Ενας από τους κανόνες του μάρκετινγκ λέει πως οι καλές εταιρείες ικανοποιούν ανάγκες. Οι μεγάλες δημιουργούν αγορές. Από το 1997, όταν ο Ολυμπιακός θεμελίωσε τη σημερινή του αυτοκρατορία, αποτελεί μόνιμο στόχο μιας άνευ προηγουμένου ρητορικής επιθετικότητας.
Τα υπόλοιπα μέλη του ποδοσφαιρικού κατεστημένου της χώρας που βρέθηκαν σε αγωνιστική αποδρομή, του φόρτωσαν όλες τις αμαρτίες του αθλήματος.
Ενα εύπεπτο αφήγημα για τους φίλους των ομάδων τους που αναζητούσαν στηρίγματα για να αποθέσουν την αποτυχία τους και ταυτόχρονα ένα εύκολο μονοπάτι για τους σιλεντιάριους για να δημιουργήσουν μια νέα δημοσιογραφική ατζέντα.
Είναι αλήθεια πως το νέο προϊόν πούλησε. Γιατί οι μεταπράτες φρόντισαν να έχει καλό περιτύλιγμα και οι πελάτες αδιαφορούσαν για την ποιότητά του.
Οι επικριτές των Ερυθρολεύκων αρνούνταν επίμονα να δουν την πραγματικότητα επιμένοντας σε ένα πρόγραμμα κενολογίας που τους οδήγησε εν τέλει σε έναν ποδοσφαιρικό Μεσαίωνα. Στο ίδιο διάστημα ο Ολυμπιακός μετατρεπόταν σε ένα κλαμπ ευρωπαϊκής νοοτροπίας και αντίστοιχου μάνατζμεντ καθιστώντας τον ηγέτη στην Ελλάδα.
Η μεταγραφή των 16 εκατ. ευρώ του Μιλιβόγεβιτς αποτελεί τροχιοδεικτικό για την επόμενη που θα είναι της τάξης των 20 εκατ. ευρώ.
Επί εποχής Μαρινάκη ο Ολυμπιακός έχει πουλήσει τέσσερις παίκτες εισπράττοντας οκταψήφια ποσά για τον καθένα, ενώ πολύ καλά χρήματα κέρδισε από τις μεταγραφές των Μιραλάς, Μασουακού και Πουλίδο. Σύμπτωση επαναλαμβανόμενη παύει να είναι σύμπτωση.