» λέει ο δρ Αβίνταν.
Αλλες συνέπειες είναι η κατάθλιψη, που μπορεί να αποτελέσει αιτία της αϋπνίας αλλά και να εκδηλωθεί εξαιτίας της, και ο αυξημένος κίνδυνος πτώσεων και καταγμάτων.
Ανεξάρτητα από την αιτία της, η αϋπνία χρειάζεται διερεύνηση, η οποία συχνά απαιτεί μελέτη του ύπνου του ασθενούς σε ένα ιατρείο ύπνου νοσοκομείου. Αν βρεθεί ότι η αιτία είναι κάποιο ιατρικό πρόβλημα, η αντιμετώπισή του μπορεί να βοηθήσει.
Η καλή υγιεινή ύπνουΟι μη ιατρικές αιτίες της αϋπνίας συχνά αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά με την επονομαζόμενη «καλή υγιεινή ύπνου». Πρακτικά αυτό σημαίνει περιορισμός του μεσημβρινού ύπνου σε λιγότερο από 30 λεπτά, αποφυγή διεγερτικών και ηρεμιστικών ουσιών, αποφυγή των μεγάλων γευμάτων, περιορισμός της λήψης υγρών τις 2-3 ώρες πριν τον βραδινό ύπνο, ήπια άσκηση καθημερινά (κατά προτίμηση το πρωί ή πολύ νωρίς το απόγευμα), αυξημένη έκθεση στο φως του ήλιου την ημέρα και όσο το δυνατόν λιγότερος φωτισμός μετά τη δύση του ηλίου, δημιουργία άνετων συνθηκών ύπνου και βραδινός ύπνος αμέσως μόλις νιώσει ο ασθενής κουρασμένος.
Αν δεν αποκοιμηθείτε μέσα σε 20 λεπτά από τη στιγμή που θα ξαπλώσετε, σηκωθείτε από το κρεβάτι και κάνετε κάτι χαλαρωτικό (π.χ. διαβάστε ένα βιβλίο, αλλά όχι σε ψηφιακή συσκευή διότι το φως της απορυθμίζει το βιολογικό ρολόι), έως ότου ξανανυστάξετε.
Ο δρ Αβίνταν συνιστά επίσης να αποφεύγετε το αλκοόλ διότι ενώ μοιάζει ναδιευκολύνει τον ύπνο αρχικά, στην πραγματικότητα τον κατακερματίζει και εμποδίζει τον βαθύ ύπνο. Καλό θα ήταν επίσης να αποφύγετε τα υπνωτικά χάπια, ιδίως αν δεν σας τα έχει συστήσει ο γιατρός σας, διότι οι ηλικιωμένοι είναι πιο ευαίσθητοι στην ανάπτυξη ανεπιθύμητων ενεργειών.
Εναλλακτικά, δοκιμάστε λίγη βαλεριάνα ή συμπλήρωμα μελατονίνης, αν και η αποτελεσματικότητά τους βασίζεται περισσότερο σε προσωπικές μαρτυρίες παρά σε επιστημονικές έρευνες, προσθέτει. Και, βεβαίως, υπάρχει πάντα ένα φλιτζάνι ζεστό γάλα ή χαμομήλι που ενδέχεται να βοηθήσει.