Οι αρχικές σπουδές της ήταν στη Νομική Σχολή Αθηνών. Αλλά κάποιοι φίλοι της την παρότρυναν να δώσει εξετάσεις και η Ειρήνη Φαναριώτη πέρασε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. «Το ότι κάποιος τελειώνει μια δραματική σχολή δεν σημαίνει αυτόματα ότι είναι και ηθοποιός. Το πάλεψα πολύ, έτρεχα σε όλες τις ακροάσεις και μέσα από αυτή τη διαδικασία της δουλειάς και της απογοήτευσης πειραματίστηκα στη σκηνοθεσία» λέει η ηθοποιός και σκηνοθέτρια. «Απλώς έκανα στους ηθοποιούς και στον εαυτό μου αυτά που θα ήθελα να μου κάνουν κι εμένα πάνω στη διαδικασία μιας πρόβας. Ετσι προέκυψε: από πολλή αγάπη για εμάς τους ηθοποιούς, αλλά και για τους θεατές».
Η πρώτη της επαγγελματική δουλειά ήταν η «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα στο Φεστιβάλ Επιδαύρου 2011, όπου ήταν μέρος του Χορού. «Υστερα κάναμε με τον Θάνο Τοκάκη την “Hanelle” στο Θέατρο του Νέου Κόσμου κι εκεί γνώρισα τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, ο οποίος με πήρε το 2012 στις “Εκκλησιάζουσες”. Επειτα συνεργάστηκα με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στον “Πέερ Γκιντ” σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαργαρίτη, ενώ παράλληλα ήμουν και σε μικρότερες παραγωγές με φίλους όπως τα “117 ξεκλειδώματα ”του Κωνσταντίνου Τσακιρέλη. Η ανάγκη μου να φτιάξω μια ομάδα και να σκηνοθετήσω δημιουργήθηκε μόλις διάβασα τα βιβλία της Λένας Κιτσοπούλου. Ετσι, το 2014 ιδρύθηκε η ομάδα Terre de Semis. Είχα μια μεγάλη επιθυμία να παίζω με τους φίλους μου και ένα όραμα ότι μπορούμε να πάμε αυτή την ομάδα πιο πέρα. Ετσι έγιναν οι “Μεγάλοι Δρόμοι” (2014-15), ύστερα “Ο Κύριος του Τζακ” (2015), η παράσταση “Monaksxa (a lonely planet)” στο Φεστιβάλ Αθηνών το περασμένο καλοκαίρι και τώρα “Το κορίτσι του λύκου” στο σπίτι μου, το Θέατρο του Νέου Κόσμου».
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Το έργο είναι βασισμένoστο μυθιστόρημα του Κριστιάν Μπομπέν «La folle allure». «Μου το έδωσε να το διαβάσω ένας φίλος μου πριν από δύο χρόνια. Αποφάσισα να το κάνω τώρα, επειδή θεωρώ ότι είναι η κατάλληλη στιγμή γι’ αυτή την ιστορία, καθώς η ηρωίδα κάνει έναν μεγάλο κύκλο στη ζωή της. Από την παιδική της ηλικία περνάει στην εφηβική και σήμερα την βλέπουμε στην ηλικία των τριάντα ετών, που είμαι και εγώ, έχοντας αποδεχτεί τον κύκλο της ζωής που έχει να κάνει με την πορεία της ζωής προς τον θάνατο. Οι βασικοί άξονες του έργου είναι αυτή η πορεία. Δεν έχει κάποια κορύφωση, δεν συμβαίνει δηλαδή κάτι κομβικό στη μέση της ηλικίας της ηρωίδας, αλλά στην αρχή όταν είναι δύο χρονών. Μεγαλώνει σε ένα τσίρκο, όπου έρχεται σε στενή συναισθηματική επαφή με έναν λύκο που έχουν εκεί, γι’ αυτό και εμείς το ονομάσαμε “Το κορίτσι του λύκου”. Αυτή η σχέση της με τον λύκο είναι που την καθορίζει και ο θάνατος του λύκου που έρχεται όταν είναι οκτώ χρονών. Από αυτό τον θάνατο και μετά αρχίζει η διάθεσή της προς φυγή από την πραγματικότητα και από τις συμβάσεις. Ουσιαστικά μέσα από την τεχνική της αφήγησης, όπως έχουμε κάνει και σε όλες τις προηγούμενες δουλειές, θα προσπαθήσω να δημιουργήσω την ψευδαίσθηση ότι ο θεατής βλέπει αυτές τις εικόνες, αφηγηματικά κυρίως. Η μουσική, η κινησιολογία και η σκηνογραφία δημιουργούν μια συνολική εικόνα και βοηθούν να δούμε την πορεία της ηρωίδας. Το κείμενο ούτως ή άλλως είναι σε πρώτο πρόσωπο, οπότε δεν έχει κάποιες συναντήσεις επί της ουσίας που θα πρέπει να δείξουμε, τα πάντα γίνονται αφηγηματικά».