Αυξανόμενη προβλέπεται η πίεση στην κυβέρνηση τις επόμενες ημέρες από τους θεσμούς, προκειμένου να ψηφίσει τα μέτρα που ζητά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σύμφωνα με πηγές των δανειστών.
Την ίδια ώρα, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας γειώνει τις ελπίδες για νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, καθώς ο εκπρόσωπός του, με αφορμή την έκθεση του ΔΝΤ που το χαρακτηρίζει «εξαιρετικά μη βιώσιμο», υποστήριξε χθες ότι είναι διαχειρίσιμο, αν εφαρμοστούν οι συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις. Ο ίδιος επανέλαβε ότι τα επιπλέον μέτρα για το χρέος θα ληφθούν μετά τη λήξη του προγράμματος, το 2018, εφόσον είναι αναγκαίο, και πέταξε το μπαλάκι στην Ελλάδα, καλώντας σε εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του προγράμματος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις πηγών των δανειστών, το ΔΝΤ και οι ευρωπαίοι δανειστές είναι απολύτως ενωμένοι σε αυτήν τη φάση στις απαιτήσεις τους από την κυβέρνηση να προχωρήσει στη λήψη μέτρων. Τα μέτρα αυτά, συγκεκριμένα, είναι η μείωση του αφορολογήτου, των συντάξεων των παλαιών συνταξιούχων καθώς και αλλαγές στην αγορά εργασίας. Ιδιαιτέρως, ως προς τις τελευταίες, οι δανειστές θα επιμείνουν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, στη μη ανάκληση των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων, κάτι που αφορά κυρίως τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Στη φάση αυτή, όπως προκύπτει από τις εκτιμήσεις των πηγών των δανειστών, το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους δεν παίζει πρωτεύοντα ρόλο στις διαπραγματεύσεις. Υπάρχουν πολλά άλλα εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν πριν φτάσουμε να συζητάμε αν θα υπάρξει συγκεκριμενοποίηση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, αναφέρουν.
Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση καλείται να πάρει τώρα επώδυνα μέτρα σε αφορολόγητο, Ασφαλιστικό και εργασιακά, χωρίς να προβάλλει άμεση η ελπίδα τουλάχιστον ενός αντισταθμίσματος, όπως θα ήταν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
Βεβαίως, η έκθεση του ΔΝΤ που διέρρευσε την προηγούμενη εβδομάδα και αναμένεται να δημοσιοποιηθεί στις 6 Φεβρουαρίου χαρακτηρίζει το χρέος «εξαιρετικά μη βιώσιμο», κάτι που λειτουργεί απαγορευτικά για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Από την άλλη, ο Πολ Τόμσεν έχει πει ότι μπορεί να δεχθεί, αντί για ελάφρυνση χρέους, μια ισχυρή δέσμη μέτρων που να εξασφαλίζουν πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Επομένως, εφόσον τα μέτρα αυτά συμφωνηθούν, δεν αποκλείεται να αλλάξει η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του Ταμείου, χωρίς άλλα μέτρα ελάφρυνσής του από την ευρωζώνη.
Κάτι τέτοιο φυσικά θα έφερνε σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, γιατί θα καλούνταν να κάνει θυσίες χωρίς ένα «δώρο» σε αντιστάθμισμα.
Με αφορμή τη διαρροή της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους του ΔΝΤ, εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας δήλωσε: «Πιστεύουμε ότι το χρέος της Ελλάδας μπορεί να είναι διαχειρίσιμο, αν οι συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις εφαρμοστούν πλήρως, χάρη στους εξαιρετικά ευνοϊκούς δανειακούς όρους του ESM στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα και χάρη στα πρόσφατα υιοθετηθέντα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους».
Συνεχίζοντας ο ίδιος εκπρόσωπος σημείωσε ότι «η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι συμφώνησαν σε ένα φιλόδοξο δημοσιονομικό μονοπάτι κατά τη διάρκεια του προγράμματος, το οποίο είναι αξιόπιστο και υποστηρίζεται από μέτρα έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση απρόβλεπτων γεγονότων».
Επεσήμανε ακόμη ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας τον περασμένο χρόνο ήταν καλύτερες από τις αναμενόμενες και κατέληξε: «Η Ευρώπη έχει αναλάβει σαφείς δεσμεύσεις να υποστηρίξει την Ελλάδα με πρόσθετα μέτρα ανακούφισης του χρέους μετά το πρόγραμμα του ESM, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα είναι αναγκαίο και ότι η Ελλάδα θα εφαρμόσει όλες τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις του προγράμματος. Κατόπιν τούτων, δεν βλέπουμε λόγο για κάποια ανησυχητική αποτίμηση της κατάστασης για το χρέος της Ελλάδας».
Από σήμερα, πάντως, μετρά αντίστροφα ο χρόνος των τριών εβδομάδων για το επόμενο Eurogroup, στις 20 Φεβρουαρίου, το οποίο έχει θέσει ως ορόσημο αξιωματούχος της ευρωζώνης πρόσφατα, προκειμένου να βρεθεί λύση, πριν μπούμε στον εκλογικό κύκλο της Ευρώπης. Διαφορετικά, είχε προειδοποιήσει ο ίδιος αξιωματούχος, θα κινδυνεύσουμε με περιπέτειες.
Πράγματι, ο κίνδυνος είναι, αν η Ελλάδα αρνηθεί να πάρει μέτρα, να συρθεί η διαπραγμάτευση μέχρι το καλοκαίρι, οπότε και θα ξεμείνει το ελληνικό Δημόσιο από ρευστότητα, καθώς τον Ιούλιο πρέπει να πληρώσει μια δόση πάνω από 6 δισ. ευρώ. Τότε όμως θα πλησιάζουν και οι γερμανικές εκλογές και η Ελλάδα θα κληθεί να πάρει αποφάσεις υπό την απειλή της πτώχευσης.