Η θλιβερή καθημερινότητα χιλιάδων ασθενών που νοσηλεύονται στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας ζωντανεύει μέσα από επιστολή του προς την ηγεσία του υπουργείου Υγείας ο επίτιμος πρόεδρος Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων και Περιφερειακός Συμπαραστάτης του Πολίτη και της Επιχείρησης Δυτικής Ελλάδος, Γεώργιος Φαλτσέτος.

Την τελευταία Δευτέρα του περασμένου Δεκεμβρίου ο ίδιος υπέστη λιποθυμικό σοκ στο σπίτι του. Διακομίστηκε άμεσα με το ΕΚΑΒ στο εφημερεύον Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών στα Επείγοντα. Ο γολγοθάς του ξεκίνησε!

ΜΙΑ ΧΙΛΙΟΕΙΠΩΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Εκεί –κατά την αναμονή του –υπέστη ένα δεύτερο λιποθυμικό επεισόδιο. Περιμένοντας σε ένα φορείο τέσσερις ώρες, εξετάστηκε διαδοχικά από καρδιολόγο, παθολόγο και νευρολόγο, υποβλήθηκε σε εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις και διεγνώσθη με «μη καθορισμένη οξεία λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού».

Παρά ταύτα την επομένη ημέρα το απόγευμα (περνώντας μια ολόκληρη νύχτα και μισή μέρα ξαπλωμένος σε φορείο) μεταφέρθηκε τελικά όχι στην Πνευμονολογική Κλινική αλλά στην Ουρολογική. Η απάντηση που έλαβε παρά τις διαμαρτυρίες του ήταν αποστομωτική: «Μόνο εκεί υπάρχει ελεύθερο κρεβάτι».

Οι περιγραφές που ακολουθούν στην επιστολή του θυμίζουν χιλιοειπωμένη ιστορία που αναμασούν οι πολίτες της χώρας για τους οποίους το ΕΣΥ είναι μονόδρομος.

Μάλιστα ο Γεώργιος Φαλτσέτος συμβουλεύει τους ιθύνοντες της οδού Αριστοτέλους το εξής: «Αντί ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας να θυμώνει με όποια κριτική ασκείται, φρονώ ότι πρέπει να δώσετε μάχη για την επίλυση των προβλημάτων των νοσοκομείων, γιατί ο θυμός των νοσηλευομένων, κάτω από τις προαναφερόμενες συνθήκες, είναι μεγαλύτερος απ’ αυτόν του αναπληρωτή υπουργού Υγείας».

ΣΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΟΧΗΣ. Στον θάλαμο 401 της Ουρολογικής Κλινικής, εκεί όπου νοσηλεύονταν άλλοι πέντε ασθενείς με διαφορετικές παθήσεις, οι συνθήκες ήταν άθλιες. Το «ξεκοιλιασμένο» στρώμα, το τρύπιο σεντόνι, η φθαρμένη κουβέρτα ήταν (ίσως) η λιγότερο απαξιωτική πτυχή των όσων βίωσε κατά τη νοσηλεία του. Τα αντισηπτικά και τα χαρτομάντιλα οινοπνεύματος ήταν η μοναδική «ασπίδα» που είχε ο Γεώργιος Φαλτσέτος έναντι των άλλων παθήσεων από τις οποίες νοσούσαν οι άλλοι νοσηλευόμενοι.
«Το φαγητό ξεπερνούσε κάθε όριο ανοχής» γράφει. Επί εννέα ημέρες, μεσημέρι και βράδυ, το μενού είχε σούπα με μακαρονάκι κοφτό. Λαμπρές εξαιρέσεις για τους ασθενείς με καταβεβλημένο ανοσοποιητικό σύστημα ήταν «μια φορά που η σούπα περιείχε μερικά ψήγματα μοσχαριού και μια ακόμη φορά που η σούπα συνοδευόταν από βραστά καρότα».

Κάθε λέξη του Γεωργίου Φαλτσέτου περιγράφει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο τις ελλείψεις και τις παθογένειες που λυγίζουν το δημόσιο σύστημα υγείας (σχεδόν) στο σύνολο του. Κάποια ημέρα, όπως λέει, ζήτησε ταινία για να στερεώσει την πεταλούδα, η οποία σχεδόν αιωρούνταν και συνεπώς κινδύνευε να σπάσει η φλέβα του. Υστερα από αρκετή ώρα νοσηλευτής βρήκε μια λωρίδα αυτοκόλλητης γάζας και το πρόβλημα λύθηκε όπως όπως.

ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ. «Παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αγανακτισμένος ζήτησα από τους γιατρούς της εφημερίας που με επισκέφθηκαν να μου φέρουν τα σχετικά έντυπα, να τα υπογράψω και να φύγω υπ’ ευθύνη μου», συμπληρώνει ο Γεώργιος Φαλτσέτος.

Και συνεχίζει: «Θεώρησα αδιανόητο να έχω εργαστεί 40 χρόνια (4 χρόνια δικηγόρος και 36 χρόνια δικαστής), να έχω καταβάλει υψηλότατες ασφαλιστικές εισφορές, ακόμα και τώρα ως συνταξιούχος να καταβάλλω εισφορά γιαπερίθαλψη 177 ευρώ και εισφορά αλληλεγγύης 762 ευρώ μηνιαίως, ενώ τώρα που χρειάστηκα για πρώτη φορά στη ζωή μου την κάλυψη του ΕΣΥ να αισθάνομαι σαν πεταμένος στον σκουπιδοτενεκέ».

Κάπως έτσι, ο Γεώργιος Φαλτσέτος καταλήγει ότι το μόνο υγιές κύτταρο σε ένα σύστημα Υγείας που νοσεί είναι οι επιστήμονες και οι λοιποί εργαζόμενοι που το υπηρετούν. Ο διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής, Κωνσταντίνος Σπυρόπουλος, τον έπεισε να παραμείνει και να ολοκληρώσει τη θεραπεία του και να λάβει εξιτήριο στις 4 Ιανουαρίου.

Ομως, οι «ήρωες» που δίνουν «τιτάνιο αγώνα» δεν αρκούν, συμπεραίνει ο συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός, καλώντας τους επικεφαλής του υπουργείου Υγείας να εργασθούν για την επίλυση των προβλημάτων των νοσοκομείων αντί να τα αρνούνται.