Μπορεί να φανταστεί κανείς πώς θα διατύπωνε τις ενστάσεις του ο Πάνος Καμμένος με τον μπρουτάλ σεξισμό του. Πώς θα έκρινε μια κυβέρνηση, η οποία θα άφηνε να εννοηθεί πως θα εξέδιδε τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς στην Τουρκία πριν αποφασίσει για την τύχη τους η Δικαιοσύνη. Και τι θα έλεγε εάν, μετά τη δικαστική απόφαση κατά της έκδοσής τους, το πρωθυπουργικό γραφείο αισθανόταν την ανάγκη να συντάξει μια σχεδόν απολογητική ανακοίνωση –ποιο άλλο είναι το νόημα της διαβεβαίωσης ότι οι υπαίτιοι του πραξικοπήματος δεν είναι ευπρόσδεκτοι στη χώρα μας και γιατί οι οκτώ Τούρκοι συνδέονται έστω και εμμέσως μαζί τους;
Μπορεί να φανταστεί κανείς το αριθμητικό κρεσέντο της κριτικής σε περίπτωση που μια άλλη κυβέρνηση, όχι η δική του, ερχόταν αντιμέτωπη με τη βόλτα της ηγεσίας του τουρκικού στρατού στα Ιμια. Ποια τέσσερα; Σε αυτήν την περίπτωση, τόσο ξεχωριστή για κάποιον που πέταξε με ελικόπτερο για να ρίξει στεφάνι πάνω από τη βραχονησίδα, θα μιλούσε για τα οκτώ, τα δώδεκα ή τα δεκάξι. Θα επιστράτευε όλη την προπαίδεια του τέσσερα για να καταγγείλει τους νενέκους που φοβούνται να υψώσουν το ανάστημά τους στον εχθρό –και πώς να υψωθείς από τα βάθη του τέσσερα και των γινομένων του στο ρετιρέ της εθνικολαϊκιστικής αγανάκτησης;
Αν η πραγματικότητα εκδικήθηκε τον άλλοτε ριζοσπαστικοποιημένο ΣΥΡΙΖΑ στο πεδίο των αντιμνημονιακών του υποσχέσεων, στη λάιτ ακροδεξιά των ΑΝΕΛ έδωσε ένα μάθημα στο πεδίο των εθνικών θεμάτων. Και το έκανε όπως το κάνει πάντα: χωρίς λάθη, χωρίς εκπτώσεις και με σκληρό τρόπο. Με όρους μπρουτάλ σεξισμού, το λένε και κάπως αλλιώς.