Σημάδια παράλυσης ξανά στην οικονομία, στην πλάτη της οποίας κυβέρνηση και δανειστές παίζουν ένα επικίνδυνο παιχνίδι καθυστέρησης.
Τραπεζίτες και επιχειρηματίες γίνονται καθημερινά μάρτυρες φαινομένων υποτροπιασμού στο επενδυτικό περιβάλλον τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος. Αν και οι αξίες των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, άνθρωποι που συνομιλούν με ξένους επενδυτές, διαχειριστές και hedge funds μεταφέρουν μια σταθερή εικόνα δισταγμού για τοποθετήσεις στην Ελλάδα. Αποτυπώνεται καταρχάς στις αποστάσεις ασφαλείας που κρατούν από τη χώρα και φτάνει σε προσωρινό, τουλάχιστον, πάγωμα ειλημμένων αποφάσεων. Τέτοια είναι η περίπτωση επενδυτικών κεφαλαίων από το Ντουμπάι και το Κουβέιτ τα οποία προ ημερών ενημέρωσαν την ελληνική εταιρεία συμβούλων με την οποία συνεργάζονται ότι αναστέλλουν δύο projects στη βιομηχανία λόγω παρατεταμένης αβεβαιότητας.
Την ίδια ώρα, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Κύπρου διαμορφώνεται στο 2,1% έναντι 7,57% χθες του αντίστοιχου ελληνικού, που τις τελευταίες ημέρες ενισχύθηκε χάρη στη “δραχμολογία” την οποία άνοιξε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Ξυδάκης. Ούτε είναι τυχαίο ότι το Χρηματιστήριο παραμένει κολλημένο στις 650 μονάδες, αφού αν έβλεπε μεγάλες θετικές προοπτικές θα είχε ξεκινήσει ράλι όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. «Επιμένει πάντως η αγορά να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο, αφού παρά τα πισωγυρίσματα, το βασικό μας σενάριο είναι ότι η αξιολόγηση θα κλείσει», διευκρινίζει ο Μάνος Χατζιδάκης, υπεύθυνος τμήματος αναλύσεων της Beta Securities.
Στην πραγματική ωστόσο οικονομία η εικόνα είναι πολύ χειρότερη. Πίσω από μια βιτρίνα δέκα δεκαπέντε μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων το οξυγόνο στερεύει για δεκάδες χιλιάδες άλλες, που είτε παγώνουν τις πληρωμές είτε ακόμη χειρότερα, όταν πρόκειται για διασωληνωμένες, φοβούνται ότι μπορεί και να μην επιζήσουν στη νέα περίοδο υπομονής που απαιτεί από αυτές το πολιτικό μας σύστημα.
«Ζούμε στην ουσία μια διαδικασία που σκοτώνει τα άρρωστα, ενώ λείπει η αντίστοιχη διαδικασία που θα βοηθήσει να γεννηθούν τα καινούργια», εξηγεί οικονομολόγος του ΣΕΒ. Συνεχίζει να απουσιάζει, προσθέτει ο συνομιλητής μας, η βεβαιότητα ότι η χώρα θα παραμείνει στο ευρώ, ότι οι τράπεζες δεν κινδυνεύουν, ότι η διαχείριση των κόκκινων δανείων θα προχωρήσει, ότι τα δημοσιονομικά προβλήματα θα πάψουν να λύνονται μόνο με νέους φόρους. Ούτε όμως υπάρχει και η αναγνώριση από τους δανειστές, σχολιάζει ο ίδιος με νόημα, ότι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Ελλάδας αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, ότι η χώρα δεν είναι Βέλγιο και ότι η πίεση για νέους φόρους πνίγει τον ιδιωτικό τομέα, τον μόνο που παράγει.
ΣΟΒΑΡΗ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος της πολιτικής δεν αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης και που όλοι συνιστούν υπομονή πιστεύοντας ότι αφού μέχρι τώρα έχει αντέξει το σύστημα, θα αντέξει κι άλλο. Αλλά αυτό είναι εντελώς αυθαίρετο συμπέρασμα. Οσο αυθαίρετη είναι και η προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει ότι η οικονομία έχει μπει σε τροχιά ανάκαμψης, αφού την διαψεύδουν τα ίδια τα επίσημα στοιχεία.
Από την άλλη, η υπερφορολόγηση, η μείωση των καταθέσεων και του διαθέσιμου εισοδήματος, δεν προοιωνίζεται επ’ ουδενί βιώσιμη ανάπτυξη (ΣΕΒ, ΙΟΒΕ). Υγιής οικονομία δεν μπορεί να προκύψει από πλεονάσματα που προέρχονται από υπερφορολόγηση και στάση πληρωμών εκ μέρους του κράτους. Φυσικό επακόλουθο των παραπάνω είναι να διευρύνονται οι επιφυλάξεις για τις πιθανότητες εκτίναξης φέτος της οικονομίας με ρυθμό 2,7%. Το μεν ΙΟΒΕ θέτει τον πήχη μεταξύ 1,5% και 1,8% η δε Pricewaterhouse Coopers ανάμεσα στο 1% και 1,5%. Ισχνές οι επενδύσεις διαμορφώθηκαν πέρυσι σε 20 δισ. ευρώ ή στο 12,4% του ΑΕΠ από 30% το 2008 και έναντι ποσοστού 23% στην ΕΕ, ενώ ελάφρυνση των capital controls στον ορίζοντα δεν διαφαίνεται.
Ο άρρωστος και η υπομονή
Ο πολιτικός κόσμος αφήνοντας τον χρόνο να κυλά εις βάρος της αγοράς είναι σαν να απαιτεί από αυτήν να κάνει υπομονή και να προσαρμοστεί στους δικούς του χρόνους. «Είναι σαν να έχεις τον άρρωστο στο χειρουργείο και οι γιατροί να διεξάγουν από πάνω του φιλοσοφική συζήτηση για τον Αριστοτέλη», όπως χαρακτηριστικά λέει οικονομολόγος του ΣΕΒ. Το ερώτημα είναι αν ο άρρωστος αντέχει να κάνει άλλη υπομονή