Η αντίστροφη μέτρηση για μια συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών ή για δρομολόγηση πολιτικών εξελίξεων με τελική κατάληξη τη διενέργεια εκλογών έχει ήδη ξεκινήσει.
Κορυφαίοι τραπεζικοί παράγοντες και σύσσωμος ο επιχειρηματικός κόσμος θεωρούν ως λογικό και πιθανότεροενδεχόμενο το κλείσιμο της συμφωνίας για να απελευθερωθεί η χώρα από τα δεσμά της β’ αξιολόγησης. Εντούτοις, η κυβέρνηση εξακολουθεί να στέλνει αντιφατικά μηνύματα, όπως προκύπτει και από το κατηγορηματικό «όχι» του Πρωθυπουργού στη νομοθέτηση νέων μέτρων, καθιστώντας αβέβαιο το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων.
Η αλήθεια είναι ότι η ηγεσία της κυβέρνησης δεν επιθυμεί τη διενέργεια εκλογών τώρα, χωρίς να έχει επιτευχθεί ο στόχος ένταξης της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι. Οποιοδήποτε σύνθημα του τύπου «Οχι στα μέτρα του ΔΝΤ» είναι, εκ των πραγμάτων, αμυντικό και ασθενές. Αλλωστε, η ίδια η κυβέρνηση πάλεψε καιδεν κατάφερε να «διώξει» το Ταμείο από το ελληνικό πρόγραμμα αποτυγχάνοντας σε έναν από τους βασικούς στόχους της πολιτικής της το τελευταίο διάστημα. Το ΔΝΤ είναι και θα παραμείνει στην Ελλάδα σύμφωνα με τη συμφωνία Σόιμπλε – Λαγκάρντ στο χιονισμένο Νταβός, κίνηση που άλλαξε τα δεδομένα στη σκακιέρα του ελληνικού ζητήματος. Το Eurogroup της Πέμπτης απλά επικύρωσε τη συμφωνία αυτή, που παραπέμπει σε κοινή γραμμή μεταξύ του ΔΝΤ και των ευρωπαίων δανειστών της χώρας –παρά τις διαφωνίες που εξακολουθούν να εκδηλώνονται από τη Γαλλία στην προκαταβολική ψήφιση νέων μέτρων στην Ελλάδα.
Υπό το φως των νέων δεδομένων, παράγοντες της οικονομίας διαβλέπουν ραγδαίες εξελίξεις στην ελληνική υπόθεση το αμέσως επόμενο διάστημα και πάντως έως το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου. Η κυβέρνηση τις επόμενες εβδομάδες καλείται να λάβει τις αποφάσεις της για το αν θα αποδεχθεί την ψήφιση εκ των προτέρων ενός πακέτου μέτρων μεταξύ των οποίων τη μείωση του αφορολογήτου, ενδεχομένως και των υφιστάμενων συντάξεων προκειμένου να δοθεί το πράσινο φως για την επιστροφή της τρόικας και το κλείσιμο της συμφωνίας που θα επικυρωθεί ώς το Eurogroup. Εκεί τελειώνει η άμμος στην κλεψύδρα. Τον Μάρτιο, από τις ολλανδικές εκλογές, ξεκινά ο ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος και οι δανειστές έχουν διαμηνύσει ότι δεν πρόκειται να εντάξουν το ελληνικό ζήτημα σ’ αυτόν. Αλλωστε, με τους ευρωσκεπτικιστές να καταγράφουν άνοδο σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία, οι όροι διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα θα γίνονται όλο και δυσμενέστεροι τους επόμενους μήνες.
Αν δεν υπάρξει συμφωνία μέσα στον Φεβρουάριο ανοίγει ο δρόμος και για κάλπες στην Ελλάδα. Το αφήγημα του QE θα έχει απομακρυνθεί από το τραπέζι και η απειλή του Grexit θα έχει επανέλθει όπως διαμήνυσε ορθά-κοφτά ο Σόιμπλε, τοποθετώντας ο ίδιος τα χρονικά περιθώρια των διαπραγματεύσεων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο αξιόπιστοι οικονομικοί κύκλοι βλέπουν επανάληψη ενός σεναρίου θρίλερ ανάλογο της διαπραγμάτευσης του 2015 ώς τα ακραία χρονικά περιθώρια του καλοκαιριού. Με το Grexit να πλανάται πάνω από τη χώρα, ένα νέο κύμα φυγής καταθέσεων θα πλήξει τις τράπεζες. Με την αξιολόγηση ανοικτή οι τελευταίες δεν θα καταφέρουν να πιάσουν τους στόχους για τις ρυθμίσεις των κόκκινων δανείων και το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης θα προβάλει απειλητικά. Το κλίμα αποσταθεροποίησης θα γονατίσει τη χώρα.